Ποιο Κράτος Δικαίου;
Γιώργος Κουβελάκης, Σύμβουλος της Επικρατείας ε.τ., πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης
Είναι περίεργη η εποχή που ζούμε. Σε αυτή διεκδικούνται και αναγνωρίζονται «νέα» δικαιώματα, αλλά το δικαίωμα που εξασφαλίζει να έχεις δικαιώματα, το Κράτος Δικαίου, δεν μας απασχολεί ιδιαίτερα.
Άλλα προβλήματα πιέζουν περισσότερο: η ακρίβεια, η κλιματική αλλαγή, τα σχολεία των παιδιών, τα ίδια τα παιδιά, οι πόλεμοι. Η τήρηση του Συντάγματος, ο σεβασμός του κράτους Δικαίου θεωρούνται πια δεδομένα και αυτονόητα. Και πολυτέλεια ολίγων η γκρίνια χωρίς πολλή αιτία.
Στο συνήθως πληκτικό, παρά τις κατά καιρούς οξύτητες, περιβάλλον υποχώρησης της πολιτικής, η Κυβέρνηση γεμάτη αυταρέσκεια και χωρίς απειλητικό αντίπαλο, πολεμάει με τον εαυτό της. Υπάρχουν τομείς όπου με την επίκληση νέων «ανώτερων» ερμηνευτικών κανόνων υιοθετούνται έωλες ερμηνείες του Συντάγματος, και άλλοι όπου είναι έκδηλη η αδιαφορία ή και ευθεία παραβίαση των δημοκρατικών κανόνων και του Κράτους Δικαίου.
Ο Πρωθυπουργός μας, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο των υποκλοπών, μη δυνάμενος να το αρνηθεί, παράδερνε ασύνδετα και αμήχανα να δικαιολογήσει την ΕΥΠ, που εκτελεί δικές του εντολές. Ένας καλός γνώστης και οξύς παρατηρητής σχολίασε ότι θύμιζε τον περίφημο Πρωθυπουργό του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, που παραπονιόταν στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση, ότι δεν αντέχει άλλο, γιατί η νομιμότητα σκοτώνει την κυβερνητική δράση (La légalité nous tue).
Ακούσαμε ότι η παρακολούθηση του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ ήταν νόμιμη, αλλά όχι σωστή. Υποθέτω ότι την πρόβαλαν ως νόμιμη γιατί τηρήθηκε η προβλεπόμενη διαδικασία (έγκριση εισαγγελέως κλπ.). Δεν είναι πολύ ενθαρρυντικό γεγονός ότι η Κυβέρνηση επικαλείται την εξωτερική, τυπική νομιμότητα, ενώ γνωρίζει ότι παραβιάσθηκαν στην ουσία και το Σύνταγμα και οι Νόμοι. Προστέθηκε ως δικαιολογία (;) ότι δεν ήταν «σωστή». Το «σωστή» ελπίζω να μην έχει την έννοια ότι δεν ήταν πολύ ευγενική, αλλά ότι συνιστά, με άλλο τρόπο, ομολογία της ουσιαστικής παρανομίας.
Η Κυβέρνηση αντιμετωπίζει τις υποκλοπές ως μη γεγονός. Για εκείνους όμως τους πολίτες που προσδοκούν ένα κράτος δικαίου, μια δημοκρατική χώρα, το σκάνδαλο αυτό είναι στίγμα στην πολιτική μας ζωή, πού υποβαθμίζει την πολιτική διαδικασία, δημιουργεί πόλωση, έχθρα, δυσκολεύει, αν δεν καθιστά αδύνατο, το ήπιο πολιτικό κλίμα και τις αναγκαίες συναινέσεις. Δεν πέρασαν απαρατήρητες οι προσπάθειες μερικών να μειώσουν τη σημασία του σκανδάλου, καθώς και ill timed δηλώσεις ότι παρά τις ομολογημένες υποκλοπές και άλλα προβλήματα, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η ύπαρξη Κράτους Δικαίου στη χώρα μας.
Η Ελλάδα βέβαια δεν είναι Ουγγαρία, ούτε κάποιος Ορμπάν προβάλλει στον ορίζοντα.
Όμως, τι πάθαμε; Φοβόμαστε μην ξανακυλήσουμε; αυτολογοκρινόμα-στε; Αρνούμαστε να δούμε όλη, μα όλη την πραγματικότητα, γίναμε τόσο επικίνδυνα ολιγαρκείς;
Το σαράκι που τρώει το θεσμικό οικοδόμημα, όπως εύστοχα ο Κώστας Μποτόπουλος σημείωσε στη στήλη του στα «Νέα», κάνει τη δουλειά του. Στις γραμμές που ακολουθούν θα προσπαθήσω να αναδείξω πόσο αυτό το σαράκι επηρεάζει τη λειτουργία του Κράτους Δικαίου.
Η κακοχωνεμένη από την εκτελεστική εξουσία δημιουργία ανεξάρτητων Αρχών, έφερε σε σύγκρουση την Κυβέρνηση με την Ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης Επικοινωνιών (ΑΑΔΕ). Η τελευταία μάταια επιδίωξε μια επιστροφή στη νομιμότητα. Η στάση της Αρχής ενόχλησε σφόδρα την Κυβέρνηση, που προφανώς δεν περίμενε ότι ένα θεσμικό αντίβαρο της εξουσίας τους θα έκανε και χρήση του βάρους του. Από το σημείο αυτό και πέρα κάθε ενέργεια της Κυβέρνησης την ωθούσε εκτός των πλαισίων της νομιμότητας. Αρνήθηκε την ορθότητα και το θεσμικό κύρος των ενεργειών της Αρχής, υπαινίχθηκε εξαρτήσεις, έφθασε στο σημείο αμφισβήτησης της προσωπικής εντιμότητας των μελών της Αρχής. Κατέστη σαφές ότι η Κυβέρνηση δε δέχεται, δεν αντέχει τον έλεγχο από την Αρχή και ας την προβλέπει το Σύνταγμα. Μελαγχολική η διαπίστωση, αλλά είναι προφανής: Οι συνθήκες δεν έχουν ωριμάσει ακόμη για την ανεμπόδιστη λειτουργία ανεξάρτητων Αρχών στη χώρα μας.
Καλό θα ήταν να ρίξουμε μια ματιά για το τι συμβαίνει στις χώρες από τις οποίες αντιγράψαμε τη δημιουργία ανεξάρτητων Αρχών: Στη Βρετανία, πόρισμα δημόσιας λειτουργού καταλογίζει ευθύνες στον τότε Πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον για τα περίφημα κορονοπάρτυ στην Πρωθυπουργική κατοικία μεσούσης της πανδημίας. Το πόρισμα έγινε σεβαστό και δεν αμφισβητήθηκε παρά το γεγονός ότι η αντιπολίτευση το εκμεταλλεύθηκε δεόντως.
Στον Καναδά, ο Επίτροπος δεοντολογίας απέδωσε ευθύνες στον Πρωθυπουργό Τριντό, κατηγορώντας τον ευθέως για παρεμπόδιση της Δικαιοσύνης σε υπόθεση εταιρικών σκανδάλων. Το πόρισμα έγινε σεβαστό.
Τι τα θέλετε, η καθ’ ημάς Ανατολή κρατάει γερά και δεν επιτρέπει την ανάπτυξη παρόμοιων θεσμών.
Σε κάθε περίπτωση, το σκάνδαλο αυτό μπορεί να μην είναι από τα πρώτα που απασχολούν τους πολίτες εν’ όψει του γεγονότος ότι άλλα προβλήματα τους καίνε περισσότερο, παραμένει όμως βαρύτατη προσβολή και απαξίωση του Κράτους Δικαίου. Όταν δε, μοιραία, ο ενάρετος, για την Κυβέρνηση κύκλος κλείσει, οι υποκλοπές θα είναι από τους παράγοντες επίσπευσης του κλεισίματος.
Ο Τύπος. Ο τύπος, μέγιστος μαζί με τη Δικαιοσύνη ελεγκτής και αντίβαρο της εκτελεστικής εξουσίας και όχι μόνον, είναι ελεύθερος, όσο ποτέ. Ο κίτρινος τύπος ιδιαίτερα είναι ασύδοτος. Υπάρχουν όμως προβλήματα, κυρίως από την υπερβολική συγκέντρωση εφημερίδων, καναλιών τηλεόρασης και άλλων ηλεκτρονικών μέσων στα χέρια επιχειρηματιών. Δεν πρωτοτυπούμε βέβαια εμείς. το φαινόμενο είναι παγκόσμιο και οι κίνδυνοι προφανείς. Δεν ξεχάστηκε ακόμη ο πανικός που κατέλαβε την Κυβέρνηση και όχι μόνο όταν εφημερίδα, ιδιοκτησίας επιχειρηματία, θεωρούμενη φιλοκυβερνητική, δημοσίευσε άρθρο ιδιαίτερα επικριτικό για την κυβέρνηση σε σχέση με την τραγωδία των Τεμπών (Μονταζιέρα κλπ). Η θεσμική σαθρότητα της χώρας φάνηκε τότε σε όλη της τη διάσταση.
Αξιοκρατία. Στοιχείο Βάσης του Κράτους Δικαίου. Υπάρχει κανείς που μπορεί, χωρίς να αμφισβητηθεί η σοβαρότητά του, να βεβαιώσει ότι η αξιοκρατία χαρακτηρίζει τις επιλογές του κρατικού μηχανισμού; (από το ανώτατο επίπεδο επιλογών ηγεσίας, Ενόπλων Δυνάμεων, Αστυνομίας, Πυροσβεστικού Σώματος κ.ά., μέχρι το κατώτατο της επιλογής καθαριστριών σε δημοτικό κατάστημα).
Η αναξιοκρατία προκαλεί απογοήτευση, αίσθημα αδικίας και ματαίωση της κοινωνική κινητικότητας με βάση την παιδεία και τις ικανότητες. Σημαίνει επίσης την αναγκαστική προσήλωση των πολιτών στην ατομική, με κάθε μέσο, ανάπτυξη και την απουσία συλλογικών στόχων.
Είναι και το παράπονο των 500.000 νέων που έφυγαν κατά την περίοδο της κρίσης, που θέλουν να επιστρέψουν αλλά η κυρίαρχη αναξιοκρατία είναι φράχτης. Από αυτούς που γύρισαν, πολλοί ξανάφυγαν. Έμειναν οι ρομαντικοί που επιμένουν ότι αυτός ο τόπος είναι δικός τους και δικός μας!
Η Ακρίβεια. Το μεγαλύτερο πρόβλημα των ελληνικών νοικοκυριών. Σε παράλογα ύψη, υψηλότερα από εκείνα των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Εκ πρώτης όψεως δεν έχει να κάνει με το Κράτος Δικαίου. Είναι θέμα λειτουργίας της οικονομίας, προσφοράς-ζήτησης. Όταν όμως, η υπερβολική ακρίβεια, ο πληθωρισμός απληστίας, όπως έχει κατάλληλα ονομαστεί (βλ. πρόσφατη μελέτη Εθνικής Τράπεζας) οφείλεται στην έλλειψη υγιούς ανταγωνισμού και την ανεξέλεγκτη δράση των Καρτέλ, τότε η ακρίβεια περνάει τα σύνορα της οικονομίας και εισέρχεται στην Επικράτεια του Κράτους Δικαίου.
Γίνεται βέβαια πια δεκτό ότι η έννοια του Κράτους Δικαίου εμπλουτίζεται και βαθαίνει, εξελισσόμενη στο πλαίσιο των νέων κοινωνικών, οικονομικών, τεχνολογικών και πολιτιστικών δεδομένων και περιλαμβάνει και την εκ μέρους του Κράτους, εξασφάλιση συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού στη λειτουργία της αγοράς.
Η έλλειψη υγιούς ανταγωνισμού και το ανέλεγκτο και βαθιά διαβρωμένο οικοδόμημα των Καρτέλ είναι υπεύθυνα για την ακρίβεια της απληστίας. Τα Καρτέλ προσπαθούν παντού να ελέγχουν μονοπωλιακά τις τιμές. Το οργανωμένο όμως δημοκρατικό Κράτος έχει τα μέσα να αμύνεται. Δεν συνιστά άμυνα του Κράτους η επιστολή του Πρωθυπουργού προς την Πρόεδρο της Επιτροπής. Θα μπορούσε σε αυτή αντί της αοριστίας των αιτημάτων του να περιέχει πρόταση για την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του Επιτρόπου Ανταγωνισμού. Άμυνα του Κράτους, μεταξύ άλλων, είναι η αποτελεσματική παρέμβαση στους μηχανισμούς της αγοράς της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Όμως, είναι γνωστό, ότι η Επιτροπή αυτή παραμένει, με ευθύνη της Κυβέρνησης, υποστελεχωμένη και χωρίς τα αναγκαία μέσα για να κάνει τη δουλειά της.
Διαγωνισμοί δημοσίων έργων, προμηθειών κλπ. Προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πρόσφατα του Ταμείου Ανάκαμψης, έδωσαν πρωτοφανή οικονομική δυνατότητα για την εκτέλεση μεγάλων έργων στη χώρα μας. Οι προκηρύξεις των έργων αυτών και οι συμβάσεις εκτέλεσής τους φαίνεται να αποτελούν ιδιαίτερο πρόβλημα για την Ελλάδα και την Ε.Ε.
Η ευρωπαϊκή έκδοση του Politico αναφέρει ότι οι γνωρίζοντες το θέμα επικαλούνται αδιαφανείς διαδικασίες, αναίτιες παραχωρήσεις σε εταιρείες, ανοχή σε συνεννοήσεις των Εταιρειών. Και ότι παρά τις μεταρρυθμίσεις που επιβλήθηκαν από τους πιστωτές, κατά τη διάρκεια της Κρίσης Χρέους, οι έρευνες που ακολούθησαν δείχνουν ότι η αδιαφάνεια και οι περίεργες συνδρομές περιστάσεων έχουν χειροτερεύσει την εικόνα. Μακριά από το να υιοθετήσει κανείς, άνευ ετέρου, τα δημοσιεύματα αυτά, δεν μπορεί όμως και να μην ανησυχεί, εν όψει του γεγονότος, άλλωστε, ότι υπάρχουν, αναμφισβήτητα μελανά στοιχεία στο φάκελο.
Παράδειγμα: Σύμφωνα με έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, το 2021 περίπου το 42% των συμβάσεων στην Ελλάδα ανατέθηκαν όταν υπήρχε μόνο μία προσφορά (το 2011 το 11% των συμβάσεων έλαβε μία μόνο προσφορά). Η απ’ ευθείας ανάθεση δημοσίων έργων είναι από τα θέματα που η Επιτροπή της Ε.Ε. θεωρεί ως παραβιάσεις του Κράτους Δικαίου.
Άλλο παράδειγμα: Όταν δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά διαγωνισμός για Έργο Ψηφιακού Εκσυγχρονισμού, που συνδέεται με το εθνικό ηλεκτρικό σύστημα, η προκήρυξη όρισε τον προϋπολογισμό στα 44 εκατομμύρια ευρώ. Το ποσό ήταν πολλαπλάσιο παρόμοιων εθνικών έργων σε άλλες χώρες της Ε.Ε. Στην Ιρλανδία το κόστος ήταν 4,6 εκατομμύρια για 7 χρόνια, στην Κύπρο 4 εκατομμύρια για εννέα χρόνια, στη Μάλτα 1,3 εκατομμύριο. Τελικά, μετά από διαμαρτυρίες, το έργο χωρίστηκε σε δύο διαγωνισμούς, με προϋπολογισμό 5,7 εκατομμύρια ευρώ για το ένα και 12 εκατομμύρια για το άλλο για δύο χρόνια.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2020/2092 της 16ης Δεκεμβρίου 2020 του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, που επικυρώθηκε με την απόφαση της 16 Φεβρουαρίου 2022 του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου – Ουγγαρία κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου. Το Κράτος Δικαίου περιλαμβάνει την αρχή της νομιμότητας, διαφανείς διαδικασίες, ασφάλεια δικαίου, απαγόρευση αυθαίρετων ενεργειών και κρίσεων της εκτελεστικής εξουσίας, ισότητα ενώπιον του Νόμου, απαγόρευση διακρίσεων. Σύμφωνα δε με την απόφαση του Δικαστηρίου υπάρχει προφανής σύνδεσμος (lien manifeste) μεταξύ του σεβασμού του Κράτους Δικαίου και της καλής εκτέλεσης του προϋπολογισμού της Ε.Ε. και της καλής εκτέλεσης των έργων που χρηματοδοτούνται από την Ε.Ε.
Γνωρίζουμε ότι το κράτος μας ανέχεται, μερικές φορές πρωταγωνιστεί σε ευθείες παραβιάσεις της Εθνικής και Ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Λες και οι ακολουθούμενες εθνικές διαδικασίες είναι επίτηδες ελλειμματικές και αναποτελεσματικές. Όταν βέβαια η νομιμότητα υπονομεύεται από το ίδιο το Κράτος αποκτά θεσμικά χαρακτηριστικά.
Κοιτάζοντας την μεγάλη εικόνα, διαπιστώνει κανείς, ότι τα κατεστημένα συμφέροντα έχουν τη δύναμη να πιέζουν τις εκάστοτε κυβερνήσεις, να ματαιώνουν ακόμη και τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση του αναπτυξιακού προβλήματος της χώρας. Θέλουν να κρατήσουν τα ιδιαίτερα προνόμια και ασυλίες. Καταφέρνουν να κλείνουν τους θεσμούς του Κράτους προς όφελός τους, καθιστώντας το Κράτος Δικαίου κενό κέλυφος (Daron Aermoglov – James Robinson, “Γιατί τα έθνη αποτυγχάνουν”). Μια μικρή ελπίδα τρεμοσβήνει από την ύπαρξη μιας ομάδας επιχειρηματιών που αποβλέπουν και στην οικονομική ανάπτυξη του τόπου και ζητούν την πραγματοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων.
Οικονομικές ενισχύσεις – επιδόματα. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν χαλάρωσαν οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί, ξοδεύτηκαν για ενισχύσεις σε άτομα και επιχειρήσεις τεράστια ποσά, τόσα και μάλλον περισσότερα από όσα περιελάμβανε το κούρεμα επί Παπαδήμου το 2012!
Η κατανομή των πάντοτε ανεπαρκών πόρων είναι δοκιμασία του Κράτους Δικαίου, όμως το σύστημα πολιτικής πατρωνίας, άφησε πατημασιές και στην περίπτωση αυτή.
Όλα όσα ενδεικτικά αναφέρθηκαν οφείλονται σε μεγάλο βαθμό σε νοοτροπίες ότι κάποιες πράξεις δεν έχουν επιπτώσεις, αν έχουμε τις σωστές πλάτες και τους κατάλληλους μοχλούς πίεσης. Και αν, εκτάκτως βρεθούμε σε δυσκολία θα καταφέρουμε να περάσει μια «μικρή, αθώα τροπολογία» με την οποία κάποιο αδίκημα θα κατέβει στην ιεράρχηση των εγκλημάτων.
Η Κυβέρνηση είχε τη δυνατότητα, όταν ανέλαβε την εξουσία το 2019, να προχωρήσει σε βαθιές μεταρρυθμίσεις. Η αποστροφή του κόσμου στη διακυβέρνηση Σύριζα ήταν τόση που επέτρεπε τη λήψη μέτρων και δημιουργία μεταρρυθμιστικού κινήματος. Δυστυχώς δεν τα κατάφερε. Πήγε αλλού, γιατί η στόχευση ήταν διαφορετική.
Ο κοινωνικός θυμός που παρατηρούμε γύρω μας έχει αιτίες, τη δυσλειτουργία των θεσμών, τα κενά, της στρεβλώσεις του Κράτους Δικαίου. Γι΄ αυτό ακόμη και αν καταφέρουμε να υποτάξουμε την ακρίβεια και επιτύχουμε καλούς ρυθμούς ανάπτυξης, δίπλα τους πρέπει να υπάρχει και αξιακό περιεχόμενο, διότι όπως έλεγε ο Πομπιντού, όταν ήταν Πρόεδρος της Γαλλίας, «κανείς δεν έδωσε τη ζωή του για να πέσει 2% ο πληθωρισμός».