ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΗΣ ΜΑΝΤΙΛΑΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ

Μιλήσαμε με τον Νάελ Αλ Κασίς που διατηρεί το τελευταίο εργοστάσιο παλαιστινιακής μαντίλας στη Χεβρώνα της Δυτικής Όχθης.
Το νούμερο που έπρεπε να καλέσω είχε κωδικό Παλαιστίνης +970. Το τηλέφωνο χτυπούσε τώρα στη Δυτική Όχθη. Στην άλλη άκρη της γραμμής θα μου συστηνόταν ο Νάελ.

Ο Νάελ Αλ Κασίς βρίσκεται ανάμεσα σε παραγγελίες από όλο τον κόσμο, επικοινωνία με προμηθευτές, ένα βαρύ φορτίο επιπλέον προβλημάτων εξαιτίας του πολέμου με το Ισραήλ, αγωνιώδη παρακολούθηση ειδήσεων, προσπάθειες για επικοινωνία με φίλους στη Γάζα, θρήνο και θυμό. Δεν διστάζει όμως ούτε για μια στιγμή να βρει χρόνο για τη συνέντευξή μας.

“Είναι ανάγκη να μιλάμε, πρέπει επειγόντως να κρατήσουμε την Παλαιστίνη ενωμένη με τον έξω κόσμο”.

Ταξιδεύουμε νοερά στο τελευταίο εργοστάσιο στην Παλαιστίνη που υφαίνει χειροποίητες παλαιστινιακές μαντίλες – το ασπρόμαυρο σύμβολο που τυλιγμένο γύρω από πρόσωπα και γροθιές, από άκρη σ’ άκρη στον κόσμο σημαίνει την αντίσταση και τον αγώνα για δικαιοσύνη για μια ελεύθερη χώρα που θα λέγεται “Παλαιστίνη”.

“ΤΟ MADE IN PALESTINE ΕΙΝΑΙ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ ΜΑΣ”

Στη Δυτική Όχθη, στη Χεβρώνα, είναι 7 το πρωί και οι εργάτες ζεσταίνουν τις βαριές, παλιές μηχανές που έχουν ράψει εκατοντάδες χιλιάδες παλαιστινιακές μαντίλες, ή αλλιώς κεφίγια, στον βίο τους. Στο εργοστάσιο των αδερφών Hirbawi που ιδρύθηκε το 1961 από τον πατέρα τους, ο θόρυβος τώρα γίνεται εκκωφαντικός και οι 15 άντρες εργάτες επικοινωνούν με τη γλώσσα του σώματος όταν σπάνια σηκώνουν τα μάτια τους από τις πολύχρωμες κλωστές που μπλέκονται ρυθμικά.

Πορτραίτα του ιστορικού Παλαιστίνιου ηγέτη Γιασέρ Αραφάτ κρέμονται στους τοίχους. Ο Αραφάτ, που πέθανε σαν σήμερα, 11 Νοεμβρίου 2004, δεν εμφανιζόταν ποτέ δημόσια χωρίς την παλαιστινιακή του μαντίλα. Ήταν αυτός που από ένα κομμάτι ύφασμα, την κατέστησε ένα παγκόσμιο ισχυρό πολιτικό σύμβολο. Μάλιστα, ο μύθος λέει ότι ο Αραφάτ έριχνε πάντα την κεφίγια του στον δεξί ώμο έτσι ώστε να σχηματίζεται ο χάρτης της Παλαιστίνης αλώβητος, όπως έστεκε πριν το 1948 και την ισραηλινή κατοχή.

Η παλαιστινιακή μαντίλα είχε πρωτίστως χρηστική αξία αφού οι αγρότες την φορούσαν για να προστατευτούν από τον ήλιο και τις αμμοθύελλες. Στη Μεγάλη Αραβική Εξέγερση στην Παλαιστίνη (1936-1939) εναντίον της βρετανικής αποικιοκρατίας (1917-1948), το παλαιστινιακό μαντίλι φοριέται για πρώτη φορά από εξεγερμένους που ήθελαν να καλύψουν τα πρόσωπά τους από τους Βρετανούς στρατιώτες. Ξαφνικά, Παλαιστίνιοι από όλες τις κοινωνικές τάξεις ενώνονται γύρω από την παλαιστινιακή μαντίλα και την φοράνε μαζικά για να προκαλέσουν σύγχυση στους στρατιώτες που δεν ξεχωρίζουν πια ποιους πρέπει να συλλάβουν.

Τριάντα χρόνια αργότερα, το 1967, μετά τον αραβοϊσραηλινό Πόλεμο των Έξι Ημερών, το Ισραήλ απαγορεύει την παλαιστινιακή σημαία και την επίδειξη των χρώματών της. Η παλαιστινιακή μαντίλα γίνεται η ανεπίσημη σημαία των Παλαιστινίων. Παράλληλα, ευφάνταστα αντικείμενα υψώνονται ως σύμβολα αντίστασης με πιο χαρακτηριστική τη φέτα από καρπούζι που φέρει τα χρώματα της απαγορευμένης σημαίας ενώ οι γυναίκες που απλώνουν την μπουγάδα στα μπαλκόνια, βάζουν επίτηδες δίπλα-δίπλα ρούχα σε χρώματα μαύρο, κόκκινο, πράσινο και λευκό.

Πίσω στη βιοτεχνία Hirbawi, κάποιες άλλες γυναίκες βάζουν τις τελευταίες χειροποίητες πινελιές στις κεφίγια, αλλά σε διαφορετικά δωμάτια, μακριά από τους άντρες. Ο Νάελ μού διευκρινίζει ότι “στη Χεβρώνα οι άνθρωποι είναι λίγο πιο παραδοσιακοί και συντηρητικοί και αυτό αντανακλάται και στην εργασία”.

Η επιχείρηση, το 2008, βρέθηκε ένα βήμα πριν την πτώχευση και το λουκέτο, έχοντας έναν τελευταίο και μοναδικό εργάτη.

“Τη δεκαετία του ’90, υπήρχε μια δυναμική βιομηχανία με πολλούς παραγωγούς και μικρά εργαστήρια αφιερωμένα στην ύφανση της παλαιστινιακής μαντίλας. Αν και δεν υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία, θα έλεγα ότι στο αποκορύφωμά της, υπήρχαν 100 οικογενειακές επιχειρήσεις που ζούσαν από αυτό το εμβληματικό ένδυμα. Στις αρχές του 21ου αιώνα όμως, έκλειναν ο ένας πίσω από τον άλλον εξαιτίας οικονομικών και πολιτικών πιέσεων” λέει ο 41χρονος Νάελ.

Του ζητάω να μου εξηγήσει περαιτέρω αυτές τις οικονομικές και πολιτικές πιέσεις:

“Οι Συμφωνίες του Όσλο (1993, 1995) και το Πρωτόκολλο του Παρισιού περιόρισαν την οικονομική αυτονομία των Παλαιστίνιων ευνοώντας τις εισαγωγές έναντι των τοπικών βιοτεχνιών. Οι οικονομικές πιέσεις ήταν μεγάλες γιατί οι ντόπιοι παραγωγοί δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν τα φθηνά εισαγόμενα προϊόντα από την Κίνα. Περιμέναμε από την Παλαιστινιακή Αρχή (PA) να προστατεύσει εμβληματικά προϊόντα όπως η κεφίγια, αλλά δυστυχώς αυτό δεν συνέβη. Δεν υπήρξε κάποιο όραμα” απαντάει ο Νάελ.

“Προώθησαν τις εισαγωγές γιατί τους απέφεραν άμεσα έσοδα από τους τελωνειακούς δασμούς ενώ αντιθέτως οι τοπικοί παραγωγοί δεν συνεισέφεραν και τόσο πολύ στους φόρους. Είναι σημαντικό να πούμε ότι την εποχή εκείνη, οι Παλαιστίνιοι έπρεπε να πληρώνουν φόρους στις ισραηλινές Αρχές χωρίς να έχουν κανέναν λόγο στο πώς χρησιμοποιούνται τα χρήματά τους. Έτσι, κατά τη διάρκεια της Ιντιφάντα, πολλές παλαιστινιακές επιχειρήσεις αρνούνταν κατηγορηματικά να πληρώσουν φόρους υιοθετώντας το σύνθημα: ‘καμία φορολόγηση χωρίς εκπροσώπηση’ (‘no taxation without representation’). Ας έχουμε υπόψη ότι το κόστος παραγωγής στην Παλαιστίνη είναι πολύ υψηλό λόγω της πολιτικής κατάστασης – δεν έχουμε έλεγχο των συνόρων μας και βασιζόμαστε στα ισραηλινά σύνορα για την εισαγωγή πρώτων υλών αλλά και για τις εξαγωγές μας στις οποίες επιβάλλουν εκτεταμένους ελέγχους. Τελικά, πάρα πολλές επιχειρήσεις που επεξεργάζονταν δέρμα, έφτιαχναν παπούτσια, έπιπλα ή παλαιστινιακές μαντίλες, έκλεισαν. Οι εργάτες αναγκάστηκαν να ψάξουν δουλειά στο Ισραήλ εντείνοντας την εξάρτησή μας από την ισραηλινή οικονομία.”

Το τελευταίο εργοστάσιο παλαιστινιακής μαντίλας, όμως, των αδερφών Hirbawi ήταν αποφασισμένο να επιβιώσει σε πείσμα κάθε αντιξοότητας. Πώς τα κατάφερε;

ΧΑΡΗ ΣΤΗΝ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

Παλαιστίνιοι της διασποράς έφτιαξαν το 2008 τη σελίδα “The Last Keffiyeh” (Η τελευταία κεφίγια) στο Facebook, κάνοντας διεθνή έκκληση να στηριχτεί το εργοστάσιο ώστε να μην σβήσουν για πάντα οι μηχανές του και χαθούν μαζί τους θέσεις εργασίας, μια παράδοση και ένα ταυτοτικό σύμβολο εξέχουσας σημασίας για τους ανθρώπους της Παλαιστίνης.

Και ο κόσμος νοιάστηκε και ανταποκρίθηκε σώζοντας την οικογενειακή επιχείρηση που σήμερα προσφέρει εργασία σε πάνω από 25 εργαζομένους.

Ο Νάελ ήταν τότε φοιτητής στη Γερμανία και έβλεπε τις απομιμήσεις της μαντίλας “Made in China” να πωλούνται μαζικά από πολυεθνικές ενδυμάτων. Ήταν πεπεισμένος ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με αυτή την πολιτισμική οικειοποίηση (cultural appropriaton) και εκμετάλλευση του συμβόλου που συνδέεται με τους αγώνες ενός ολόκληρου λαού. Αποφάσισε να επικοινωνήσει με τους αδερφούς Hirbawi και τους πρότεινε να στήσει το site τους στα αγγλικά για εξωστρέφεια και προσέγγιση του διεθνούς κοινού.

“Το αφήγημα του Ισραήλ είναι ότι η Παλαιστίνη ήταν μια γη χωρίς ανθρώπους πριν τη μετανάστευση των Εβραίων. Για εμάς, λοιπόν, ήταν και είναι πάντα κρίσιμο να υποστηρίζουμε τη βαθιά ριζωμένη σχέση με τον τόπο μας. Οι παραδόσεις δεν είναι απλώς λείψανα του παρελθόντος. Είναι ζωντανές πτυχές του παλαιστινιακού πολιτισμού. Ο χορός dabka, για παράδειγμα, έχει ενωθεί με σύγχρονα στυλ και το παραδοσιακό παλαιστινιακό κέντημα, το tatreez, έχει βρει τον δρόμο του στα καθημερινά μας ρούχα. Το ‘Made in Palestine’ είναι μέρος του αγώνα μας για το παρόν και το μέλλον μας.”

Η οικογενειακή επιχείρηση ήταν συνηθισμένη να πουλάει περίπου 100 μαντίλες τον μήνα τα τελευταία χρόνια ενώ η ζήτηση αυξανόταν παραδοσιακά τα Χριστούγεννα που ο κόσμος τις προτιμούσε για την εθιμοτυπική ανταλλαγή δώρων.

Από τις 7 Οκτωβρίου όμως, όταν και ξεκίνησε ο πόλεμος μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης, μέχρι και το τέλος του ίδιου μήνα, η επιχείρηση Hirbawi ξεπούλησε κυριολεκτικά μέχρι και την τελευταία μαντίλα που είχε στο στοκ της. Συνολικά πωλήθηκαν 18.468 παλαιστινιακές μαντίλες μέσα σε 25 ημέρες.

“Δεν έχει ξανασυμβεί αυτό στην ιστορία μας” λέει ο Νάελ. “Οι περισσότερες μαντίλες ταξίδεψαν στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο ενώ ακολουθεί η Γερμανία. Η αλληλεγγύη και η στήριξη του κόσμου από όλες τις χώρες είναι απερίγραπτα ενθαρρυντική και συγκινητική σε αντίθεση με τις κυβερνήσεις τους.”

Όλα τα έσοδα προσφέρθηκαν από την Hirbawi στη μη κερδοσκοπική οργάνωση ιατρών, Palestine American Medical Association (PAMA), προκειμένου να ενισχυθεί η ανθρωπιστική βοήθεια στη Γάζα.

“ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΤΕ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ”

Γύρω στις 9 οι εργάτες κάνουν το πρώτο διάλειμμα της ημέρας για τσάι. Τα μάτια τους δεν ξεκολλάνε τώρα από τις ειδήσεις. Βομβαρδισμοί, δικοί τους άνθρωποι νεκροί, περισσότεροι νεκροί, απαγορεύσεις διαδηλώσεων υπέρ της Παλαιστίνης σε ευρωπαϊκές χώρες που ο κόσμος όμως τις αψηφά, απαγόρευση της παλαιστινιακής μαντίλας στα σχολεία στο Βερολίνο, πρόστιμο σε πολίτες στη Γαλλία που την φορούν σε ένδειξη αλληλεγγύης, ακόμα και μια σύλληψη στη χώρα μας 22χρονου που ύψωσε στο Σύνταγμα την παλαιστινιακή σημαία δίπλα στην ελληνική.

“Κάθε αναφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα των Παλαιστινίων διακόπτεται αμέσως για να μιλήσουν για το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα. Η μαζική δολοφονία των παιδιών μας κρίνεται ως ‘αναγκαίο κακό’. Δεν αντέχεται άλλο αυτό. Είναι σκέτη τρέλα” λέει ο Νάελ.

“Παρακολουθούμε ασταμάτητα τι συμβαίνει στη Γάζα. Είμαστε σαν ζόμπι, κοιμόμαστε ελάχιστα και είμαστε όλη μέρα πάνω από το Al Jazeera και τα social media. Δεν μου φτάνουν οι λέξεις για να σου πω πώς νιώθουμε. Θυμός, πόνος, αγανάκτηση… Ακροβατούμε ανάμεσα στην απόγνωση και την ελπίδα. Είναι σαν να είμαστε σε ένα καρουζέλ τρόμου και κάθε στροφή μάς αποκαλύπτει κάτι ακόμα πιο τρομακτικό.”

Η Χεβρώνα δεν βρίσκεται στο στόχαστρο των βομβαρδισμών όπως η Γάζα αλλά και εκεί η ατμόσφαιρα είναι αυτές τις μέρες συγκρουσιακή, με τους Ισραηλινούς εποίκους να δρουν σαν άλλοι στρατιώτες, φορώντας συχνά ακόμα και στρατιωτικά ρούχα.

“Η επιθετικότητα των εποίκων έχει αυξηθεί δραματικά. Τώρα, όπως και εσείς στην Ελλάδα, έτσι και εμείς εδώ μαζεύουμε τις ελιές μας. Οι έποικοι, λοιπόν, επιτίθενται συχνά σε αγρότες, καίνε ελαιόδεντρα, κλέβουν τη σοδειά και απελευθερώνουν λύματα στα χωράφια μας προκειμένου να τα καταστρέψουν. Οι ενέργειές τους θυμίζουν αποικιοκράτες. Η κατάφωρη περιφρόνησή τους για τη γη επιβεβαιώνει ότι δεν τους ανήκει γιατί δεν την πονάνε” λέει ο Νάελ που έχει ζήσει 30 χρόνια στη Δυτική Όχθη.

Πριν 9 χρόνια γεννήθηκε η κόρη του, η Μέριεμ. Στο βίντεο που μου στέλνει, το κορίτσι με τα πυκνά, μακριά μαύρα μαλλιά έχει ήδη τυλιγμένη στον παιδικό της λαιμό την παλαιστινιακή μαντίλα. Ο Νάελ και η γυναίκα του αποφάσισαν να μεταναστεύσουν στην Ευρώπη για να προστατεύσουν το παιδί από τον πόλεμο και τον θάνατο. Για τον πατέρα της μικρής όμως, υπάρχει ένα τίμημα που εκείνη ίσως δεν το μάθει ποτέ.

“Το να βλέπω την κόρη μου να είναι τυχερή και να ζει μια γαλήνια παιδική ηλικία στην Πορτογαλία, με γεμίζει ενοχές. Σκέφτομαι τα παιδιά της ηλικίας της στην Παλαιστίνη που υπομένουν μια αφάνταστη φρίκη. Κάθε βράδυ ξεσπάω σε κλάματα. Μετά σφίγγω τη γροθιά μου και λέω, “πάμε! Τι μπορώ να κάνω για την Παλαιστίνη από εδώ που είμαι;”. Δεν είναι μόνο το να ενημερώσεις και να ευαισθητοποιήσεις αλλά πρέπει να διασφαλίσεις ότι οι ιστορίες και οι αγώνες μας παραμένουν ζωντανοί στη συνείδηση του κόσμου. Ο πραγματικός κίνδυνος δεν βρίσκεται μόνο στις άμεσες απειλές που αντιμετωπίζουμε αλλά στο να μας ξεχάσει ο κόσμος. Τρέμουμε στην ιδέα ο κόσμος να ξεχάσει την Παλαιστίνη.”