Πρώιμη αντιμετώπιση της Σκλήρυνσης κατά Πλάκας;
Η επιστήμη, χάρη στον εντοπισμό ενός νέου βιοδείκτη, μπορεί να παρέμβει και να αντιμετωπίσει έγκαιρα τις νευρικές βλάβες πριν από τα πρώτα συμπτώματα της ΣΚΠ.
Είναι γνωστή και ως η “ασθένεια με τα χίλια πρόσωπα”, επειδή ακριβώς αυτή η νόσος του ανοσοποιητικού μπορεί να έχει πολύ διαφορετική εξελίξη από άνθρωπο σε άνθρωπο. Τα συμπτώματα της σκλήρυνσης κατά πλάκας ΣΚΠ μπορεί επίσης να διαφέρουν πολύ από άτομο σε άτομο, ανάλογα με τις περιοχές του κεντρικού νευρικού συστήματος που έχουν προσβληθεί. Όλα αυτά αποτελούν την αιτία που καθιστούν τόσο δύσκολη την αποτελεσματική καταπολέμηση αυτής της τρομερής ασθένειας. Πολύ πριν εμφανιστούν τα πρώτα συμπτώματα, οι λεγόμενοι βιοδείκτες μπορούν να προβλέψουν ότι υπάρχει κάποια νευρική βλάβη που είναι χαρακτηριστική της σκλήρυνσης κατά πλάκας. Και επειδή η ασθένεια αυτή εξελίσσεται διαφορετικά, χρειάζεται όσο το δυνατόν νωρίτερα κάποια περισσότερα προειδοποιητικά μηνύματα, ή ενδείξεις.
Ασαφής η αιτία
Στα άδυτα των νευροκυττάρων
Ερευνητές του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας και της Ελβετικής Ομοσπονδίας για τη Σκλήρυνση Κατά Πλάκας (SMSC), μιας από τις μεγαλύτερες τράπεζες δεδομένων για κλινικές μελέτες της ασθένειας, ανακάλυψαν τώρα έναν νέο βιοδείκτη, που θα μπορούσε να οδηγήσει στην έναρξη της θεραπείας δύο χρόνια νωρίτερα και με πιο στοχευμένο τρόπο. Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο εξειδικευμένο περιοδικό “Jama Neurology”, οι ερευνητές διαπίστωσαν μια απότομη αύξηση της λεγόμενης πρωτεΐνης NfL στον ορό του αίματος, 12 έως 26 μήνες πριν από την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων. Η αλυσίδα των νευροϊνιδίων (NfL) είναι η ίδια πρωτεΐνη που απαντάται στα νευρικά κύτταρα και είναι υπεύθυνη για τη σταθερότητα και την κυκλοφορία μέσα στο κύτταρο. Περίπου 2,8 εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο πάσχουν από ΣΚΠ. Τα αίτια της νόσου είναι ακόμη ελάχιστα κατανοητά. Μπορεί να υπάρχει σχέση με τον ιό Epstein-Barr, γνωστό κυρίως ως αιτία της λοιμώδους μονοπυρήνωσης, της λεγόμενης “ασθένειας του φιλιού”. Ωστόσο, δεν έχει αποδειχθεί αν η ΣΚΠ εκδηλώνεται πράγματι μετά από μόλυνση με αυτόν τον ιό. Θα μπορούσε επίσης να συνδέεται με περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Η μειωμένη έκθεση στο φως του ήλιου και τα χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης D θα μπορούσαν να παίζουν επίσης κάποιο ρόλο. Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί η σκλήρυνση κατά πλάκας είναι πιο συχνή στα βόρεια γεωγραφικά πλάτη, όπως τη Σκανδιναβία, τη βόρεια Ευρώπη και τον Καναδά, από ό,τι στις νότιες χώρες. Δυστυχώς στην εποχή μας δεν υπάρχει ακόμη θεραπεία. Η θεραπεία μέχρι στιγμής επικεντρώνεται στην επιβράδυνση της εξέλιξης της νόσου, στην ελαχιστοποίηση των υποτροπών που συνήθως χαρακτηρίζουν την ασθένεια και την ανακούφιση των συμπτωμάτων.
Δυνατή μια πιο έγκαιρη και πιο εξατομικευμένη θεραπεία
Παραμένει ακόμη ασαφές γιατί στη ΣΚΠ το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται λανθασμένα στο κεντρικό νευρικό σύστημα, ιδίως στο προστατευτικό στρώμα μυελίνης που περιβάλλει τα νευρικά κύτταρα. Οι φλεγμονώδεις νευρικές ίνες προκαλούν μυϊκή αδυναμία και μούδιασμα στα άκρα, ιδίως στα πόδια, ή διαταραχές της λεγόμενης λεπτής κινητικότητας, οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν σε δυσκολίες στο πιάσιμο και το γράψιμο, για παράδειγμα. Πολλά άτομα με ΣΚΠ υποφέρουν επίσης από οπτικές διαταραχές, κόπωση, ζάλη και ψυχολογικά προβλήματα. Ο τύπος και η σοβαρότητα των συμπτωμάτων εξαρτώνται από το ποιες περιοχές του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού έχουν προσβληθεί. Μόλις πρόσφατα οι ερευνητές ανακάλυψαν δύο βιοδείκτες,τις λεγόμενες ελεύθερες ελαφρές αλυσίδες (κ-FLC, kappa free light chains) και το serum neurofilament light (sNfL) για την πρόγνωση του πρώiμου σταδίου στην εξέλιξη της νόσου. Με τον πρόσφατα αναγνωρισμένο βιοδείκτη η επιστήμη διαθέτει κι ένα άλλον, τρίτον σημαντικό δείκτη, “προάγγελο” της νόσου.
“Τα αποτελέσματά μας αποτελούν σημαντικό ορόσημο στην κατανόηση της ΣΚΠ”, εξηγεί ο επικεφαλής της μελέτης Αχμέντ Αμπντελχάκ από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας. „Αυτό ανοίγει νέο παράθυρο ευκαιρίας για έγκαιρη θεραπευτική παρέμβαση και αλλάζει τον τρόπο, με τον οποίο βλέπουμε την παρακολούθηση και τη θεραπεία της νόσου”, λέει ο ερευνητής. Επειδή τα συμπτώματα της ΣΚΠ διαφέρουν τόσο πολύ από άτομο σε άτομο, τα επίπεδα NfL στον άνθρωπο μπορούν να παρέχουν σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τη δραστηριότητα της νόσου. “Τα αποτελέσματα υπογραμμίζουν την πρωτοποριακή αξία της NfL ως βιοδείκτη για εξατομικευμένη ιατρική θεραπεία”, τονίζει ο Αμπντελχάκ δίνοντας κάποια νέα αχτίδα ελπίδας σε όσους βασανίζονται για να την αντιμετωπίσουν.
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου