Η Νέα Δημοκρατία μετατρέπει το Ταμείο Ανάκαμψης σε μηχανισμό ενίσχυσης των λίγων και εκλεκτών
γράφει στο peripteron. eu ο Αλέξης Χαρίτσης, τομεάρχης Ανάπτυξης και Επενδύσεων της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ και βουλευτής Μεσσηνίας
Η πανδημία του κορονοϊού ανέδειξε τον κλονισμό των παλιών βεβαιοτήτων και μια σημαντική μετατόπιση στην πολιτική των κυβερνήσεων σε όλο τον κόσμο. Οι ενεργητικές δημόσιες πολιτικές και η ενίσχυση των κοινωνικών υποδομών αποδεικνύονται αναγκαία συνθήκη για την ανάσχεση της κρίσης που βιώνουμε και την ανασυγκρότηση των κοινωνιών μας. Η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση φαίνεται για πρώτη φορά να εγκαταλείπει το παλιό δόγμα της αυστηρής λιτότητας, αναζητώντας ένα νέο υπόδειγμα κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης.
Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι αποτέλεσμα αυτής ακριβώς της ιστορικής μεταβολής. Και υπό αυτή την οπτική αποτελεί ιστορική ευκαιρία για όλη την Ευρώπη και ιδιαίτερα για την Ελλάδα. Τα 32 δις που αναμένεται να λάβει η χώρα μας τα επόμενα χρόνια, σε συνδυασμό και με τα 40 δισ. του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για την περίοδο 2021-2027, μπορούν και πρέπει να χρησιμοποιηθούν ως εργαλείο για την αντιμετώπιση των άμεσων συνεπειών της κρίσης και για την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας. Στην κατεύθυνση ενός αναπτυξιακού μοντέλου που δεν θα αναπαράγει τις παθογένειες του παρελθόντος και θα διαχέει τα οφέλη του σε όλους.
Αυτή την ιστορική ευκαιρία, η κυβέρνηση της ΝΔ επιλέγει να την σπαταλήσει. Την στιγμή που η κοινωνία αγωνιά για το πώς θα διατεθούν τα κρίσιμα κονδύλια και αν θα βρουν το δρόμο τους προς την πραγματική οικονομία, η κυβέρνηση εργαλειοποιεί το Ταμείο Ανάκαμψης ως μηχανισμό ενίσχυσης συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων. Αντί να χρηματοδοτήσει, μέσω των δανείων 12.7 δισ. , τους πιο εξωστρεφείς, παραγωγικούς και υποσχόμενους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, επιλέγει να εφαρμόσει τραπεζικά κριτήρια στη δανειοδότηση. Αποτέλεσμα; Η συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων δεν θα έχουν πρόσβαση στα χρηματοδοτικά εργαλεία του Ταμείου. Ενώ για τις δυναμικές, καινοτόμες, νεοφυείς επιχειρήσεις, προβλέπονται μόνο 500 εκατ. ευρώ που θα διατεθούν μέσω της Αναπτυξιακής Τράπεζας.
Στο κυβερνητικό σχέδιο «Ελλάδα 2.0» βλέπουμε την αναπαραγωγή μίας λίστας έργων που σε καμία περίπτωση δεν συγκροτούν ολοκληρωμένο αναπτυξιακό σχέδιο με θετικό κοινωνικό αποτύπωμα. Απουσιάζουν οι κλαδικές πολιτικές: η βιομηχανία, ο αγροτικός τομέας, οι υπηρεσίες δεν χρήζουν ειδικού σχεδιασμού. Ενώ τεράστιο έλλειμα υπάρχει και στην περιφερειακή διάσταση. Σε μια χώρα με έντονες τις περιφερειακές ανισότητας, δεν γνωρίζουμε πως θα κατανεμηθούν οι επιχορηγήσεις σε επίπεδο Περιφερειών.
Παράλληλα, η κυβέρνηση δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει το Ταμείο Ανάκαμψης ως πολιορκητικό κριό για την προώθηση αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων. Έχουμε το θλιβερό προνόμιο της μοναδικής κυβέρνησης σε όλη την ΕΕ που συνέδεσε το Ταμείο Ανάκαμψης με αντικοινωνικά προαπαιτούμενα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αντιμεταρρύθμιση στα εργασιακά, που φέρνει την κατάργηση του οκταώρου, την πληρωμή των εργαζόμενων με ρεπό αντί για υπερωριακή αμοιβή και την ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης.
Τίποτα από όλα αυτά δεν είναι τυχαίο. Αυτό που οραματίζεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη ως αναπτυξιακό μοντέλο δεν είναι η συμπεριληπτική, βιώσιμη ανάπτυξη και η κοινωνική συνοχή. Αλλά η συμπίεση του κόστους εργασίας, οι χαριστικές διατάξεις σε μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, η προώθηση αποσπασματικών μεγάλων έργων, η δανειοδότηση των ισχυρών της φίλων και τον αποκλεισμό από την χρηματοδότηση όλων των υπόλοιπων. Για αυτό άλλωστε επέλεξε να προετοιμάσει το σχέδιό της για το Ταμείο Ανάκαμψης κυριολεκτικά εν κρυπτώ και να νομοθετήσει αποκλειστικά και μόνο με τροπολογίες της τελευταίας στιγμής. Τα πολιτικά κόμματα, η κοινωνία των πολιτών, τα επιμελητήρια, η τοπική αυτοδιοίκηση, οι παραγωγικές τάξεις της χώρας έμειναν εκτός σχεδιασμού, ακριβώς γιατί η κυβέρνηση σκοπεύει να υλοποιήσει το σχέδιο της ερήμην της κοινωνίας.
Στον αντίποδα της κυβερνητικής πολιτικής, στον ΣΥΡΙΖΑ ανοίξαμε την συζήτηση για τις κρίσιμες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα μας, απευθυνόμενοι στην ελληνική κοινωνία. Όλο το προηγούμενο διάστημα, καταθέσαμε δημοσίως ολοκληρωμένες προτάσεις για το νέο ΕΣΥ, για την δίκαιη και βιώσιμη επανεκκίνηση της οικονομίας, για την κλιματική κρίση, για την εργασία που βάζουμε στο επίκεντρο της νέας αναπτυξιακής προσπάθειας.
Ενώ για το Ταμείο Ανάκαμψης, παρουσιάσαμε μια συνεκτική στρατηγική, που απαντά στις σημερινές ανάγκες της κοινωνίας μας, έχοντας το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη μέρα. Μια πρόταση που στοχεύει σε ένα διαφορετικό αναπτυξιακό υπόδειγμα για την χώρα μας. Στην ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής και της ανθεκτικότητας, με γενναίες επενδύσεις στις δημόσιες υποδομές όπως στον τομέα της υγείας και στην ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη. Στην γενναία επένδυση στην έρευνα και την καινοτομία και στην στήριξη μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων ως μέρος του συνολικού σχεδίου για οικολογικό και τεχνολογικό μετασχηματισμό της παραγωγής. Στην ανάκαμψη δια της καινοτομίας και στην βιώσιμη ανάπτυξη δίχως αποκλεισμούς.
Σήμερα λοιπόν θα είμαστε παρόντες για να προτείνουμε και να ελέγξουμε. Και αύριο, ως η επόμενη προοδευτική κυβέρνηση της χώρας, θα ανακατευθύνουμε και θα αξιοποιήσουμε πλήρως αυτά τα κονδύλια όχι για να εξυπηρετήσουμε τις ορέξεις συγκεκριμένων συμφερόντων, αλλά για να υπηρετήσουμε την ζωτική απαίτηση της ελληνικής κοινωνίας για δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη.