Ώρα ΠΑΣΟΚ (ξανά)– Μεταξύ συναίνεσης και κεντροαριστεράς
Σπύρος Γκουτζάνης
Κατακερματισμένο το πολιτικό σύστημα – Σε αδιέξοδο ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ
Η κατάσταση που διαμορφώθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ και επαναπροσδιορίζει τον πολιτικό και κοινοβουλευτικό χάρτη, ανασύρει αταβιστικές μνήμες εξουσίας στο ΠΑΣΟΚ που ετοιμάζεται να αναλάβει και τυπικά την θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το ΠΑΣΟΚ αναδεικνύεται σε αξιωματική αντιπολίτευση και καλείται να επαναπροσδιορίσει την θέση του μεταξύ συναινετικών πιέσεων από το σύστημα εξουσίας Μαξίμου και κεντροαριστερών σειρήνων περί συνεργασιών που δεν έχουν ακόμη φύγει από την ατζέντα.
Ήδη από τον ΣΥΡΙΖΑ έχουν δηλώσει ότι ανεξαρτητοποιούνται οι Πέτρος Παππάς, Αλέξανδρος Αυλωνίτης, Κυριακή Μάλαμα και Ραλλία Χριστίδου. Σήμερα αναμένεται και η κίνηση της Θεοδώρας Τζάκρη η οποία το Σάββατο κατά την εκδήλωση ανακοίνωσης του νέου κόμματος του Στέφανου Κασσελάκη δήλωσε: «Την Δευτέρα που θα ανοίξει η Βουλή θα ανακοινώσουμε τις αποφάσεις μας με ένα τρόπο συγκροτημένο. Πλέον δεν υπάρχει ΣΥΡΙΖΑ».
Με την ανεξαρτητοποίηση της κ. Τζάκρη ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει 30 βουλευτές και το ΠΑΣΟΚ 31. Στο προσεχές ή απώτερο μέλλον αναμένεται να αποχωρήσουν κι άλλοι βουλευτές καθώς η πλευρά Κασσελάκη θέλει να υποβάλλει την Κουμουνδούρου στο μαρτύριο της σταγόνας. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ήδη σε μονοψήφια ποσοστά και κινείται προς το σημείο από το οποίο ξεκίνησε η τελικά όχι και τόσο σύντομη παρένθεση της Αριστεράς, αφού διήρκεσε 12 χρόνια. Το εάν το νέο κόμμα Κασσελάκη συγκροτήσει Κοινοβουλευτική Ομάδα είναι ακόμη ανοιχτό.
Το ΠΑΣΟΚ είναι πλέον η βασική δύναμη στον χώρο της ευρύτερης Κεντροαριστεράς, αφού ο χώρος εξ αριστερών του είναι κατακερματισμένος δίχως προς το παρόν προοπτική ενοποίησης. Επιπλέον ήδη από την επομένη της εκλογής του Νίκου Ανδρουλάκη είναι δεύτερη πολιτική δύναμη με τις δημοσκοπήσεις να το επιβεβαιώνουν και να το δείχνουν στο 20%. Παράλληλα το έχει αναδείξει σε αξιωματική αντιπολίτευση και σε αντίπαλο ο Κυριάκος Μητσοτάκη ο οποίος δεν αναγνώρισε στην Βουλή τον Νίκο Παππά ενώ απαντά στον Νίκο Ανδρουλάκη.
Πιέσεις για συναίνεση στο ΠΑΣΟΚ
Το Μέγαρο Μαξίμου ασκεί πίεση στο ΠΑΣΟΚ επιχειρώντας να την σύρει σε μία συναινετική και εν πολλοίς ανώδυνη αντιπολίτευση. Από τη μία εξαπολύει επιθέσεις περί “πράσινου ΣΥΡΙΖΑ” και από την άλλη επαναφέρει με διαρροές την επικείμενη συνάντηση Μητσοτάκη – Ανδρουλάκη που θα επισφραγίσει την συνεννόηση του νέου διπολισμού.
Το Μαξίμου εκβιάζει την συναίνεσή του ΠΑΣΟΚ επιχειρώντας να το εκθέσει σε μία κατηγορία ψηφοφόρων του κέντρου που θεωρητικά απευθύνονται τόσο ο Νίκος Ανδρουλάκης όσο και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, καθώς και σε κέντρα επιχειρηματικής και μιντιακής ισχύος που δεν επιθυμούν κοινωνικές αναταράξεις -υπάρχει πάντα ο εφιάλτης του 2015.
Για το ΠΑΣΟΚ είναι ανοιχτή πάντα και μία δεύτερη συζήτηση που σχετίζεται με τις εξελίξεις στην Κεντροαριστερά και τον διάλογο περί συμμαχιών.
Προς το παρόν η στάση του Νίκου Ανδρουλάκη περιγράφεται από το “δόγμα” της “αμφίπλευρη διεύρυνσης” που επανέλαβε ο εκπρόσωπος Κώστας Τσουκαλάς και προσδιορίζει αυτόνομη πορεία, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο μεμονωμένων προσχωρήσεων. Σε σχέση με τις συναινετικές πιέσεις από το Μαξίμου συνεργάτες του Νίκου Ανδρουλάκη ξεκαθαρίζουν: «Συναίνεση μεταξύ Ανδρουλάκη και Μητσοτάκη δεν υπάρχει, αυτή έχει καεί από τις υποκλοπές και μετά». Προς την πλευρά της Αριστεράς το ερώτημα είναι περισσότερο εύκολο αφού ο Νίκος Ανδρουλάκης ποτέ δεν ήταν ευεπίφορος σε συμμαχίες. Η προοπτική αυτή που εξέφραζε στις εκλογές ο Χάρης Δούκας ηττήθηκε στη κάλπη του ΠΑΣΟΚ.
Το εάν όμως θα είναι συναινετικό το ΠΑΣΟΚ σε μία νεοφιλελεύθερη συστημική πολιτική, ανεξάρτητα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη ή εάν θα κινηθεί προς τα αριστερά ενσωματώνοντας την έντονη κοινωνική διαμαρτυρία και εκφράζοντας την κοινωνική αντιπολίτευση, είναι άλλης τάξης ζήτημα. Άλλωστε στα γενικότερα πολιτικά σενάρια υπάρχει και το ενδεχόμενο αλλαγής ηγεσίας στη ΝΔ. Για να “κρατά τα μπόσικα” σε μία ενδεχόμενη στροφή προς τα αριστερά υπάρχει η Άννα Διαμαντοπούλου και η εκσυγχρονιστική πτέρυγα που δεν πήγε στη ΝΔ.
Τα μείζονα ζητήματα είναι μπροστά
Επί του παρόντος το ΠΑΣΟΚ προβάρει το κοστούμι της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αύριο θα έχει και την πρώτη αντιπαράθεση στη Βουλή με την κυβέρνηση για το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας για τους υγειονομικούς υπαλλήλους, για τους οποίους το ΠΑΣΟΚ έχει ζητήσει να ενταχθούν στα βαρέα και ανθυγιεινά. Ανοικτή όμως είναι η ευρύτερη αντιπαράθεση για τον τρόπο υπολογισμού του κατώτατου μισθού. Το ΠΑΣΟΚ ζητά την επιστροφή των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Αφενός από λόγους αρχής και αφετέρου γιατί μία τέτοια εξέλιξη θα αναζωογονήσει τις συνδικαλιστικές οργανώσεις στις οποίες διατηρεί πάντα σημαντικά ερείσματα, αντίθετα με τον ΣΥΡΙΖΑ που απέτυχε στην εποχή της ακμής του να γειωθεί με τον κόσμο του συνδικαλισμού.
Μπροστά όμως είναι η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας αλλά και η αναθεώρηση του Συντάγματος. Το μεν πρώτο έχει την σημασία του αλλά περιορίζεται στο επίπεδο των συμβολισμών. Εννοείται ότι το ΠΑΣΟΚ δεν έχει κανέναν λόγο να ψηφίσει πχ κάποιο πρόσωπο προερχόμενο από τον χώρο της Δεξιάς παράταξης, όπως πιέζεται από το εσωτερικό του να κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Μία παρόμοια πρόταση θα είναι δώρο, καθώς δίχως κόστος θα του επιτρέψει να κρατήσει αποστάσεις. Το πιο δύσκολο θα είναι εάν προτείνει ένα πρόσωπο “με υπερκομματικά χαρακτηριστικά” που όμως να μην προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ -όπως πχ ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Τότε θα πιεστεί από το εσωτερικό του και από τα φιλικά εξωπολιτικά κέντρα να επιδείξει συναινετική διάθεση.
Πιο βαθύ και ουσιαστικό είναι το θέμα της αναθεώρησης του Συντάγματος όπου ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα επιδιώξει θεσμικές αλλαγές σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση, με πρώτη βέβαια την ιδιωτικοποίηση της ανώτατης Παιδείας. Δεν είναι δίχως σημασία ότι η Δύση κινείται είτε προς τα Δεξιά είτε προς τα Αριστερά, με εγχειρήματα όπως του Λαϊκού Μετώπου στην Γαλλία ή της Βάκενγκνεχτ στην Γερμανία να κερδίζουν την λαϊκή δυσαρέσκεια. Παρόμοια είναι και η κατάσταση στην Ελλάδα με την ιδιαιτερότητα ότι ο πέραν της Δεξιάς χώρος είναι κατακερματισμένος και με προσωπικότητες περιορισμένης εμβέλειας.