Επανένωση της Κύπρου χωρίς Τουρκοκύπριους, yok!
γράφει στο peripteron.eu ο Νιαζί Κιζίλγιουρεκ, ευρωβουλευτής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκλεγμένος με το ΑΚΕΛ
Ήταν ποικίλες οι αντιδράσεις στην απάντηση της Επιτροπής αναφορικά με το ζήτημα που ανακινήσαμε για το δικαίωμα απόκτησης ιθαγένειας από τα παιδιά των μικτών γάμων Τουρκοκυπρίων. Κάποιοι αντιλαμβάνονται τη σημασία αυτού του ανθρωπιστικού ζητήματος, ενώ κάποιοι αντιδρούν έντονα και μας κατηγορούν ότι νομιμοποιούμε τον εποικισμό.
Πρώτα απ’ όλα θέλω να τονίσω ότι η πολιτική της Τουρκίας για αλλαγή της δημογραφικής δομής της τουρκοκυπριακής κοινότητας είναι απαράδεκτη και την έχω καταγγείλει χωρίς περιστροφές.
Από τις πρώτες μου πολιτικές πράξεις -μετά την εκλογή μου στο ευρωκοινοβούλιο- ήταν να καταγγείλω την Τουρκία για αλλαγή της δημογραφικής δομής των κατεχομένων μέσα από κοινοβουλευτική ερώτηση με τίτλο «Δημογραφική αλλαγή στο βόρειο τμήμα της Κύπρου» (3 Δεκεμβρίου 2019). Με νέα κοινοβουλευτική μου ερώτηση στις 29 Ιουνίου 2021 επανήλθα και έφερα υπόψη της Επιτροπής ότι «Η Τουρκική Δημοκρατία και η υποτελής της τοπική διοίκηση στη βόρεια Κύπρο ακολουθούν επί σειρά ετών μια πολιτική δημογραφικής χειραγώγησης που συνίσταται στη χορήγηση υπηκοότητας της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου (ΤΔΒΚ)» σε Τούρκους πολίτες. Πρόσφατα παρατηρείται αυξανόμενη τάση εφαρμογής της πρακτικής αυτής με αποτέλεσμα μεγάλος αριθμός Τούρκων πολιτών να έχουν καταστεί «πολίτες της TΔΒΚ» με πολιτικά δικαιώματα. Πρόκειται για κατάφωρη παρέμβαση στο σχηματισμό της πολιτικής βούλησης των Τουρκοκυπρίων. Με τις ενέργειες τους, η Τουρκική Δημοκρατία και η υποτελής της τοπική διοίκηση μετατρέπουν το βόρειο τμήμα της Κύπρου (που αποτελεί έδαφος της ΕΕ) σε ενδοχώρα της Τουρκίας, με στόχο να ματαιωθεί κάθε προοπτική να επανενωθεί η Κύπρος ως διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, κάτι που αποτελεί τη μόνη ρεαλιστική διευθέτηση του Κυπριακού.»
Νομικά επιχειρήματα
Σε αυτό το σημείο, θέλω να υπογραμμίσω ότι άλλο η παράνομη πολιτική του εποικισμού και η αλλαγή της δημογραφικής δομής που επιχειρεί η Τουρκία στα κατεχόμενα, και άλλο τα θεμελιώδη δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τα παιδιά του/της κάθε Κύπριου/ας πολίτη έχουν δικαίωμα στην κυπριακή ιθαγένεια, ανεξάρτητα με ποιον ή ποιαν παντρεύονται ή τεκνοποιούν οι γονείς τους. Δεν χωρούν διακρίσεις σε αυτό το δικαίωμα. Το δικαίωμα στην κυπριακή ιθαγένεια πηγάζει από το δίκαιο του αίματος (jus sanguinis) και όχι από το δίκαιο του εδάφους (jus soli). Έχουμε πλήρη επίγνωση ότι η αναθεώρηση του 2007 του Περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου προνοεί ότι οι διατάξεις του δεν εφαρμόζονται «σε περιπτώσεις όπου η είσοδος ή η παραμονή στην Κύπρο οποιουδήποτε των γονέων του εν λόγω προσώπου ήταν παράνομη», και καθορίζει τα κριτήρια, τα οποία οφείλει να λαμβάνει υπόψη το Υπουργικό Συμβούλιο, σε περίπτωση αίτησης για την κυπριακή ιθαγένεια. Κάθε αιτητής/ αιτήτρια οφείλει να πληροί ένα από τα εξής κριτήρια: Να έχει γεννηθεί κατά ή πριν τις 20.07.1974. Ο αλλοδαπός γονέας του/της να μην είναι Τούρκος. Ο γάμος των γονέων του να τελέσθηκε στο εξωτερικό οποτεδήποτε ή στην Κύπρο πριν από τις 10.07.1974. Ο/η Τουρκοκύπριος πατέρας/ μητέρα του αιτητή/αιτήτριας να είχε σχέσεις με Τούρκο υπήκοο ανεξάρτητα από τα γεγονότα του 1974 (λόγω σπουδών ή απασχόλησης εκτός Κύπρου) και τέλος, οι γονείς να κατοικούν στο μικτό χωριό Πύλα.
Είναι προφανές, πως με αυτό τον τρόπο, η Κυπριακή Δημοκρατία επιθυμεί να βάλει φραγμό στον παράνομο εποικισμό. Όμως, ο νόμος έχει αδυναμίες. Για παράδειγμα, αποκλείει το δικαίωμα στην ιθαγένεια αν ο γονιός είναι Τούρκος υπήκοος και από την άλλη -όπως διαπίστωσε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας για την Κύπρο (ECRI) στην τρίτη και την τέταρτη έκθεση της το 2006 και 2011 αντίστοιχα- θέτει νομικά εμπόδια σε Κύπριους πολίτες να παντρευτούν με Τούρκους υπηκόους. Η ECRI «ανησυχεί ιδιαίτερα ότι τα παιδιά πληρώνουν το τίμημα μιας ανεπίλυτης πολιτικής διαμάχης και διάκρισης που βασίζεται στην ιθαγένεια ενός από τους γονείς.» Επιπλέον, ένα άλλο προβληματικό σημείο είναι ότι, στις μέρες μας, πολλά παιδιά γεννιούνται εκτός του παραδοσιακού γάμου, άρα ο γάμος δεν πρέπει να είναι υποχρεωτικός για απόκτηση ιθαγένειας.
Η στέρηση της κυπριακής ιθαγένειας σημαίνει αυτόματα και στέρηση της ιθαγένειας της ΕΕ, διότι η μόνη ιθαγένεια κράτους μέλους της ΕΕ που μπορούν να αποκτήσουν οι Τουρκοκύπριοι είναι η κυπριακή. Είναι ενδεικτική η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην υπόθεση «Tjebbes», στην οποία κάνει αναφορά ο Επίτροπος Reynders στην απάντηση που μου έστειλε. Το Δικαστήριο κάνει σαφές ότι με την απώλεια της ιθαγένειας ενός κράτους μέλους, οι επηρεαζόμενοι έρχονται αντιμέτωποι με την απώλεια της ευρωπαϊκής ιθαγένειας. Συνεπώς, το θέμα εμπίπτει και στο δίκαιο της Ένωσης (Υπόθεση Tjebbes παρ. 32).
Πέραν, όμως των αδυναμιών του νόμου, είναι γεγονός, ότι με την στέρηση του δικαιώματος της ιθαγένειας σε Τουρκοκύπριους που γεννήθηκαν στα κατεχόμενα από μικτούς γάμους, πολύς κόσμος ωθείται στην ανιθαγένεια. Υπενθυμίζουμε ότι η ώθηση στην ανιθαγένεια απαγορεύεται ρητά τόσο από το Ευρωπαϊκό, όσο και από το Διεθνές δίκαιο. Το άρθρο 15 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ορίζει ρητά, ότι καθένας έχει δικαίωμα σε μια ιθαγένεια, και κανένας δεν μπορεί να στερηθεί αυθαίρετα το δικαίωμα του στην ιθαγένεια, ούτε το δικαίωμα του να αλλάξει ιθαγένεια. Η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δεσμεύει και την Κυπριακή Δημοκρατία. Το επιχείρημα ότι η ΚΔ δεν υπόγραψε τη Σύμβαση για την Ιθαγένεια του Συμβουλίου της Ευρώπης δεν δικαιολογεί τη στέρηση της ιθαγένειας, αφού την δεσμεύουν τόσο η Συμφωνία Λειτουργίας της ΕΕ, όσο και το διεθνές δίκαιο.
Είναι γεγονός ότι η Κυπριακή Δημοκρατία γενικά δεν διαχειρίζεται σωστά τα αιτήματα των Τουρκοκυπρίων για την κυπριακή ιθαγένεια. Αυτό είναι καταγεγραμμένο σε εκθέσεις της Επιτρόπου Διοίκησης της ΚΔ, Ελίζας Σαββίδου το 2011 και το 2015. Η έκθεση του 2011 αναφορικά με τον χειρισμό, από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, αιτήσεων Τουρκοκυπρίων για απόκτηση κυπριακής υπηκοότητας προτρέπει το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης να διασφαλίσει ολοκλήρωση των διαδικασιών έγκρισης ή την ενημέρωση των αιτούντων που δεν πληρούν τα κριτήρια. Η δε έκθεση του 2015 διαπιστώνει έλλειψη θέλησης και βούλησης χειρισμού του συγκεκριμένου ζητήματος.
Μάλιστα θεωρεί ότι «εύλογα μπορεί να δημιουργηθεί η εντύπωση στους επηρεαζόμενους ότι τυγχάνουν δυσμενούς μεταχείρισης λόγω της καταγωγής τους» (παρ 16. έκθεσης 2015).
Πολιτικά επιχειρήματα
Πολλοί είναι αυτοί που με επικρίνουν κάθε φορά που αγγίζω θέματα που αφορούν τους Τουρκοκύπριους. Πιστεύω ακράδαντα ότι για να εξασφαλίσουμε την προοπτική της επανένωσης της Κύπρου, έχει τεράστια σημασία να αγκαλιάσουμε την κοινότητα των Τουρκοκυπρίων. Σε μια εποχή που η Τουρκία προωθεί την δημογραφική αλλοίωση στα
κατεχόμενα, που δημιουργεί νέα δεδομένα επί του εδάφους και που προσπαθεί να ενσωματώσει τα κατεχόμενα, οφείλουμε να πολλαπλασιάσουμε τις προσπάθειες μας για λύση και επανένωση. Μια μεγάλη μερίδα Τουρκοκυπρίων βρίσκεται σε διαρκή διαμάχη με την Τουρκία και αντιδρά στις επιβολές της. Θεωρούν τους εαυτούς τους κομμάτι της Κύπρου και αρνούνται να γίνουν τουρκική επαρχία.
Αυτή την πραγματικότητα, δυστυχώς, μόνο το ΑΚΕΛ την κατανοεί και έχει επίγνωση της σημασίας της τουρκοκυπριακής κοινότητας για την επανένωση της Κύπρου. Η Κύπρος δεν έχει να κερδίσει τίποτα με την αποξένωση των Τουρκοκυπρίων. Αντίθετα, έχει να κερδίσει πολλά από την προσέγγιση των Τουρκοκυπρίων με τους Ελληνοκύπριους.
Η Κυπριακή Δημοκρατία οφείλει να κάνει σοβαρά ανοίγματα προς τους Τουρκοκύπριους, ιδιαίτερα αξιοποιώντας την ιδιότητα της ως κράτος- μέλος της ΕΕ. Μπορεί να κάνει πολλά για να βοηθήσει στην προσέγγιση των Τουρκοκυπρίων με την ΕΕ και αυτή είναι η καλύτερη συνταγή για την προοπτική της επανένωσης.
Γιατί, επανένωση της Κύπρου χωρίς Τουρκοκύπριους, yok!