Υπάρχει πολιτικό Κέντρο στη χώρα;

Ενόψει των εκλογών, ένα μεγάλο στοίχημα για τις δυνάμεις του λεγόμενου προοδευτικού τόξου είναι η ενθάρρυνση των προγραμματικών συγκλίσεων προς τα Αριστερά.

Η πρώτη σκέψη κάνοντας μία «βουτιά» στην σύγχρονη πολιτική ιστορία της Ελλάδας είναι ότι το λεγόμενο Κέντρο δεν υπάρχει σήμερα στη χώρα μας. Τουλάχιστον με τα χαρακτηριστικά με τα οποία το είχαμε γνωρίσει από την εποχή της σύγκρουσης βενιζελικών-βασιλικών κι όπως αυτό εξελίχθηκε ως Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου στη συνέχεια μέχρι να φτάσουμε στη μεταπολίτευση, εκεί όπου ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, κυρίως τη δεκαετία του 1990, «χώρισαν» το κέντρο στη μέση, διαμορφώνοντας στοιχεία κεντροδεξιά και κεντροαριστερά αντίστοιχα. Έπειτα, μέσα στα μνημόνια και την οικονομική κρίση, ήρθε το Ποτάμι, ένα θολό θα λέγαμε ιδεολογικό σχήμα, το οποίο όμως μέσα στο ευρύτερο πολιτικό και κομματικό φάσμα, ήθελε να παίξει κι έπαιξε σε ένα βαθμό το ρόλο του κεντρώου κόμματος, ίσως σε μία πιο φιλελεύθερη εκδοχή («liberal» θα το χαρακτήριζαν οι Άγγλοι).

Ιστορικά, το πολιτικό Κέντρο έπαιξε σημαντικό ή ακόμα και πρωταγωνιστικό ρόλο όταν διατηρούσε ανοιχτό το μέτωπό του με τη Δεξιά. Κάθε φορά που επέλεγε αυτή την στρατηγική, κατέγραφε σημαντικές εκλογικές νίκες. Όντας σταθερό σε αυτή την επιλογή, το Κέντρο, παρά την ισχυρή παρουσία της Αριστεράς και τον σημαντικό ρόλο της στους πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες της εποχής, κατόρθωσε να κυριαρχήσει στον «ανένδοτο αγώνα» προδικτατορικά, ενώ στη μάχη για την «απαλλαγή από τη Δεξιά» μεταπολιτευτικά, ο κεντροαριστερός πόλος κατάφερε να επεκτείνει την εκλογική του απεύθυνση και να διαμορφώσει συνθήκες ιδεολογικής ηγεμονίας. Αυτά μέχρι να γίνει «δεκανίκι» της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, εξέλιξη που αποτυπώθηκε στη χώρα μας με τον εναγκαλισμό του ΠΑΣΟΚ με τη ΝΔ και τις πολιτικές της, ειδικά στην έναρξη της κρίσης, απ’όπου προέκυψε και ο διεθνής όρος «pasokification» – όρος που συνδέθηκε με την εκλογική καταβαράθρωση της άλλοτε κραταιάς κεντροαριστεράς.

Αυτήν ακριβώς την επιλογή του πολιτικού Κέντρου να βρεθεί ιστορικά απέναντι στη Δεξιά, η σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ φαίνεται ότι επιλέγει -προς το παρόν τουλάχιστον- να μην την ακολουθήσει. Προφανώς αντιλαμβάνεται και γνωρίζει την ιστορία, ωστόσο τείνει να επιλέξει μία άλλη οδό, αφήνοντας δυνητικά την πόρτα ανοιχτή για μετεκλογική συνεργασία και με τη ΝΔ και με τον ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτή η επιλογή διατηρείται ενεργή, ακόμα και μετά τη δήλωση του κ. Μητσοτάκη να χαρακτηρίσει «διχαστική» τη δράση του ΕΑΜ, διαγράφοντας με μια μονοκοντυλιά την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, μια πολιτική πράξη η οποία πιστώνεται αναμφισβήτητα στην πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Θα πει κανείς ωστόσο ότι άλλο είναι το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛΛ του 2023, άλλο το ΠΑΣΟΚ του 1982 και θα έχει δίκιο. Όπως άλλος ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ του 2015 κι άλλος ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ του 2023, παρότι σε αυτή την περίπτωση έχουν περάσει μόλις οκτώ χρόνια και έχουν μεσολαβήσει μόλις 3,5 χρόνια από την ήττα του στις εκλογές του 2019. Αν, δηλαδή, το ΠΑΣΟΚ του 1982 είναι «άλλο» ΠΑΣΟΚ από το σημερινό, τι να πουν και στον ΣΥΡΙΖΑ του 2015 σε σύγκριση με τον ΣΥΡΙΖΑ του 2023; Οι συνθήκες το 2015 ήταν εντελώς διαφορετικές σε σχέση με τη σημερινή συγκυρία, κι αυτή είναι μία πραγματικότητα που μάλλον δεν έχει ερμηνευτεί επαρκώς από την Κουμουνδούρου.

Στην αξιωματική αντιπολίτευση αναζητούν το Κέντρο, το «άνοιγμα» σε αυτό, χωρίς να υπάρχουν ούτε πρόσωπα, ούτε ιδέες που σήμερα να ταυτίζονται με το Κέντρο. Η λεγόμενη «κεντροποίηση» είναι μία διακριτή πολιτική στόχευση, αλλά δεν θα πρέπει να εξυπηρετείται κι από μία σειρά συγκεκριμένων πολιτικών προτάσεων; Είναι, δηλαδή, κεντροποίηση η αναφορά σε συγκεκριμένα βήματα για την αλλαγή του σημερινού οικονομικού και παραγωγικού μοντέλου; Είναι κεντροποίηση η προστασία της λαϊκής κατοικίας; Είναι κεντροποίηση η αποκατάσταση της ορθής λειτουργίας των θεσμών και του κράτους δικαίου; Ή μήπως τελικά όλα τα παραπάνω δεν είναι κεντροποίηση, αλλά προοδευτικές, ριζοσπαστικές και, εν τέλει, αριστερές προτάσεις;

Με δύο λόγια, από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ επιδιώκει να ερμηνεύει ορθά τις αλλαγές που συντελούνταν στο εκλογικό και το κοινωνικό σώμα και διεκδικεί την κυβερνητική εξουσία, οφείλει να αναδείξει τη διαχωριστική γραμμή Αριστερά/Δεξιά στις πολιτικές του επιλογές, διαμορφώνοντας πολιτικά διλήμματα που θα αναγκάζουν, θα υποχρεώνουν το πολιτικό Κέντρο να επιλέξει. Το ίδιο ισχύει και για το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛΛ, που ευελπιστεί να αποτελέσει την εναλλακτική επιλογή μεταξύ του διπόλου ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ, θέλοντας να εκφράσει το Κέντρο, να εκφράσει δηλαδή θέσεις και ιδέες που εκφράζουν την Αριστερά και αναδεικνύουν τα αδιέξοδα της Δεξιάς.

Ενόψει των εκλογών λοιπόν, ένα μεγάλο στοίχημα για τις δυνάμεις του λεγόμενου προοδευτικού τόξου είναι η ενθάρρυνση των προγραμματικών συγκλίσεων προς τα Αριστερά, η διαμόρφωση πολιτικών συμμαχιών με στρατηγικό βάθος και σταθερό προσανατολισμό. Αντιφατικές κι ασύνδετες επιλογές και κινήσεις μειώνουν τη δυναμική του χώρου και είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε μεγάλη εκλογική και ιδεολογική ήττα. Και σε αυτό το σενάριο, θα πάνε περίπατο και οι ριζοσπαστικές ιδέες και η ανασύσταση του Κέντρου – θα βγουν δηλαδή και οι δύο πλευρές -ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ- χαμένοι.

Δημήτρης Ραπίδης

πηγή: rosa.gr

Print Friendly, PDF & Email