«Ο ριζοσπαστισμός είναι ο αληθινός πρωταγωνιστής της Μεταπολίτευσης»

Ενα πολύ φιλόδοξο εγχείρημα ανέλαβε ο δημοσιογράφος Διονύσης Ελευθεράτος με το 4ο κατά σειρά βιβλίο του, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Τόπος». Το «Μεταπολίτευση – Ενα βολικό “τέρας”» είναι ένα πανόραμα 460 σελίδων στο οποίο ακτινογραφούνται ο ριζοσπαστισμός, οι κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις, οι ιδέες και τα ιδεολογήματα, οι οικονομικές τάσεις, η κουλτούρα, τα μίντια, το σινεμά, τα αθλητικά θεάματα, ακόμη και το «σάουντρακ» της Μεταπολίτευσης από το 1974 μέχρι και το 1990 περίπου.

● Ποιο είναι το «τέρας» που αναφέρεις στον υπότιτλο του βιβλίου; Για ποιους είναι «τέρας» ή «κακιά πεθερά» η Μεταπολίτευση;

«Τέρας» χαρακτήρισε τη Μεταπολίτευση και τα «καταπιστεύματά» της το 2008 ο νυν πρόεδρος της Βουλής, Κώστας Τασούλας. Επιπλέον την παραλλήλισε με «Μινώταυρο», κάτι που ενέπνευσε τον Soloup όταν σκεφτόταν πώς να φιλοτεχνήσει το εξώφυλλο του βιβλίου. Οπως είδες, στον πρόλογο σταχυολογούνται παραπλήσιοι αφορισμοί. Πρωτοστατούν αρθρογράφοι και πολιτικοί που ανήκουν -ή ανήκαν μέχρι πρότινος- στα δύο κόμματα, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, τα οποία ιδρύθηκαν στη χαραυγή της Μεταπολίτευσης και έκτοτε κυβέρνησαν επί δεκαετίες. Οξύμωρο μεν, αλλά εξηγείται: δεν κάνουν «χαρακίρι», στηλιτεύουν κατά βάση τον ριζοσπαστισμό που αναπτύχθηκε στην ελληνική κοινωνία, στην πρώιμη Μεταπολίτευση.

● Τελικά «πέθανε» η Μεταπολίτευση κι αν ναι, πότε; Εσύ επιλέγεις να ασχοληθείς με την περίοδο μέχρι και το 1990. Εκεί κλείνει τελικά ο κύκλος της;

Αυτή είναι μία από τις δύο ή τρεις επικρατέστερες εκδοχές. Αλλο… μεγάλο «φαβορί» είναι το 1985 λόγω της εφαρμογής του «σταθεροποιητικού» οικονομικού προγράμματος εκ μέρους της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Την έννοια «Μεταπολίτευση» τη διαμορφώνουν πολλές παράμετροι. Κάποιες αφορούν κυβερνητικές επιλογές, άλλες κοινωνικές και πολιτικές δράσεις. Ορισμένες παραπέμπουν σε «ιδεολογικές ηγεμονίες». Με τόση ποικιλία αλληλένδετων στοιχείων φυσικό είναι να πρυτανεύουν διαφορετικά κριτήρια όταν πρέπει να προσδιοριστεί πότε έκλεισε ο κύκλος. Δεν μπορεί ν’ αμφισβητηθεί ότι έχει κλείσει, αλλά διαρκούν ενδιαφέρουσες συζητήσεις για το πόσο ζωντανά παραμένουν τα μεταπολιτευτικά «κληροδοτήματα». Και πόσο θελκτικά φαντάζουν ή όχι τα «ασημικά» της «κακιάς πεθεράς», για ν’ αναφερθώ σ’ ένα συμπλήρωμα του χαρακτηρισμού που θύμισες. Κατά τ’ άλλα, ναι, το βιβλίο επικεντρώνεται στα χρόνια έως το 1990, αλλά σε κάποια σημεία προχωρά κι άλλο. Ιδίως στο τελευταίο μέρος του όπου εξετάζονται ορισμένα διαχρονικά κατηγορητήρια σε βάρος του μεταπολιτευτικού «λαϊκισμού».

● Επεξεργάζεσαι μεγάλο όγκο στοιχείων και δεδομένων, από δημοσιεύματα εφημερίδων μέχρι στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Προφανώς αυτό σημαίνει μια δουλειά «αρχείου» σε βάθος χρόνου. Πόσο χρόνο απαίτησε η έρευνα και η συγγραφή της «Μεταπολίτευσης»;

Συνολικά, περίπου 3,5 χρόνια. Ορισμένα στοιχεία ήταν σχετικά εύκολο να βρεθούν, άλλα όμως χρειάστηκαν αρκετό, επαναλαμβανόμενο ψάξιμο. Οπως π.χ. ισολογισμοί και οικονομικά στοιχεία εταιρειών την εποχή του μεγάλου απεργιακού κινήματος στα εργοστάσια.

● Το αποτέλεσμα, όσο πρόλαβα διαγώνια να διατρέξω τις 460 σελίδες του βιβλίου, είναι τελικά το «πανόραμα» μιας περίπου δεκαπενταετίας από την πτώση της χούντας και εντεύθεν. Εχει την πολιτική, τους πολιτικούς, τα κινήματα, τη μουσική, το ποδόσφαιρο, το σινεμά της εποχής. Αλλά απ’ όλα αυτά ποιος είναι τελικά ο αληθινός «πρωταγωνιστής» της Μεταπολίτευσης;

Η Μεταπολίτευση διέθετε αρκετούς πρωταγωνιστές –φυσικά πρόσωπα. Αυτό όμως που ήθελα ν’ αναδείξω στο βιβλίο ήταν η κεντρική θέση του ριζοσπαστισμού της εποχής. Από τι επηρεαζόταν και τι επηρέαζε. Πώς «πλάστηκε». Πώς πρόταξε τις κοινωνικές ανάγκες, πώς οδήγησε σε «κοινωνικά συμβόλαια» που απείχαν αρκετά απ’ όσα ήταν διατεθειμένες αρχικά να παραχωρήσουν οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ. Αυτό σήμερα θεωρείται σοβαρότατο… παράπτωμα.

● Στο τελευταίο μέρος του βιβλίου βάζεις στο επίκεντρο την εργασία, την οικονομία και ιδιαίτερα τους θεμελιώδεις «μύθους» της πρώτης δεκαπενταετίας για το ποιος φταίει για τη «βιομηχανική παρακμή» της χώρας, από τη «σοσιαλμανία» μέχρι τους απεργούς και τους συνδικαλιστές. Τελικά αυτή την περίοδο φυτεύτηκαν οι σπόροι του νεοφιλελευθερισμού;

Οι αιτιάσεις αυτές φούντωσαν αργότερα, αλλά οι σπόροι -και μάλιστα στο χωράφι της εφαρμοσμένης πολιτικής- είχαν πέσει νωρίτερα. Επί των «πρωτο-νεοφιλεύθερων» της χούντας, για να θυμηθώ τον όρο του καθηγητή Ηλία Νικολακόπουλου. Μεταπολιτευτικά μπορούμε να διακρίνουμε τη συνέχεια της σποράς στην επιχειρηματολογία όσων κατηγορούσαν για «σοσιαλμανία» τον Καραμανλή το 1976. Ο εκνευρισμός τους ήταν από την πλευρά τους απολύτως κατανοητός, δοθέντος ότι διεθνώς δεν γινόταν απλώς σπορά, αλλά είχε αρχίσει η συγκομιδή καρπών.

Ας θυμηθούμε τη Χιλή του Πινοσέτ μετά το 1973. Τα ανεμολόγια ήταν καθαρά: όπως καλά θυμάσαι, το 1974 και το 1976 είχε απονεμηθεί το Νόμπελ Οικονομίας σε δύο μεγάλους γκουρού αυτής της «σχολής σκέψης», τον Αυστριακό Χάγεκ και τον Αμερικανό Φρίντμαν αντίστοιχα. Πάντως, μιας και αναφέρθηκες στη βιομηχανία, ας επισημάνουμε κάτι: οι σχετικές αντιπαραθέσεις στη μεταπολιτευτική Ελλάδα έδειχναν πόσο αδηφάγα ήταν η εγχώρια βιομηχανική ελίτ. Ωρυόταν πως το κράτος την εχθρευόταν, ενώ οι πάσης φύσεως κρατικές επιδοτήσεις έφτασαν το 1978 να αντιστοιχούν στο 75% των καθαρών κερδών του βιομηχανικού τομέα!

● Ηλικιακά είσαι και εσύ γενιά της Μεταπολίτευσης. Μετείχες στα κινήματα της περιόδου, έχεις μια συναισθητική σχέση με τον ριζοσπαστισμό της εποχής. Θα μπορούσε να σε επικρίνει κανείς ότι η υπεράσπιση της εποχής έχει και ένα στοιχείο ναρκισσισμού της γενιάς. Τι θα απαντούσες;

Οτι δεν υπερασπίζομαι γενικά μια εποχή. Δεν υπάρχουν εποχές με μονοσήμαντα, «μονολιθικά» χαρακτηριστικά, όπως δεν υφίστανται και γενιές ομοιογενείς και μονοδιάστατες. Στην ίδια την όχθη του μεταπολιτευτικού ριζοσπαστισμού διέκρινε κανείς διαμάχες, όπως και αρκετές σχηματοποιήσεις και απλουστεύσεις. Αυτό όμως που φιλοδοξώ να φανεί μέσα από την προσεκτική εξέταση των δεδομένων είναι ότι η ζωντάνια και ο δυναμισμός που χαρακτήρισαν για αρκετά χρόνια ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας υπήρξαν στοιχεία ευεργετικά.

Ας σκεφτούμε όμως κάτι: από το 1990 και μετά, με μικρά διαλείμματα, αίρονται ασταμάτητα σταθερές και κοινωνικά κεκτημένα της Μεταπολίτευσης. Τελικά αυτό το «μεταρρυθμιστικό» ξερίζωμα μας προσφέρει καλύτερη ζωή; Πόσοι το πιστεύουν; Σε πρόσφατη έρευνα του «Ετερον» οι ερωτώμενοι ανέδειξαν ως τη δεκαετία των περισσότερων και μεγαλύτερων λαθών το 2011-2020, όχι κάποια από το 1974 ώς το 1990.

Δυσκολεύομαι να υποθέσω ότι τους «αιχμαλώτισε» το παρελθόν, χωρίς να επενεργεί η ρέουσα πραγματικότητα. Σήμερα, διαβάζω, το 66% των ανθρώπων 17-27 ετών δηλώνει ότι ζει χειρότερα από τη γενιά των γονιών του. Γι’ αυτό φταίει η Μεταπολίτευση ή μήπως οι… τομές της «αντι-μεταπολίτευσης», που μας έχουν κάνει κόσκινο τα τελευταία 35 χρόνια; Ας τα ξανασκεφτούμε όλα αυτά.