«Εθνικισμός της μητέρας πατρίδας» και οι Τουρκοκύπριοι
γράφει στο peripteron.eu ο Νιαζί Κιζίλγιουρεκ, ευρωβουλευτής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκλεγμένος με το ΑΚΕΛ
Ο «εθνικισμός της μητέρας πατρίδας» είναι μια έννοια, την οποία ανάπτυξε ο πολιτικός επιστήμονας Rogers Brubaker και ανεξάρτητα από την ονομασία του, έχει ένα σαφές περιεχόμενο. Σαν το τριαντάφυλλο του Σαίξπηρ: Όπως και να ονομαστεί, πάντα τριαντάφυλλο μυρίζει…
Μιλάμε για μια επεκτατική πολιτική που αναπτύσσει ένα κράτος με αφορμή την ενσωμάτωση «ομοεθνών» που κατοικούν σε άλλα κράτη. Με άλλα λόγια, σε αυτή την αντίληψη του έθνους και του εθνικισμού, το έθνος υπερβαίνει τα σύνορα του κράτους και θεωρείται «φυσικό» να εξαπλωθεί για να «αγκαλιάσει» όλους τους «ομοεθνείς».
Όταν αναφερόμαστε σε αυτό το φαινόμενο, συνήθως στο μυαλό μας έρχεται η ναζιστική Γερμανία, η οποία προσάρτησε την Αυστρία και εισέβαλε στην Τσεχοσλοβακία στο όνομα της ενσωμάτωσης των «ομοεθνών». Ωστόσο, αυτός ο επεκτατικός εθνικισμός υπήρχε και πριν από τον Χίτλερ και πέραν της Γερμανίας. Πολλά κράτη εμπλάκηκαν σε πολέμους για να επεκτείνουν τα σύνορα του έθνους.
Η Κύπρος είναι μια χώρα στην οποία μονοπώλησε ιστορικά ο «εθνικισμός της μητέρας πατρίδας». Ποτέ δεν αναπτύχθηκαν κινήματα για ίδρυση κυπριακού κράτους. Τα πιο ισχυρά πολιτικά ρεύματα ήταν η Ένωση και Ταξίμ, δηλαδή ο ενωτικός εθνικισμός.
Τον 19ο αιώνα το σύγχρονο Ελληνικό κράτος ανάπτυξε τον εθνικισμό της «μητέρας πατρίδας» για να ενσωματώσει όλο το ορθόδοξο ελληνόφωνο πληθυσμό στην επικράτεια του. Οι Ελληνοκύπριοι υιοθέτησαν την «Μεγάλη Ιδέα» και κινητοποιήθηκαν για Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Μετά, όμως, την Μικρασιατική καταστροφή η Ελλάδα δεν είχε τη δύναμη να υλοποιήσει το όραμα των Ελληνοκυπρίων. Ούτε ο αγώνας της ΕΟΚΑ δεν έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Αντί της Ένωσης οδήγησε στην ανεξαρτησία, η οποία δυσαρέστησε την τεράστια πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων. Μόνο μετά που η Ένωση αποδείχτηκε «ανέφικτη» -όπως είπε και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος- οι Ελληνοκύπριοι αγκάλιασαν το ανεξάρτητο κυπριακό κράτος…
Στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα τα πράγματα είναι αλλιώς. Ο «εθνικισμός της μητέρας πατρίδας» που υιοθετήθηκε τη δεκαετία του 1950 συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ίσως το Ταξίμ να έχει χάσει τη δύναμη να κινητοποιεί τις μάζες, αλλά η εθνικιστική ελίτ έχει παραδοθεί πλήρως στη «μητέρα πατρίδα» και εξακολουθεί να επιμένει στη διχοτόμηση της Κύπρου. Η Τουρκία κτίζει από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα πάνω στους υπάκουους ηγέτες. Ο Βρετανός πρεσβευτής στην Άγκυρα, Τζέιμς Μπόουκερ σε ένα μήνυμά του προς το Λονδίνο στις 4 Φεβρουαρίου του 1958 ήταν πολύ εύστοχος: «Η Τουρκία, με υπάκουους (σ.σ Τουρκοκύπριους) ηγέτες και μια κοινότητα που ακολουθεί, γνωρίζει πολύ καλά ότι έχει ένα εξαιρετικό όπλο στα χέρια της για να σταματήσει οτιδήποτε δεν την ικανοποιεί στην Κύπρο.»
Σήμερα η Τουρκία ελέγχει τα πολιτικά πράγματα στην τουρκοκυπριακή κοινότητα. Μάλιστα τυχόν ηγέτες που δεν υπακούουν, είτε εμποδίζονται να έρθουν στην εξουσία, είτε ανατρέπονται. Όμως η Τουρκία δυσκολεύεται να ελέγξει πλήρως την τουρκοκυπριακή κοινότητα, που δεν ακολουθεί. Ιδιαίτερα όσον αφορά στην κουλτούρα και το «συμβολικό κεφάλαιο», οι Τουρκοκύπριοι παραμένουν κυρίαρχοι και βρίσκονται σε ένα αγώνα κουλτούρας. Δηλαδή υπεράσπισης της κυπριακής ταυτότητας τους και του -κοσμικού- τρόπου ζωής τους. Εξ’ ου και το σλόγκαν «αυτή η χώρα είναι δική μας- εμείς θα κυβερνήσουμε». Αυτός ο αγώνας είναι ταυτόχρονα και ένας αγώνας κατά του «εθνικισμού της μητέρας πατρίδας». Βεβαίως, οι Τουρκοκύπριοι, σε αντίθεση με τους Ελληνοκύπριους, δεν έχουν σήμερα ένα κράτος να αγκαλιάσουν. Σε αυτό το σημείο αποκτά μεγάλη σημασία η στήριξη της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ΕΕ προς τους Τουρκοκύπριους. Μόνο έτσι μπορούμε να ελπίζουμε για μια ενωμένη, ομοσπονδιακή Κύπρο. Μια τελική νίκη του τουρκικού «εθνικισμού της μητέρας πατρίδας» θα σημαίνει αφανισμό της τουρκοκυπριακής κοινότητας και ενταφιασμό της ομοσπονδιακής προοπτικής.
Ο «εθνικισμός της μητέρας πατρίδας» που μαστίζει τον κόσμο από τα τέλη του 19ου αιώνα και την αρχή του 20ου πρέπει επιτέλους να τερματιστεί. Στην σύγχρονη εποχή, όπου τα έθνη είναι πολυπολιτισμικά σχήματα, πρέπει να επικρατήσει η έννοια του πολίτη και όχι του «ομοεθνούς». Όπως πολύ σωστά λέει ο Αμίν Μαλούφ, «όταν οι άνθρωποι δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα δικαιώματά τους ως πολίτες χωρίς αναφορά στην εθνοτική ή θρησκευτική τους ιδιότητα, τότε σημαίνει ότι το έθνος μπήκε στο δρόμο της βαρβαρότητας…»