Οι καταστροφικότερες 100 ημέρες για τους… φίλους του Ντόναλντ Τραμπ

Εάν οι πρώτες 100 ημέρες του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία αποδείχθηκαν μία προς μία ένα δυσοίωνο προμήνυμα για τον κόσμο ολάκερο, ωστόσο δεν αποδείχθηκαν καλύτερες για πολλούς από τους μεγιστάνες του παγκόσμιου πλούτου, που προσέβλεπαν σε μία ακόμη επέκταση της παντοδυναμίας και της κερδοφορίας τους, χάρις στην πρόσδεσή τους στο άρμα του.

Πολλοί που ήλπιζαν πως μία πρόσκληση στο Μαρ-α -Λάγκο για να δηλώσουν υποταγή στον Τραμπ, εκείνοι που θεώρησαν πως μία γενναιόδωρη συνεισφορά στην προεκλογική του εκστρατεία θα τους άνοιγε ακόμη πιο διάπλατα τις πύλες του Παραδείσου, απογοητεύθηκαν οικτρά. Ακόμη και τρανοί ιδιοκτήτες των τεχνολογικών γιγάντων, όπως ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ, που αγόρασε μία κατοικία στην Ουάσινγκτον για να είναι πιο κοντά στον Λευκό Οίκο, ο Τζεφ Μπέζος που άλλαξε από την κορφή ως τα νύχια την εφημερίδα «Washington Post» για να είναι λιγότερο επικριτική απέναντι στον Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο, αλλά κι ο Τιμ Κουκ, ο οποίος του δώρισε 1 εκατ. δολάρια για να γιορτάσει την ορκωμοσία του, έμειναν μόνο με τις ελπίδες.

Όμως 100 ημέρες μετά την άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία, όλα τούτα τα μεγάλα κεφάλια των μονοπωλίων αρχίζουν να τα κτυπούν στον τοίχο, γιατί από τις ανερμάτιστες αποφάσεις και την αβάσιμη πολιτική των δασμών που ξεδίπλωσε ο λαϊκιστής πρόεδρος, το μόνο που εισέπραξαν οι εταιρείες τεχνολογίας είναι ιλιγγιώδεις απώλειες στο χρηματιστήριο. Μέσα σε μόλις τρεις μήνες, η συνδυασμένη χρηματιστηριακή αξία των Amazon, Apple, Google, Meta και Microsoft έχει μειωθεί κατά 14,6%, σύμφωνα με τους «New York Times».

Για τις εταιρείες τούτες, που εκφράζουν με τον πιο διάτορο τρόπο το παντοτινό (νεο)φιλελεύθερο του laissez faire-laissez passer και του λιγότερου κράτους, ο Τραμπ αυτοπροβλήθηκε ως ο κατάλληλος εκφραστής του, ως ο πολλά υποσχόμενος άνθρωπος που θα ακυρώσει τις προηγούμενες πολιτικές εποπτείας και περιορισμού της Τεχνητής Νοημοσύνης του Τζο Μπάιντεν.

Βέβαια, μετά πολλούς μήνες κολακείας και ευνοιοκρατίας, οι Αμερικανοί δισεκατομμυριούχοι του τεχνολογικού κλάδου μπορούν να επιχαίρουν ότι πήραν το αίμα τους πίσω απέναντι σε κάποιους από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς. Όπως φερ’ ειπείν, την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC), η οποία παρακολουθεί τις αντιανταγωνιστικές πρακτικές, την οποία ο Τραμπ εκκαθάρισε, απομακρύνοντας όλους τους Δημοκρατικούς από την διευθύνουσα επιτροπή κι αντικαθιστώντας την πρόεδρό της Λίνα Καν, γνωστή ως η γυναίκα που έκανε την GAFAM να τρέμει.

Μολαταύτα, αυτό δεν είναι αρκετό, ειδικά για την Google και τη Meta, οι οποίες εξακολουθούν να κατηγορούνται για αντιανταγωνιστικές πρακτικές και απειλούνται με διάλυση. Σε αυτό θα πρέπει να προστεθούν η πολιτική των δασμών, οι οποίοι εάν προκαλέσουν αντισταθμιστικά αντίποινα από τις άλλες χώρες θα καταφέρουν άλλο ένα πλήγμα στις μεγάλες αυτές εταιρείες. Οι αναλυτές είχαν προειδοποιήσει ότι οι μακροπρόθεσμοι αμοιβαίοι δασμοί και η επακόλουθη οικονομική αβεβαιότητα θα μπορούσαν να συρρικνώσουν τα κέρδη των τεχνολογικών εταιρειών έως και 25%, σύμφωνα με έκθεση της UBS. Αυτό θα σηματοδοτούσε μεγάλες απώλειες από τα σταθερά κέρδη που οι μετοχές των εταιρειών είχαν απολαύσει τα τελευταία χρόνια χάρη στην Τεχνητή Νοημοσύνη.

Φυσικά εκείνος που είχε, αντίθετα με όσα περίμενε, τις μεγαλύτερες απώλειες ήταν ο «Διόσκουρος» του Τραμπ στην αναθεωρητική κι επιθετική πολιτική του Τραμπ, ο Ίλον Μασκ. Ο οποίος είδε να πηγαίνουν χαμένα τα 290 εκατ. δολάρια που είχε διαθέσει για να επανεκλεγεί ο Τραμπ, μιας και παρά την ανάληψη του υπουργείου Αποδοτικότητας στη νέα διακυβέρνηση, η καθαρή περιουσία του έχει καταρρεύσει κατά 143 δισεκατομμύρια δολάρια από τις αρχές του 2025, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg Billionaires Index από τις 8 Απριλίου. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην απότομη πτώση των μετοχών της Tesla, η οποία επηρεάστηκε από το αμφιλεγόμενο έργο του Μασκ στην κυβέρνηση, τον αυξανόμενο ανταγωνισμό και τώρα, την απειλή των δασμών.

Οι μετοχές της Tesla υποχώρησαν κατά 28-33% και η κεφαλαιοποίησή της στην αγορά μειώθηκε κατά 376,6 δισεκατομμύρια δολάρια από την αρχή του έτους, μέχρι το κλείσιμο της αγοράς στις 9 Απριλίου, έχοντας σε μεγάλο βαθμό εξαλείψει τα κέρδη της μετά τις εκλογές. Ο Μασκ έχει δηλώσει ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να έχουν «σημαντικό» αντίκτυπο στην Tesla. Ο Μασκ, που έχει εμπλακεί σε αντιπαράθεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με τον αντίπαλο των δασμών Πίτερ Ναβάρο, ανακοίνωσε ότι θα παραιτηθεί από επικεφαλής του Υπουργείου και πλέον έχει αναδιπλωθεί κι επικεντρώνει την προσοχή του στην Tesla.

Ο Μασκ δεν όμως είναι ο μόνος δισεκατομμυριούχος που έχασε πολλά σε αυτή τη νέα εποχή Τραμπ. Συνολικά, οι περίπου 800 δισεκατομμυριούχοι της Αμερικής έχουν χάσει 300 δισεκατομμύρια δολάρια από τις 20 Ιανουαρίου. Στους δέκα κορυφαίους χαμένους (σε απόλυτους αριθμούς) περιλαμβάνονται επίσης ο Τζεφ Μπέζος της Amazon, ο Σεργκέι Μπριν της Alphabet και ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ της Meta: τρεις μεγιστάνες της τεχνολογίας που κατά τη διάρκεια της τελετής ορκωμοσίας κάθονταν στην πρώτη σειρά, ακριβώς πίσω από την προεδρική οικογένεια, και οι οποίοι έκτοτε έχουν χάσει 35 δισεκατομμύρια δολάρια, 26 δισεκατομμύρια δολάρια και 22 δισεκατομμύρια δολάρια, αντίστοιχα.

Αλλά κι αρκετοί άλλοι υποστηρικτές του Τραμπ έχουν επίσης δει πολλά δισεκατομμύρια να εξαφανίζονται από τα θησαυροφυλάκιά τους. Ο Λάρι Έλισον της Oracle -ο οποίος συναντήθηκε με τον πρόεδρο την επόμενη μέρα από την ορκωμοσία του στο πλαίσιο ενός σχεδίου για την ανάπτυξη υποδομών αξίας 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων που βασίζεται στην τεχνητή νοημοσύνη- είναι ο τρίτος μεγαλύτερος χαμένος των Αμερικανών, πίσω μόνο από τον Μασκ και τον Μπέζος, με 28 δισεκατομμύρια δολάρια. Ο Στίβεν Σουάρτζμαν, συνιδρυτής της Blackstone, ο οποίος αρχικά δήλωσε ότι δεν θα υποστήριζε την εκστρατεία του παλιού του φίλου για το 2024 κι αργότερα άλλαξε γνώμη, τώρα το μετανοιώνει καθώς έχασε 11 δισεκατομμύρια δολάρια.

Φυσικά, δεν είναι όλοι οι δισεκατομμυριούχοι στο κόκκινο, παρά τις ασταθείς αγορές. Ο Γουόρεν Μπάφετ -ο οποίος πριν από την ανακοίνωση των δασμών χαρακτήρισε τα μέτρα «τρόπον τινά, ως πράξη πολέμου»- διατήρησε σταθερή την Berkshire Hathaway, συγκεντρώνοντας ένα ρεκόρ συνολικού ύψους 334 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε μετρητά ή ισοδύναμα για λογαριασμό του ομίλου. Η έξυπνη πολιτική του του επέτρεψε χάρις στον Τραμπ, προσθέτοντας σχεδόν 20 δισεκατομμύρια δολάρια στην περιουσία του «Μαντείου της Ομάχα’. Άλλοι μεγάλοι νικητές περιλαμβάνουν τον Πίτερ Τίελ (+4,9 δισεκατομμύρια) και τον Aλεξάντερ Καρπ (+3,6 δισεκατομμύρια), των οποίων η εταιρεία δεδομένων τεχνητής νοημοσύνης Palantir είναι πλέον ο απόλυτος κυρίαρχος στη Γουόλ Στριτ, τ εν μέρει χάρη σε συμβάσεις με κυβερνητικές υπηρεσίες των ΗΠΑ στους τομείς της άμυνας και του λογισμικού. Τα τρία εν ζωή παιδιά του ιδρυτή της Walmart, Σαμ Γουόλτον (ο οποίος πέθανε το 1992), κέρδισαν τουλάχιστον 3 δισεκατομμύρια δολάρια το καθένα, καθώς ο υψηλός πληθωρισμός ώθησε τους καταναλωτές προς τον γίγαντα του λιανικού εμπορίου. Την περασμένη εβδομάδα, ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Νταγκ ΜακΜίλον συναντήθηκε με τον Τραμπ για να προσπαθήσει να τον μεταπείσει να μην επιβάλει δασμούς.

Και ενώ ο πρώην διευθύνων δύμβουλος της Microsoft, Στιβ Μπάλμερ -ο οποίος εξακολουθεί να οφείλει μεγάλο μέρος της περιουσίας του στις μετοχές του τεχνολογικού γίγαντα- έχει χάσει μέχρι στιγμής 8 δισεκατομμύρια δολάρια, ο ιδρυτής Μπιλ Γκέιτς έχει διαφοροποιήσει με επιτυχία τα περιουσιακά του στοιχεία και έχει δημιουργήσει ένα ευρύ χαρτοφυλάκιο, συμπεριλαμβανομένου ενός μεριδίου 35% στην εταιρεία διαχείρισης αποβλήτων Republic Services, το οποίο έχει αυξηθεί κατά 15%, καθιστώντας τον έναν από τους λίγους δισεκατομμυριούχους με κέρδη από τις 20 Ιανουαρίου.

Και για να έλθουμε στον ίδιον τον Τραμπ, η πολιτική του ως προέδρου έχει αποδειχθεί Mr Hyde για το alter ego του ως επιχειρηματία. Η περιουσία του Προέδρου έχει μειωθεί κατά 1,5 δισεκατομμύριο δολάρια από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του. Η πτώση κατά 35% των μετοχών της εταιρείας του, Trump Media & Technology Group -της μητρικής εταιρείας της Truth Social- είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερη από αυτή της αγοράς στο σύνολό της.

Ο Τραμπ παρακολουθεί από κοντά τις διακυμάνσεις της αγοράς. Στις 9 Απριλίου, στο Οβάλ Γραφείο, δείχνοντας τον δισεκατομμυριούχο- στέλεχος οικονομικού κλάδου Τσαρλς Σουάμπ αναφώνησε: «Αυτός σήμερα κέρδισε 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια». Στη συνέχεια στράφηκε στον επιχειρηματία της αυτοκινητοβιομηχανίας Ρότζερ Πένσκε και δήλωσε: «Αυτός κέρδισε 900 εκατομμύρια δολάρια». Όμως παρ’ όλο που οι περιουσίες και των δύο έχουν αυξηθεί, με τις απώλειες που συνοδεύουν την αλλοπρόσαλλη πολιτική των πρώτων 100 ημερών του Τραμπ, τα αποτελέσματα δεν είναι και τόσο ενθαρρυντικά. Γιατί ναι μεν ο Σουάμπ είναι πλουσιότερος απ’ ό,τι ήταν την τελευταία ημέρα της προεδρίας του Μπάιντεν, τούτη η αύξηση ήταν peanuts, όπως λένε οι Αμερικανοί: μόνο 375 εκατομμύρια δολάρια -ήτοι 3%. Απέναντί του ο Πένσκε είναι «φτωχότερος» -κατά 1,1 δισεκατομμύριο δολάρια.

Και όλα τούτα εν μέσω μίας τρομακτικής προοπτικής, η οποία συνδέεται με τους φόβους για μία παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση, στην οποία οδηγεί η πολιτική του Τραμπ. Οι πολύ πλούσιοι έχουν αρχίσει να ανησυχούν για τις αποδόσεις των εταιρειών τους, ιδίως όταν ο οίκος αξιολόγησης S&P Global Ratings, υποβάθμισε την πρόβλεψή του για το παγκόσμιο ΑΕΠ στο +2,7%, χαρακτηρίζοντας την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ «μία σεισμική μετατόπιση που έχει ταρακουνήσει τις αγορές, τροφοδοτώντας φόβους». Και, παρ’ όλο που ο S&P δεν προμαντεύει ύφεση για την ίδια την αμερικανική οικονομία, το Γραφείο Οικονομικής Ανάλυσης δεν είναι ιδιαίτερα αισιόδοξο σχετικά με την απόδοση της οικονομίας κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025. Το κυβερνητικό ερευνητικό κέντρο αναφέρει ότι το ΑΕΠ των Ηνωμένων Πολιτειών, σύμφωνα με τις προβλέψεις σε ετήσια βάση, μειώθηκε στο 0,3%, το χειρότερο αποτέλεσμα από το 2022, και η εκτίμηση έχει προκαλέσει την κατάρρευση των αγορών, μετά τις ταρακουνητικές κινήσεις των χρηματιστηρίων που έχουν πλέον γίνει σταθερά της κυβέρνησης Τραμπ.

Αν και σε διάφορες κομβικές θέσεις μέσα στην κυβέρνηση Τραμπ και στις διπλωματικές έδρες (όπως στη Βρετανία, την Ιταλία, τη Μέση Ανατολή) βρίσκονται 10 από τους πλουσιότερους επιχειρηματίες, που προσβλέπουν ότι χάρις στο «έργο» τους οι τομείς κι οι επιχειρήσεις τους θα ανθίσουν ακόμη περισσότερο, πλέον όλο και περισσότεροι μεγιστάνες «φίλοι» του Τραμπ έχουν αρχίσει να ανησυχούν για την ικανότητα του επιχειρηματία-προέδρου να πολιτευθεί με τρόπο που θα εξασφαλίζεται κι η δική τους κερδοφορία τους και κυρίως για τη σταθερότητα των αποφάσεών του, οι οποίες σαφώς και επηρεάζονται από την έωλη και θυελλώδη προσωπικότητά του.

Του Daniel Boris, ΗΠΑ