«Φτάνει πια! Ως εδώ! Καμία άλλη γυναίκα θύμα γυναικοκτονίας»

γράφει στο peripteron.eu η Φωτεινη Μπακαδήμα, Βουλεύτρια Β’ Πειραιώς και Γραμματέας ΚΟ ΜέΡΑ25

Η νεαρή Γαρυφαλλιά που δολοφονήθηκε πριν λίγα εικοσιτετράωρα στη Φολέγανδρο από το σύντροφό της, ήρθε να προστεθεί στην ήδη μακρά λίστα θυμάτων γυναικοκτονιών στη χώρα μας, μια λίστα η οποία, με τα στοιχεία από την ετήσια έκθεση της Γενικής Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας Φύλου, είναι αρκετά μεγάλη καθώς, το 2019 οκτώ γυναίκες δολοφονήθηκαν στην Ελλάδα από κάποιο μέλος της οικογένειάς τους, σε σύνολο 19 ανθρωποκτονιών γυναικών, με το ποσοστό γυναικοκτονιών από μέλος της οικογένειας του θύματος να φτάνει το 42,1%, τη στιγμή που άλλες μελέτες καταγράφουν 41 γυναικοκτονίες την περίοδο 2018 έως τον Μάρτιο του 2020.

Είναι καιρός να αρχίσουμε να αναφέρουμε τα πράγματα με το όνομά τους, ενθυμούμενοι πάντοτε πως η έμφυλη βία αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή και συνιστά την κύρια αιτία θανάτου και αναπηρίας για τις γυναίκες ηλικίας 16-44 ετών, ξεπερνώντας ακόμα και τον καρκίνο, αλλά και τα τροχαία, όπως καταδεικνύουν στοιχεία από το Συμβούλιο της Ευρώπης.

Χωρίς αμφιβολία, η πρόσφατη δολοφονία της νεαρής φαρμακοποιού, όταν ακόμη το πανελλήνιο είναι συγκλονισμένο από την περίπτωση της Κάρολαϊν Κράουτς που βρήκε τραγικό θάνατο στα χέρια του συζύγου της, γεμίζει οργή και θυμό. Ο δολοφόνος σύντροφός της θεώρησε πως έφταιγε «η κακιά ώρα» κατηγορώντας το θύμα. Όμως, καμία κακιά ώρα δεν φταίει για μια δολοφονία, φταίει μόνο το χέρι του δράστη.

Επιπλέον, κανείς δεν μπορεί, πλέον, να αγνοήσει το γεγονός πως καθίσταται επιτακτική η ανάγκη αναγνώρισης και χρήσης του όρου «γυναικοκτονία», ενός όρους που έχει αναγνωριστεί από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως η πλέον ακραία μορφή βίας κατά των γυναικών.

Η άρνηση χρήσης σηματοδοτεί, ταυτόχρονα, την άρνηση αναγνώρισης ενός υπαρκτού κοινωνικού φαινομένου. Αν συνεχίζουμε, στρουθοκαμηλίζοντας, να το αγνοούμε, η κατάσταση θα χειροτερεύει με γεωμετρική πρόοδο.

Όλες οι πρόσφατες, αλλά κι όχι και τόσο πρόσφατες περιπτώσεις, δείχνουν με γλαφυρό τρόπο πως τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι έμφυλες διακρίσεις, τα ζητήματα ισότητας φύλου, η κακοποίηση, η έμφυλη βία και το bullying είναι πεδία που πρέπει να προσπαθήσουμε συλλογικά να ενισχύσουμε.

Οφείλουμε συντεταγμένα να ξεκινήσουμε μια συζήτηση αλλαγής και ενίσχυσης τόσο του νομοθετικού πλαισίου όσο και του δικτύου στήριξης των θυμάτων.

Δυστυχώς, η ΝΔ με τις νομοθετικές τις πρωτοβουλίες δεν έχει συμβάλει στη βελτίωση της ισχύουσας κατάστασης καθώς, ακόμη κι όταν προσπάθησε να καταπολεμήσει τη βία εντός των χώρων εργασίας, με χαρακτηριστικό και πιο πρόσφατο παράδειγμα το 5ο άρθρο του νομοθετικού εκτρώματος Χατζηδάκη, είδαμε να μεταθέτει στον εργοδότη την αρμοδιότητα διερεύνησης πιθανών καταγγελιών για παρενόχληση ή βία, παρόλα αυτά, χωρίς καμία μέριμνα και πρόβλεψη για το τι θα συμβεί στην περίπτωση που θύτης είναι ο ίδιος ο εργοδότης.

Αν πάμε λίγο πιο πίσω, στη συζήτηση του νομοσχεδίου για τη συνεπιμέλεια, φορείς και κόμματα φωνάζαμε πως δεν είναι σαφές το πλαίσιο, γεγονός που άνοιγε το δρόμο σε περιπτώσεις κακοποιητών συζύγων, οι οποίοι θα κατορθώνουν να παίρνουν τη συνεπιμέλεια των παιδιών τους.

Θα πρέπει, επιτέλους, να λειτουργήσουμε συντεταγμένα, αναγνωρίζοντας την έμφυλη βία και τη γυναικοκτονία όπως και τις βαθιές ρίζες της πατριαρχίας που γεννούν και τρέφουν τέτοια καταδικαστέα φαινόμενα και περιστατικά, θέτοντας τις πρακτικές βάσεις αντιμετώπισής τους.

Μέχρι να γίνει αυτό οποιαδήποτε συζήτηση θα παραμένει θεωρητική, με επικοινωνιακή χροιά και χαρακτήρα. Ο χρόνος πιέζει και πρέπει να δράσουμε πριν μάθουμε για μια ακόμη γυναίκα θύμα γυναικοκτονίας και κακοποίησης.

Print Friendly, PDF & Email