Καταπίεση, αποκλεισμός και αντιστάσεις στις ΗΠΑ

Η ΑΛΛΗ ΑΜΕΡΙΚΗ
Καταπίεση, αποκλεισμός και αντιστάσεις στις ΗΠΑ

ΓΡΑΦΕΙ: Ο ΠΑΛΛΑΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ – ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ – ΑΝΑΛΥΤΗΣ – Α.Ε.J./I.F.J.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε μια ξεχωριστή ιστορι­κή στιγμή. Ο πόλεμος στο Ιράκ δεν έχει τέλος. Σκάνδαλα διαφθοράς γκρεμίζουν την εμπιστοσύνη στην Κυβέρνηση και στο σύστημα. Η στεγαστική αγορά κατέρρευσε με αποτέλεσμα πολλοί να χάσουν τα σπίτια τους, εταιρείες να οδηγηθούν σε πτώχευση και να ξεσπάσει η χειρότερη χρηματοπιστωτική κρίση μετά τα 1929. Ταυτόχρονα, επτά χρόνια πολιτικής «εθνικής ασφάλειας» οδήγησαν μια ανησυχητική απώλεια των ατομικών δικαιωμάτων και στη θεσμοθέτηση βασανιστηρίων. Η κρίση και ο φόβος οδηγούν σε όλο και πιο εχθρική στάση απέναντι στους μετανάστες και σε χωρίς προηγούμενο στρατιωτικοποίηση των συνόρων. Σε αυτό το πλαίσιο, η εκλογή του Ομπάμα στη θέση του νέου Δημοκρατικού προέδρου των ΗΠΑ αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό από πολλούς ανθρώπους που η πραγματικότητα της ζωής τους παραμένει αόρατη, παρότι έχουν επηρεαστεί περισσότερο από την κρίση. Αυτό αφορά κυρίως τους φτωχούς και τις «έγχρωμες» φυλετικές μειονότητες, που σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι μειονότητες.
Η ζωή στις πιο φτωχές γειτονιές των ΗΠΑ είναι εξαιρετικά δύσκολη και συνεχίζει να επιδεινώνεται. Ένα παράδειγμα είναι η νότια συνοικία του Λος Άντζελες, όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού είναι Λατινοαμερικάνοι. Εκεί, το 1992, έγινε μια από τις πιο σημαντικές εξεγέρσεις στις ΗΠΑ, όταν αθωώθηκαν από τους λευκούς δικαστές οι αστυνομικοί που σκότωσαν τον Ρόντνεϊ Κινγκ, έναν μαύρο οδηγό ταξί. Η εξέγερση ήταν η αντίδραση ενός απελπισμένου λαού απέναντι στην αστυνομική βία, αλλά ταυτόχρονα και η αντίδραση σε μια αφόρητη κατάστα­ση που σήμερα έχει επιδεινωθεί.
Μεγάλη ανεργία, μισθοί ολοένα και πιο χαμηλοί, υπερπληθυσμός, έλλειψη στέγης και ακριβά ενοίκια, φυλετικές διακρίσεις, συμμορίες, τοξικοεξάρτηση, άθλιο εκπαιδευτικό σύστημα ανύ­παρκτη υγειονομική περίθαλψη, υψηλά ποσοστά παχυσαρκίας και υποσιτισμός. Σε αυτήν ακριβώς τη γειτονιά αναπτύ­χθηκε το πιο σημαντικό αστικό αγρό­κτημα των ΗΠΑ: έξι εκτάρια που καλλιεργούνταν από 300 φτωχές οικο­γένειες, στην πλειοψηφία τους λατινο­αμερικάνικης καταγωγής.
Το αγρόκτημα Sur Central δεν ήταν μόνο μια εναλλακτική λύση ανεξαρτη­σίας αλλά και μια πηγή τροφίμων υψηλής ποιότητας σε χαμηλές τιμές. Επιπλέον οι αγρότες διατηρούσαν πα­ραδοσιακές μορφές καλλιέργειας φυ­τών παραδοσιακής ιατρικής και με φυσικούς σπόρους. Το αγρόκτημα ήταν ένας τόπος συμβίωσης μακριά από τη βία, τα ναρκωτικά, τις συμμορίες και τον ρατσισμό, ένα καταφύγιο όπου τα παιδιά μπορούσαν να παίζουν χωρίς φόβο και όπου διοργανώνονταν φεστι­βάλ και παραδοσιακές γιορτές. Όμως, ένα σύμπλεγμα πολιτικών και οικονομι­κών συμφερόντων οδήγησε στην κα­ταστροφή του αγροκτήματος, τον Ιούνιο του 2006, παρά τη δημιουργία ενός πλατιού κοινωνικού κινήματος για την υπεράσπιση του.
Η δημιουργία νέας σιδηροδρομικής γραμμής αύξησε την αξία της γης και των ακινήτων της περιοχής, ενώ πολι­τικοί και επιχειρηματίες που φρόντιζαν για τα κέρδη τους το κατέστρεψαν, με πρόθεση να κατασκευαστεί μια αποθή­κη για την εταιρεία ενδυμάτων Forever 21. Πρόκειται για ένα έργο που καταγγέλλεται από το Κέντρο Εργαζο­μένων και τους εργαζόμενους στο ένδυμα για παραβίαση των δικαιωμάτων των εργατών που είναι στην πλειονότητά τους μετανάστες και μετανάστριες. Το κέντρο είναι οργάνωση ανεξάρτητη, με οριζόντια δομή, που δραστηριοποιείται στο Λος Άντζελες, στην καρδιά της ακμάζουσας κλωστοϋφαντουργίας.
Είναι αρκετά γνωστή η παγκόσμια βιομηχανία μακιλαδόρα που μεταφέρεται από χώρα σε χώρα κυνηγώντας τα χαμηλότερα μεροκάματα. Όμως λίγη συζήτηση γίνεται για την εσωτερική βιομηχανία, η οποία εκμεταλλεύεται την αβεβαιότητα των μεταναστών εργατών (φόβος, άγνοια νόμων, δυσκολίες με τη γλώσσα, διώξεις των «χωρίς χαρτιά», απειλές και συνεχείς κακοποιήσεις για να μειώσει το κόστος παραγωγής χωρίς να μετακινείται σε άλλες χώρες.
Το Κέντρο Εργατών και Εργατριών στην ένδυση οργανώνεται για την καταπολέμηση αυτών των φαινομένων μέσα σε ένα πλαίσιο αυξανόμενης εχθρότητας, αλλά και ποινικοποίησης της μετανάστευσης.
Τα τελευταία χρόνια οι αντιμεταναστευτικοί νόμοι έχουν σκληρύνει. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να απελα­θούν τα τελευταία τρία χρόνια πάνω από 1.000.000 μετανάστες – τρεις φορές περισσότεροι από την προηγούμενη δεκαετία. Ταυτόχρονα, οι συνθή­κες διαβίωσης τους είναι πιο επισφα­λείς, γεγονός που διευκολύνει την εκμετάλλευση τους.
Εκατομμύρια άνθρωποι ζουν σε καθεστώς τρόμου. Είναι άφθονες οι ιστορίες μικρών παιδιών που μένουν έρημα στον δρόμο, όταν η migra (υπηρεσία μετανάστευσης) παίρνει τους γονείς τους. Ιστορίες οικογε­νειών που αξιωματικοί εισβάλλουν σπίτι τους κλωτσώντας τις πόρτες, απειλώντας με όπλα, συλλαμβάνοντας με χειροπέδες άτομα που το μόνο έγκλημα τους είναι ότι δουλεύουν. Ιστορίες τρόμου, ανθρώπων που χά­νουν όλα τα υπάρχοντα τους και απελαύνονται σε μια πόλη των συνό­ρων χωρίς δεκάρα. Ιστορίες κράτησης για μήνες ή χρόνια, υποχρεωτικές ενέσεις επικίνδυνων αντιψυχωσικών φαρμάκων – κατά παράβαση διεθνών νόμων για τα ανθρώπινα δικαιώματα – κατευθυνόμενες νομικές διαδικασίες, κακομεταχείριση και ταπεινώσεις από τις μεταναστευτικές αρχές. Εκατοντάδες άνθρωποι εξακολουθούν να πεθαίνουν κάθε χρόνο στην προσπάθεια διασχίσουν τα ολοένα και πιο στρατιωτικοποιημένα σύνορα. Σε αυτό το πλαίσιο οργανώσεις όπως η φιλοριζοσπαστική «Γη και Ελευθερία», στην Γης Αριζόνας, οργανώνουν τις αντιστάσεις των «από κάτω». Η οργάνωση ασχολείται με την καταπολέμηση ειδικών καταστάσεων, όπως οι επιδρομές της migra, που κρατούν τις κοινότητες σε κατάσταση τρόμου, αλλά κυρίως προσπαθεί να δημιουργήσει λογική συνείδηση δια μέσου της παιδείας και της συμμετοχής. Στην εκστρατεία ενημέρωσης για τα δικαιώματα προσθέτουν προγράμματα κοινοτικής αλληλεγγύης, επαναστατικής τέχνης και συλλογικής εκπαίδευσης. Παλεύουν να δώσουν εναλλακτικές λύσεις αυτονομίας στις κοινότητες που αποφασίζουν να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους, αντί να περιμένουν λύσεις από την κυβέρνηση ή τα κόμματα.
Άλλη ενδιαφέρουσα οργάνωση είναι η Kilombo στο Ντέρχαμ της Νότιας Καρολίνας. Η Kilombo είναι ένα 5 κέντρο στο οποίο οι «έγχρωμες κοινότητες», μετανάστες και μετανάστριες, εργάτες και σπουδαστές, ψάχνουν λύσεις για τα προβλή­ματα της καθημερινής τους ζωής και ταυτόχρονα συνδέονται με τα παγκό­σμια αντικαπιταλιστικά κινήματα. Η Kilo­mbo εμπνέεται από τον αγώνα των Ζαπατίστας και των πικετέρος της Αργεντινής, από τους Μαύρους Πάνθη­ρες, τα κιλόμπος και τους σιμαρόνες (κοινότητες σε αντίσταση από σκλά­βους που δραπέτευαν, ιθαγενείς και μιγάδες) κ.ά. Άξονες της οργάνωσης και της πάλης τους είναι οι ολομέλειες, οι συναντήσεις, η αυτονομία, η γνώση και ο λόγος. Το κέντρο έχει προγράμ­ματα εκπαιδευτικά (τμήματα αγγλικών, ισπανικών, αλφαβητισμού, υπολογι­στών), αθλητικά, ενημερωτικά για τα δικαιώματα, βιβλιοθήκη, ιατρείο, ράδιο, κοινοτικό αγρόκτημα, πρόγραμμα στέ­γης χαμηλού κόστους και ανεξάρτητες εκδόσεις.
Ένα από τα πιο σοβαρά προβλήμα­τα που αντιμετωπίζουν οι γειτονιές των φτωχών και των «έγχρωμων» στις ΗΠΑ είναι αυτό που ονομάζεται gentrification – ανάπλαση, «εξευγενισμός». Στο όνομα της «προόδου» μεμονωμένοι επενδυτές, πολυεθνικές εταιρείες και τοπικοί, κρατικοί και ομοσπονδιακοί πολιτικοί, υποχρεώνουν φτωχούς πλη­θυσμούς να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να μετακινηθούν μακριά από τις πηγές του εισοδήματος τους, κάτι που οδηγεί στην καταστροφή του κοινωνικού ιστού. Αυτή είναι και η περίπτωση του Σεγούντο Μπάριο, στο Ελ Πάσο του Τέξας, μιας γειτονιάς που γκρεμίστηκε για να χτιστεί εμπορικά κέντρο. Όπως εξηγούν οι διοργανωτές της αντίστασης, δεν ήταν μόνο η παλιότερη γειτονιά στο Ελ Πάσο αλλά και μια γειτονιά ζωντανή από κατοίκους, κυρίως μεξικανικής προέλευσης, που προσπαθούσαν να επιβιώσουν οικονο­μικά διατηρώντας την κουλτούρα και τη γλώσσα τους.
Το ίδιο πρόβλημα υπάρχει και στη Νέα Υόρκη, στο Ανατολικό Χάρλεμ. Η εταιρεία Dawne, με έδρα το Λονδίνο, αγόρασε το 2007 47 κτήρια για να τα μετατρέψει σε πολυτελείς κατοικίες, διώχνοντας φυσικά τους σημερινούς ενοικιαστές. Αντίστοιχα προβλήματα υπάρχουν στο Χάρλεμ από τη δεκα­ετία του 1990. Τον Δεκέμβριο του 2004, κάτοικοι υπό έξωση από πέντε κτήρια οργανώθηκαν και δημιούργησαν την «Κίνηση για Δικαιοσύνη στη Γειτονιά», που παλεύει ενάντια στις εξώσεις με καμπάνιες στα ΜΜΕ, μηνύσεις, διαδη­λώσεις και άλλες άμεσες δράσεις. Το 2006, τα μέλη της οργάνωσης αποφά­σισαν τις προτεραιότητες τους και τη στρατηγική του αγώνα τους. Τον Οκτώβριο του 2007 πραγματοποίησαν την πρώτη Συνάντηση της Νέας Υόρκης για την Ανθρωπότητα και Ενάντια στις Νεοφιλελεύθερες Εξώσεις, στην οποία συμμετείχαν οργανώσεις από όλη την πόλη που παλεύουν ενάντια στην gentrification. Τον Μάρτιο του 2008 το κίνημα ξεκίνησε μια διεθνή καμπάνια με στόχο τη σύνδεση του αγώνα τους με αντίστοιχες προσπάθειες σε άλλα μέρη του κόσμου.
Ένα άλλο μόνιμο και σοβαρό πρόβλημα που έχουν οι έγχρωμες κοινότητες, είναι η αστυνομική βία και οι κακοποιήσεις. Την 1η Ιανουαρίου του 2009, ομάδα λευκών αστυνομικών συνέλαβε τον νεαρό μαύρο Όσκαρ Γκραντ σε σταθμό του μετρό στο Όκλαντ της Καλιφόρνιας. Παρά τις μαρτυρίες των φίλων του αλλά και αρκετών πολιτών, οι αστυνομικοί τον έριξαν στο έδαφος, ένας τον ακινητοποίησε με το γόνατο και ένας άλλος έβγαλε το πιστόλι και τον σκότωσε. Το περιστατικό έγινε παρουσία πολλών μαρτύρων, καταγράφηκε σε δύο κινητά τηλέφωνα και ξεσήκωσε βίαιες διαδηλώσεις.
Σε απάντηση της βίας και του ρατσισμού των αστυνομικών δυνάμεων, έχουν δημιουργηθεί σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ οργανώσεις που ονομάζονται CupWalch (παρατηρητές της αστυνομίας). Τα μέλη τους περιπολούν στους δρόμους με βιντεοκάμερες, προειδοποιούν τους κατοίκους και οργανώνουν συλλογικές μορφές αντίστασης. Στο Λος Άντζελες, η CupWatch LA, με επιρροές από τους Ζαπατίστας και άλλα αυτόνομα κινήματα, συμμετέχει ένα δίκτυο οργανώσεων που ονομάζεται Αυτόνομες Επαναστατικές Κοινότητες και περιλαμβάνει κοινοτικά αγροκτήματα, παιδικούς σταθμούς και άλλα προγράμματα.
Η πολιτική βία συνοδεύεται από νομικές μορφές ποινικοποίησης της νεολαίας. Για παράδειγμα, οι νόμοι ενάντια στις συμμορίες απαγορεύουν τη συγκέντρωσή τους σε ορισμένες γεωγραφικές περιοχές. Το πώς καθορίζεται όμως ότι κάποιος είναι μέλος μιας συμμορίας γίνεται με εντελώς αυθαίρετο τρόπο, με αποτέλεσμα να ενοχοποιούνται συχνά νέοι άνθρωποι επειδή συζητούσαν με φίλους τους δημόσια οδηγούσαν ποδήλατο, φορούσαν ρούχα συγκεκριμένου χρώματος ή μιλούσαν στο τηλέφωνο. Αφθονούν οι ιστορίες επιθέσεων ενάντια σε έγχρωμους νέους. Στη Νέα ένας δεκαεξάχρονος έχει ήδη δύο φυλακιστεί, επειδή πέρασε στο μετρό ένα βαγόνι στο άλλο και επειδή δεν πέρασε από έλεγχο για να μπει σε ένα συγκρότημα κατοικιών. Αυτά συμβαίνουν σε νέους που υποτίθεται ότι έχουν δικαιώματα. Όμως οι μετανάστες χωρίς χαρτιά δεν έχουν κανένα δικαίωμα. Η «παράνομη» μετανάστευση έχει ποινικοποιηθεί. Το «έγκλημα» τιμωρείται όχι: απέλαση αλλά και με φυλάκιση που μπορεί να διαρκέσει για χρόνια. Τον Σεπτέμβριο του 2008, στο Πόστβιλ της Αϊόβα, 300 άνθρωποι συνελήφθησαν κατηγορούμενοι όχι μόνο για η μετανάστευση αλλά και για κλοπή ταυτότητας – μια κατηγορία που επισύρει πολύ σοβαρές ποινές. Η κατηγορία δεν θα μπορούσε να σταθεί στο δικαστήριο, αλλά οι πιέσεις και οι απειλές, η άγνοια των νόμων και η απουσία δικηγόρων, οδήγησαν την πλειονότητα των κατηγορουμένων να δηλώσουν ένοχοι, με αντάλλαγμα δήθεν μικρότερες ποινές – μέχρι δυο χρόνια φυλάκιση.
Γιατί όμως αυτή η ποινικοποίηση; Μέρος της απάντησης βρίσκεται στην πολιτική της «εθνικής ασφάλειας» που εφαρμόζεται στη χώρα μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001. Η υπηρεσία Μετανάστευσης και Πολιτογράφησης και Πολιτογράφησης (INS), που ανήκε Υπουργείο Δικαιοσύνης, διαλύθηκε το 2003 και οι υπηρεσίες της μεταφέρθηκαν στo Τμήμα Μετανάστευσης και Τελωνείων (ICE) που ανήκει στο Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας. Ο προϋπολογισμός των 6 δις που διατίθεται, είναι τεράστιος για τον μικρό αριθμό των τρομοκρατών που συνέλαβαν. Ο αγώνας λοιπόν ενάντια στην τρομοκρατία διευρύνθηκε ώστε να παρουσιάζονται οι εργαζόμενοι μετανάστες ως «απειλή για την εθνική ασφάλεια».
Σημαντικό στοιχείο είναι και η ιδιωτικοποί­ηση των φυλακών. Το αποκαλούμενο «βιομηχα­νικό συγκρότημα φυλακών» είναι μια βιομηχανία δισεκατομμυρίων δολαρίων, που προφανώς χρειάζεται πελάτες. Οι ΗΠΑ έχουν, αναλογικά, το υψηλότερο ποσοστό κρατουμένων στον κόσμο. Η ιδιωτικοποίηση δεν επιφέρει κέρδη μόνο μέσω των κρατικών πόρων. Πολύ πιο επικερδής είναι η εργασία των φυλακισμένων-σκλάβων που επιτράπηκε με τη 13η τροπολογία του συντάγματος. Οι κρατούμενοι, οι οποίοι για τον καπιταλισμό των ΗΠΑ είναι «κοινωνικό πλεόνασμα», αποτελούν ιδανική πηγή εργατικών χεριών. Σήμερα πολλές εταιρείες χρησιμο­ποιούν την εργασία των κρατούμενων που πληρώνονται με ένα τέταρτο του δολαρίου την ώρα. Είναι ένας σύνθετος μηχανισμός εκμε­τάλλευσης εκατομμυρίων ανθρώπων που δεν εντάσσονται στο σύστημα.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι αυτόνομοι αγώνες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Για πολλούς το σύστημα είναι τόσο πολύπλοκο και παράλογο, που δεν υπάρχει τρόπος να αλλάξει από τα πάνω. Οι μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης του Μπάρακ Ομπάμα δεν έχουν την πρόθεση, ούτε και είναι ικανές, να αναδιαρθρώσουν το σύστη­μα.
Για τις κοινότητες των «από κάτω» η μόνη βιώσιμη εναλλακτική λύση είναι η αυτόνομη οργάνωση και η σύνδεση τους με τους άλλους αγώνες στη χώρα και τον κόσμο.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική σελίδα www.ciepac.org

0 Απαντήσεις

Αφήστε ένα σχόλιο

Θέλετε να συμμετάσχετε στη συζήτηση?
Μη διστάσετε να συνεισφέρετε!

Αφήστε μια απάντηση