“Θα θέλαμε να μιλήσετε με τους μαθητές μας….”

Δουλειά των συγγραφέων είναι να γράφουν βιβλία. Δεν θα συζητήσουμε τους λόγους για τους οποίους γράφουν ή για το εάν ζουν από την εργασία τους ή γράφουν για να περνά η ώρα τους. Θα αρκεστούμε στο απλό «οι συγγραφείς γράφουν για να διαβάσουν τα έργα οι αναγνώστες».

Οι εκδότες είναι οι επιχειρηματίες που εκδίδουν τα βιβλία για τους ίδιους λόγους: για να διαβαστούν. Ο οικονομικός κύκλος του βιβλίου περιλαμβάνει πλήθος επαγγελματιών που ζει από αυτή την εργασία. Τα κόστη της έκδοσης, δηλ. οι αμοιβές των συνεργατών, προμηθευτών, κλπ. επιβαρύνουν τους εκδότες οι οποίοι αποδίδουν στους συγγραφείς ποσοστά, τα λεγόμενα συγγραφικά δικαιώματα. Για να μην πολυλογώ, πρόκειται για τα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργών επί του έργου τους τα οποία υπολογίζονται βάσει των πωλήσεων. Αυτός είναι μέσες άκρες ο οικονομικός κύκλος του βιβλίου.

Η οικονομική κρίση, και τελευταία τα διαδοχικά lockdownλόγω κορονοϊού, άλλαξαν τα δεδομένα.

Τα προηγούμενα χρόνια, οι συγγραφείς παιδικής/νεανικής λογοτεχνίας, ως επί το πλείστον, όργωναν την επικράτεια, επιδοτούμενοι από τους εκδότες τους, το ΕΚΕΒΙ, τον φορέα που τους καλούσε, κλπ. για να συνομιλήσουν με μαθητές. Σήμερα δεν μετακινούνται. Λαμβάνουν όμως συνεχώς προσκλήσεις από σχολεία (κυρίως της Αβάθμιας, γιατί σ’ αυτή τη βαθμίδα χτίζεται η σχέση με την ανάγνωση), βιβλιοθήκες, ιδρύματα κ.ά. για να συζητήσουν διαδικτυακά κάποιο έργο τους από το γραφείο τους.

Ένα μεσημεράκι χτύπησε το τηλέφωνο.

-Γεια σας, κα Ντεκάστρο. Θα θέλαμε να μιλήσετε με τους μαθητές μας.

-Βεβαίως. Ποιο βιβλίο έχουν διαβάσει για να το συζητήσουμε;

-Κανένα. Θα σας πάρουν συνέντευξη βάση του βιογραφικού σας.

-Δηλαδή;

-Θέλουν να σας γνωρίσουν και να σας ρωτήσουν πολλά. Η συνέντευξη θα γίνει διαδικτυακά.

-Γιατί δεν έχουν διαβάσει κανένα βιβλίο;

-Καταλαβαίνετε τις δυσκολίες … το lockdown, η κρίση…

-……..

-Καλά, κάτι θα κάνουμε και θα σας ενημερώσουμε.

Είναι η διαδικτυακή επαφή ένας τρόπος συνάντησης χωρίς αμφιβολία, με την προϋπόθεση οι αναγνώστες να έχουν τα βιβλία και να τα έχουν διαβάσει.

Αν εξαιρέσουμε το ανεκδιήγητο συνέντευξη βάση του βιογραφικού, ξέρω ότι πολλοί συγγραφείς έχουν βρεθεί στην ίδια θέση. Όταν αναφερόμαστε στο θέμα της προμήθειας/ανάγνωσης βιβλίων μας από τους μαθητές οι λόγοι που επικαλούνται οι οργανωτές είναι οικονομικοί και πρακτικοί. Αποτέλεσμα: είτε το σχολείο κάνει πίσω προβάλλοντας τους λόγους που ανέφερα πιο πάνω, είτε ο/η συγγραφέας υποκύπτει, είτε το σχολείο κάνει κάτι. Τι; Σκαναρίσματα και φωτοτυπίες βιβλίων.

Χάριν μιας νεφελώδους ιδέας περί προώθησης της φιλαναγνωσίας διακινούνται με αυτή τη μέθοδο ολόκληρα βιβλία ή μέρη τους και οι δημιουργοί, παρά τις ενστάσεις τους στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις, το δέχονται σιωπηλά για την επίτευξη του καλού σκοπού. Οι εκδότες επίσης το γνωρίζουν και υποθέτω πως διαμαρτύρονται.

Τα βιβλία λοιπόν, τα οποία θεωρούνται μεν πνευματικά αγαθά, υπακούν δε στους νόμους της αγοράς, φτάνουν στους αποδέκτες τους παράνομα αφού παραβιάζονται οι ευρωπαϊκοί και οι ελληνικοί νόμοι περί πνευματικών δικαιωμάτων (βλ. δράσεις του ΟΣΔΕΛ -Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης Έργων του Λόγου, https://www.osdel.gr)., βάσει νόμου, την αποζημίωση το οποίο διασφαλίζει, βάσει νόμου, την αποζημίωση των δικαιούχων (δημιουργών και εκδοτών) για τις αναπαραγωγές που πραγματοποιούνται στα έργα τους από ιδιώτες για προσωπική χρήση.

Επιπλέον, κι αυτό είναι πολύ σοβαρό, η ελευθερία-ασυδοσία με την οποία διακινούνται τα πνευματικά αγαθά (γραπτά, εικαστικά, κ.ά.) εμπεριέχει την ουσιαστική υποτίμηση του έργου των δημιουργών, της μελέτης, της έρευνας, του χρόνου, της αφοσίωσης που απαιτείται για να ολοκληρωθεί οποιοδήποτε έργο.

Μιλώντας ειδικά για τα βιβλία, η αντίληψη Συγγραφείς, με τα έργα σας δίνετε πνευματική τροφή στους αναγνώστες, και εμείς (οι διάφοροι) διευκολύνουμε τη διάδοση των έργων σας όπως μπορούμε, είναι απαράδεκτη!

Έχουμε λοιπόν τα ακόλουθα τινά:

Πρώτον, μεταξύ άλλων, αφορά το «εγώ», τα ψυχολογικά, των συγγραφέων που νιώθουν πως χάνονται από τους αναγνώστες τους αν δεν βρεθούν έστω και στην επικαιρότητα του 40λεπτου που τους προσφέρει η επαφή με μερικές σχολικές τάξεις.

Προσωπικά ανθίσταμαι και σκέφτομαι πως δεν έχασε η Βενετιά βελόνι αν δεν μιλήσουν τα παιδια με την αφεντιά μου και επιμένω να έχει διαβάσει κάθε αναγνώστης το δικό του βιβλίο. Είναι δε προφανές ότι καταλαβαίνω πώς κινήθηκε το σχολείο, όχι γιατί αυξάνονται κατά τι οι πωλήσεις, αλλά επειδή το φανερώνουν οι κρίσεις, οι παρατηρήσεις και οι ερωτήσεις των συνομιλητών μου.

Δεύτερον μπλέκεται με την παιδαγωγική.

Εκτιμώ το εκπαιδευτικό έργο, άλλωστε προέρχομαι από αυτό τον χώρο. Πιστεύω λοιπόν ακράδαντα ότι η ενασχόληση με τη λογοτεχνία, και παιδαγωγικά μιλώντας, η επαφή με οποιονδήποτε συγγραφέα έχει νόημα όταν οι αναγνώστες τον έχουν διαβάσει. Διαφορετικά καταλήγουμε σε κουβέντες του τύπου «πόσο χρόνο παίρνει για να γράψετε ένα βιβλίο… πόσα βιβλία έχετε γράψει… ποιο είναι το αγαπημένο σας…». Πιστεύω πως και αυτές οι ερωτήσεις έχουν νόημα αν ο συγγραφέας τους δώσει περιεχόμενο μιλώντας για την ουσία της συγγραφικής δουλειάς. Αλλά δεν μπορούμε να σταθούμε μόνο σ’ αυτές.

Το τελευταίο, η παράνομη διακίνηση, επηρεάζει όλους τους εμπλεκόμενους, την αγορά, τη διακίνηση των ιδεών, τη μη καλλιέργεια αναγνωστικής συνήθειας και ανάπτυξης φιλαναγνωστικής συμπεριφοράς σε κάθε ηλικιακή ομάδα.

Όταν λοιπόν τα βιβλία κάθονται ήσυχα στα ράφια τους και περιμένουν τους αναγνώστες, δεν γίνεται δουλειά.

ΥΓ. Οι φορείς που συσπειρώνουν και εκπροσωπούν τους ανθρώπους του βιβλίου (Εταιρεία Συγγραφέων, Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά, Εταιρεία Λογοτεχνών, Πανελλήνια Ένωση Επαγγελματιών Μεταφραστών, κ.ά.), οι εικονογράφοι (που δεν αντιπροσωπεύονται από δικό τους σωματείο αλλά συμμετέχουν ατομικά σε κάποιους από τους φορείς), οι αντιπρόσωποι των εκδοτών και των βιβλιοπωλών, κρατικοί φορείς όπως το ΕΙΠ, το ΥΠΠΟΑ και τέλος το Υπουργείο Παιδείας ε, δεν μπορώ να φανταστώ ότι συνεχίζουν να κλείνουν τα μάτια!

της Μαρίζας Ντεκάστρο

πηγή: oanagnostis.gr

Print Friendly, PDF & Email