Συγγραφείς – Κατάσκοποι

Πολλά παιδιά έχουν σαν παιχνίδι να κατασκοπεύουν τους άλλους γύρω τους, στα πλαίσια του παιχνιδιού. Τρυπώνουν, εξερευνούν, ανακαλύπτουν χωρίς να δίνουν λογαριασμό στους μεγαλύτερους για αυτά που μαθαίνουν. Ο ενθουσιασμός συνήθως κόβεται όταν οι μεγάλοι το αντιληφθούν…

Οι συγγραφείς είναι από τη φύση τους παρατηρητές του κόσμου γύρω τους, άλλοτε δραστήριοι και οι ίδιοι σαν τους πρωταγωνιστές τους, άλλοτε νωχελικοί και αυτοκαταστροφικοί, κλεισμένοι στον εαυτό τους να βλέπουν με τη φαντασία τους.

Φυσικά, ως εξαιρετικοί χειριστές της γλώσσας ξέρουν πως να εκφράσουν με τρόπο ό,τι χρειάζεται να ειπωθεί, ξέρουν πως να κινηθούν σε όλους τους κοινωνικούς κύκλους, ξέρουν πως να γοητεύσουν, ξέρουν πως να μην είναι αυθόρμητοι όταν δεν πρέπει, ξέρουν πως η κάθε μέρα μπορεί να εξελιχθεί με έναν απρόσμενο τρόπο.

Η σύγκλιση μεταξύ της γλώσσας της αφήγησης και της γλώσσας της κατασκοπείας δεν είναι τυχαία. Η φαντασία, για να σχεδιάσεις και να υλοποιήσεις ένα μυθιστόρημα ή μια επιχείρηση με πολλά ενδεχόμενα σενάρια, είναι το κύριο συστατικό.

Anthony Munday

Ένας από τους πρώτους συγγραφείς-κατασκόπους ήταν ο θεατρικός συγγραφέας του 16ου αιώνα Anthony Munday. Ο Munday ήταν ένας από τους πολλούς ελισαβετιανούς συγγραφείς που προσέλαβε η υπηρεσία πληροφοριών που είχε μόλις συσταθεί για να διεισδύσει στις συνωμοσίες της Καθολικής Εκκλησίας που είχαν ως στόχο τη δολοφονία της Βασίλισσας της Αγγλίας Ελισάβετ Α΄.

Thomas Watson

Ο Thomas Watson, ο ποιητής που έγραψε τα πρώτα αγγλικά μαδριγάλια ήταν άλλος ένας. Ο Watson ταξίδεψε για επτάμισυ χρόνια στην ηπειρωτική Ευρώπη, διείσδυσε στην σχολή των Ιησουιτών στο Douai και αργότερα μετέφερε κρατικές επιστολές από την πρεσβεία του Παρισιού. Όταν πήγε πίσω στην Αγγλία, ο Watson κατέθεσε στην δικαστική υπόθεση μιας γυναίκας που πίστευε ότι ήταν κόρη του βασιλιά της Ισπανίας: ένας επικίνδυνος ισχυρισμός, όταν ο ισπανός βασιλιάς, χήρος της αδελφής (από τον ένα γονιό) της Ελισάβετ Α΄, Μαρίας, θέλησε να χρίσει τον εαυτό του κυβερνήτη μιας καθολικής Αγγλίας. Στη συνέχεια, ο Watson έγινε δάσκαλος κατ’ οίκον για τα παιδιά του Sir William Cornwallis, ενός εξέχοντα καθολικού ο οποίος είχε τεθεί υπό κυβερνητική επιτήρηση. Η ανάθεση αυτή τον έστειλε στο νεκροταφείο: ο Cornwallis διέταξε τον εγκλεισμό του Watson στη φυλακή γιατί εξαπάτησε την κόρη του με ένα συμβόλαιο γάμου, και μέσα σε λίγες εβδομάδες, ο τριάντα εννέα ετών ποιητής ήταν νεκρός. Το αν ο Cornwallis γνώριζε τον διπλό ρόλο που έπαιζε ο Watson μέσα στην οικογένειά του παραμένει άγνωστο.

Christopher Marlowe

Το τελευταίο ποιητικό έργο του Watson δόθηκε στη δημοσιότητα μετά το θάνατό του από τον φίλο του, Christopher Marlowe. Ο Marlowe ήταν θεατρικός συγγραφέας πρότυπο για τον Σαίξπηρ και πέθανε με μια μαχαιριά σε έναν καυγά σε ταβέρνα. Αλλά το σπίτι κάθε άλλο από ταβέρνα ήταν: η ιδιοκτήτης, η κυρία Bull, είχε υψηλές διασυνδέσεις σε κυβερνητικό επίπεδο και ο βιογράφος του Marlowe, Charles Nicholl, πιστεύει ότι ήταν ένα κρησφύγετο που εχρησιμοποιείτο τακτικά από πράκτορες που ταξίδευαν προς και από την ηπειρωτική Ευρώπη.

Ενώ ο Marlowe εντυπωσίαζε τα πλήθη στο Λονδίνο με έργα όπως το Ντόκτορ Φάουστους,[1] εργαζόταν και ως πράκτορας της κυβέρνησης. Όταν τον κατηγόρησαν ότι προσπαθεί να αυτομολήσει στη σχολή Ιησουιτών, στη Ρεμς, οι υπουργοί της κυβέρνησης τον υπερασπίστηκαν πιστοποιώντας ότι είχε υπηρετήσει την χώρα του. Πέντε χρόνια μετά, ο Marlowe προδόθηκε στην Ολλανδία (που έλεγχαν οι Ισπανοί) από έναν καθολικό διπλό πράκτορα, έναν άνδρα που διακωμώδησε ως Βαραββά στο έργο του Ο Εβραίος της Μάλτας (The Jew of Malta). Η βάση για τη σύλληψή του ήταν η πλαστοπροσωπεία, αλλά η κατηγορία αυτή δεν τον οδηγεί κατευθείαν στη φυλακή, γεγονός που υποδηλώνει μια προσπάθεια της κυβέρνησης να διεισδύσει στο σχέδιο δολοφονίας του (βαπτισμένου Καθολικού και προδότη) Sir William Stanley: ο Marlowe ήταν κυνηγός της διαφθοράς. Η κατασκοπεία, ωστόσο ήταν τελικά η πτώση του θεατρικού συγγραφέα. Οι δύο μάρτυρες για τον πιθανά ψεύτικο καυγά στη ταβέρνα –οι περισσότεροι μελετητές θεωρούν ότι η ανάκριση έγινε για κάλυψη– ήταν επίσης πράκτορες. Ο Marlowe άφησε πίσω του έργο σφραγισμένό με τα ίχνη των ημερών που βρισκόταν στην υπηρεσία της Βασίλισσας.

Graham Greene

Πιο σύγχρονα παραδείγματα περιλαμβάνουν τον Graham Greene. Ο Greene δημοσίευσε ποίηση αφ’ ότου έφυγε από την Οξφόρδη και είχε καθιερωθεί ως μυθιστοριογράφος ήδη για μια δεκαετία πριν από το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Πήγε να εργαστεί για το Υπουργείο Πληροφοριών, γράφοντας προπαγάνδα, αλλά βρήκε την εργασία βαρετή και έτσι εντάχθηκε στην Μυστική Υπηρεσία Πληροφοριών (MI6) τον Ιούλιο του 1941. Η Σιέρρα Λεόνε, όπου ο Greene εργάστηκε για περίοδο δεκατεσσάρων μηνών ως αξιωματικός πληροφοριών, έγινε το σκηνικό για το best-seller του Η καρδιά του προβλήματος (The Heart of the Matter). Επίσης έδωσε τον κωδικό αριθμό του, 592000 , σε έναν χαρακτήρα στην παρωδία του για τον κόσμο της κατασκοπείας, Ο άνθρωπος μας στην Αβάνα (Our Man in Havana). Σαφώς, ο κόσμος των κατασκόπων δίνει καλό υλικό στους συγγραφείς…

Ian Fleming

Ο Ian Fleming ήταν δημοσιογράφος του Reuters τη δεκαετία του 1930 και είχε ήδη αρχίσει να γράφει διηγήματα. Γρήγορα, από προσωπικός βοηθός, προήχθη σε διοικητή στις μυστικές υπηρεσίες του Ναυτικού, ως σύνδεσμος της CIA πριν από το Περλ Χάρμπορ και είχε υπό την ευθύνη του την εποπτεία της λειτουργίας του σχεδίου Goldeneye ενός σχεδίου για τη διατήρηση της ροής πληροφοριών, εάν οι Γερμανοί καταλάμβαναν την Ισπανία. Μετά τον πόλεμο επέστρεψε στη δημοσιογραφία. Δεν ήταν παρά το 1952 που έγραψε το Casino Royale, πυροδοτώντας την φρενίτιδα γύρω από τον James Bond.

John Le Carre

Αλλά και ο David John Moore Cornwall άρχισε να γράφει μυθιστορήματα κατασκοπείας τη δεκαετία του 1960 με το ψευδώνυμο John Le Carre, ενώ εργαζόταν ενεργά για την MI5 και συνέχισε και όταν μετατέθηκε στην MI6. Έγραψε το έργο Ο κατάσκοπος που γύρισε από το κρύο (The Spy Who Came In From The Cold) ενώ εργαζόταν στο Αμβούργο ως πρόξενος. Η καριέρα του τερματίστηκε το 1964, όταν ο Κιμ Φίλμπι –πρώην επόπτης του Γκράχαμ Γκριν– αποκάλυψε την ταυτότητα του. Ο συγγραφέας τον περιγράφει ως χαφιέ με το όνομα George Smiley στο έργο του Tinker, Tailor, Soldier, Spy.

Ernest Hemingway

Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ εργάστηκε για την KGB. Οι λίστες κάθε …είδους συμπεριλαμβάνουν τον Hemingway και η λίστα με ονόματα κατασκόπων δεν αποτελεί εξαίρεση. Στο πρόσφατο βιβλίο «Κατάσκοποι: Η άνοδος και η πτώση της KGB» (Spies: The Rise and Fall of the KGB), από τους Harvey Klehr, John Earl Haynes και Alexander Vassiliev, υπάρχει ο ισχυρισμός ότι ο Χέμινγουεϊ ήταν ένας εκκολαπτόμενος πληροφοριοδότης της KGB ήδη από το 1941. Η μελέτη των αρχείων της KGB από τον Vassiliev αναφέρει ότι ο Χέμινγουεϊ είχε την κωδική ονομασία «Αργώ» και ήταν επιφορτισμένος με τη συλλογή πληροφοριών περί πολιτικής. Ωστόσο, δεν παρείχε χρήσιμο υλικό και τον έπαψαν το 1950. Ως εκ τούτου, είναι αμφίβολο πόσο πίστευε στο πόστο αυτό που του ανέθεσαν οι Ρώσοι ή ποιά πραγματικά ήταν τα κίνητρα του όταν το ανέλαβε.

Roald Dahl

Ο Ρόαλντ Νταλ εργάστηκε για την BSC (British Security Coordination). Ο Νταλ είναι περισσότερο γνωστός ως ο συγγραφέας του αγαπημένου παιδικού βιβλίου «Ο Τσάρλι και το Εργοστάσιο της Σοκολάτας». Έγραψε, ακόμη, έναν απολογισμό από την υπηρεσία του στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως πιλότος μαχητικού, με απλοποιημένη γραφή για τα παιδιά, παρακάμπτοντας τις λεπτομέρειες για το τι προέκυψε μετά. Στο «The Irregulars», ο αμερικανός δημοσιογράφος στάλθηκε στην Ουάσιγκτον για να εργαστεί στο τμήμα δημοσίων σχέσεων της βρετανικής πρεσβείας. Εκεί συναντήθηκε με τον καναδό εκπαιδευτή πρακτόρων (spymaster) William Stevenson και σύντομα προσελήφθη στην BSC, μια βιτρίνα για την αντι- προπαγάνδα και την κατασκοπεία στη Βόρεια Αμερική. Ο ρόλος του Νταλ ήταν να διερευνήσει τις πολιτικές πεποιθήσεις σημαντικών γυναικών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Χρησιμοποιούσε τη γοητεία του και την καλή του εμφάνιση για τους σκοπούς αυτούς και η φίλη του Antoinette Haskell υποστηρίζει ότι ο Νταλ «κοιμόταν με όλες όσες, στην ανατολική και τη δυτική ακτή, έβγαζαν πάνω από 50.000 δολλάρια Αμερικής το χρόνο». Σε αυτή τη χρονική στιγμή, υποτίθεται ότι ο Νταλ ζήτησε να μεταφερθεί σε άλλο πόστο λόγω κόπωσης, αλλά τον διέταξαν να παραμείνει στη θέση αυτή.

Peter Matthiessen

Τρεις φορές νικητής του Εθνικού Βραβείου Βιβλίου (National Book Award), ο Matthiessen εργάστηκε για τη CIA κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950, αλλά ακόμη πιο περίεργο από το γεγονός αυτό είναι η ίδρυση του «The Paris Review» ως βιτρίνα. Ο Harold L. Humes, συνιδρυτής της, αγνοούσε το γεγονός αυτό και πράγματι βρέθηκε να νοσηλεύεται στο νοσοκομείο αργότερα, με ιατρική γνωμάτευση πως έπασχε από παράνοια που είχε σχέση με κατασκόπους! Στο σημείο αυτό ο Matthiessen είχε ξεκαθαρίσει το ρόλο του στην κατασκοπεία στους φίλους του και συντάκτες τού «The Paris Review», που, επίσης, αγνοούσαν το γεγονός. Ο Humes θεώρησε ότι ο Matthiessen καλώς ντρεπόταν για τις πράξεις του και ο Matthiessen ο ίδιος τόνισε ότι το περιεχόμενο του περιοδικού δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ ως εργαλείο της CIA και ότι ποτέ δεν είχε λάβει χρήματα για το σκοπό αυτό.[2]

Υπάρχει, ακόμη, η περίπτωση του Οrson Wells, ο οποίος παράλληλα με τις εκπομπές που είχε στο ραδιόφωνο, πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια της Δεύτερης Παγκόσμιας Ανθρωποσφαγής, εργαζόμενος για την κυβέρνηση σε διάφορες θέσεις και ως αρθρογράφος πολιτικής δημοσιογραφίας.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Εννοείται πως δεν είναι όλοι οι συγγραφείς …κατάσκοποι, ούτε υπάλληλοι κυβερνήσεων. Αλλά σίγουρα υπάρχουν και κάποιοι που μπορούν να προκαλέσουν έκπληξη με τις επιλογές τους, εν τέλει. Μετάφραση Κ. Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 138, Μάϊος 2014

[1] Η Τραγική ιστορία του Δόκτορος Φάουστους παίχτηκε για πρώτη φορά το 1588 (ή 1589) με μεγάλη επιτυχία. Είναι η ιστορία ενός λόγιου της Αναγέννησης που πουλάει την ψυχή του στον Διάβολο. Ο Δόκτωρ Φάουστους εκφράζει δραματικά με έντονη δριμύτατα το δίλημμα ενός ανθρώπου παγιδευμένου σε δύο κόσμους. Ένας γενναίος καινούργιος κόσμος «του κέρδους και της ηδονής» είχε ανακαλυφθεί. Αλλά ποιο είναι το τίμημα; Ο Φάουστους προκαλεί το άπειρο: επιδιώκει να ελέγξει ένα διάστημα και μια διάσταση που δεν του ανήκουν δικαιωματικά. Ο πόθος του για προσωπική αθανασία και μια χωρίς όρια αυτοκρατορία είναι μια αυθάδης απόρριψη όλων των επίγειων περιορισμών του χρόνου και του χώρου.

Ο Marlowe, μετά τον Λούθηρο, εκσυγχρόνισε και ξαναζωντάνεψε τον μεσαιωνικό διάβολο και τον προίκισε με νέες πνευματικές δυνάμεις. Ο Μεφιστοφελής είναι ένας πολύξερος διάβολος και παίζει στα δάχτυλα τη θεολογία του αντιπάλου του. Ο λόγιος της Αναγέννησης όχι μόνο δεν τον κατατροπώνει, αλλ’ αντίθετα του πουλάει την ψυχή του με αντάλλαγμα τη δύναμη και τη γνώση.

Το αναγεννησιακό δίλημμα ανάμεσα σε μια επιστήμη περιορισμένη από το δόγμα κι από μια πρωτόγονη τεχνολογία, και στη μαγεία που υπόσχεται την κυριαρχία όλου του κόσμου, γίνεται το χριστιανικό δίλημμα ανάμεσα στην καταδίκη και στη σωτηρία. Η απελπισία της ύστερης Αναγέννησης ήταν η απώλεια της ελπίδας στη δύναμη της ανθρώπινης λογικής να μεταμορφώσει τον κόσμο και την ανθρώπινη φύση, η απώλεια της αυταπάτης σχετικά με το μεγαλείο και το κάλλος του ανθρώπου. Όπως λέει ο Jan Kott στην εισαγωγή του, ο Φάουστους του Marlowe –που στο τέλος της Αναγέννησης ξέρει τόσο καλά ότι το τίμημα της χαράς είναι η κόλαση– είναι, προς το τέλος του 20ου αιώνα, σύγχρονός μας. Ο Δόκτωρ Φάουστους είναι στην ουσία μια τραγωδία της απόγνωσης.

[2] Πηγή://airshipdaily.com/blog/04082014-writer-spies

Print Friendly, PDF & Email