Όχι μόνο το Ιράν: Στο στόχαστρο Κίνα, Ινδία και BRICS

Η αμερικανική πλέον επίθεση ενάντια σε πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Ιράν, που με την πρόσθεση κι άλλων παραγόντων στην πολεμική εξίσωση, μάλλον καθιστά αναπόφευκτη την περαιτέρω κλιμάκωση της έντασης. Η διαθεσιμότητα του Ιράν να διαπραγματευθεί έστω κι in extremis το πυρηνικό του πρόγραμμα με τις ΗΠΑ και τους διεθνείς οργανισμούς, ακυρώνεται ουσιαστικά από την αμερικανική επίθεση, ενώ παράλληλα αναγκάζει τις άλλες μεγάλες δυνάμεις στην περιοχή, όπως την Ινδία και την Κίνα, να αφήσουν τα διπλωματικά «ήξεις αφήξεις» ή την επιφαινόμενη ουδετερότητα και τις νουθεσίες και να εκφέρουν μία ρητή θέση. Ιδίως όταν πρόκειται για το Ιράν, που μόλις εντάχθηκε στην Ομάδα των BRICS και η αμερικανική εμπλοκή διακυβεύει επίσης και τη δυναμική της και μάλιστα ωθεί πολλούς να σκέφτονται ότι πίσω από την ρητορική του Ισραήλ και των ΗΠΑ για την αλλαγή καθεστώτος στην Τεχεράνη, κείται περισσότερο η βούληση της Ουάσιγκτον -ιδίως μετά την άμεση εμπλοκή της-να διαρρήξει, ευκαιρίας δοθείσης, την ενότητα των BRICS.

Γιατί είναι σαφές πως η νέα τούτη κλιμάκωση εναντίον του Ιράν έχει άλλες πιο σαγηνευτικές συνέπειες για τις ΗΠΑ του Τραμπ: να αποκοπεί η Κίνα από τις εισαγωγές ενέργειας -και από τους κρίσιμους διαδρόμους συνδεσιμότητας του Νέου Δρόμου του Μεταξιού, σε συνδυασμό με το άνοιγμα ενός τεράστιου αποστήματος στο υπογάστριο της Ρωσίας. Ένα τριπλό χτύπημα με μια κίνηση, ενάντια σε τρεις κορυφαίες χώρες BRICS (Ιράν, Ρωσία, Κίνα), την ολοκλήρωση της Ευρασίας και την πορεία προς ένα πολυκομβικό και πολυπολικό σύστημα διεθνών σχέσεων. Ιδού ο λόγος που ο Τραμπ έσπευσε να αδράξει την ευκαιρία που του προσέφερε ο Νετανιάχου. Αλλά κι ο δεύτερος εκμεταλλεύθηκε την προοπτική τούτη (να στραφεί ο Τραμπ εναντίον των BRICS, μέσω της επέμβασης στο Ιράν) για να ξεκινήσει τώρα την επιχείρηση που θα «ξεπάτωνε» ένα σταθερό αγκάθι στις ιμπεριαλιστικές και κυριαρχικές του βλέψεις στην ευρύτερη περιοχή.

Κι εάν η Κίνα είναι προφανώς, ως έμμεσος και δευτερεύον στόχος της αμερικανικής επίθεσης στο Ιράν, εκείνη που θα διατυπώσει για άλλη μία φορά διαρρήδην ένα «κατηγορώ» για την Ουάσιγκτον, η Ινδία -μολονότι τα συμφέροντά της και γεωπολιτικά και οικονομικά συνδέονται με το Ιράν- δεν είναι βέβαιο πως θα τηρήσει μία σαφή καταδικαστική τάση στην κλιμάκωση τούτη. Διότι εάν σε πολυμερές επίπεδο, το Πεκίνο έχει πιέσει για την καταδίκη του Ισραήλ μέσω του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης, του οποίου το Ιράν είναι μέλος, η πρόταση της προκάλεσε τη δυσαρέσκεια της Ινδίας.

Η χώρα του Ναρέντρα Μόντι τηρεί μία αμφίρροπη στάση: αφενός ως στρατιωτικός εταίρος του Ισραήλ, συνομιλητής της Ε.Ε. (κι ιδίως του αμερικανικού δορυφόρου της, την Ιταλία) εξακολουθεί να αποτελεί έναν στρατηγικό αντίπαλο της Κίνας. Αφετέρου, στο πλαίσιο των BRICS είναι ο συνεταίρος της Κίνας και της Ρωσίας (αλλά νεωστί και του Ιράν) για να οικοδομηθεί ένα εμπορικό (κι ίσως νομισματικό) αντίβαρο στις ηγεμονικές και μονοπωλιακές τάσεις των ΗΠΑ. Μία διπολική θέση που διαφαίνεται αφενός στην πρόσφατη στάση του Ναρέντρα Μόντι απέναντι στις αμερικανικές προτάσεις για ειρήνευση στο Κασμίρ. Την πολυπλοκότητα τούτη στη στάση της Ινδίας, σε συνδυασμό με την πρόθεσή τους να διεμβολίσουν την ενότητα των BRICS, οι ΗΠΑ πασχίζουν να την επιλύσουν με τη γνώριμη στρατηγική τους: δια των μεσαζόντων. Κυρίως με την προσέλκυση της Ινδίας προς τη Δύση, μέσω της προσέγγισης της Ε.Ε. και της «πρόθυμης» Ιταλίας. Και φυσικά μέσω της υπόθαλψης, με διάφορους τρόπους, της στρατηγικής συνεργασίας με το Ισραήλ στη Μεσόγειο και τους εκεί δορυφόρους του (Ελλάδα και Κύπρο, όπως πρόσφατα επισφραγίσθηκε στη συνάντηση Χριστοδουλίδη και Μόντι), στο πλαίσιο της ανάπτυξης του IMEC, ιδίως σε εμπορικό, ενεργειακό και στρατιωτικό επίπεδο.

Ωστόσο και η Ινδία, μπροστά στους κινδύνους που ενδέχεται να αντιμετωπίσει η οικονομία της, μετά την αμερικανική επίθεση διατυπώνει θέσεις που πλησιάζουν στην αντίδραση που διετύπωσε και το Πεκίνο, τονίζοντας πως «η βία δεν αποτελεί μέσο για την επίλυση των διαφορών» και πως θα πρέπει να πρωτεύσει η διπλωματία. Θυμίζουμε πως στις 16 Ιουνίου, η Global Times, το αγγλόφωνο φερέφωνο του Κινεζικού ΚΚ, δημοσίευσε ένα κύριο άρθρο, με τίτλο «Η βία δεν μπορεί να φέρει ειρήνη στη Μέση Ανατολή», διατυπώνοντας τη θέση του Πεκίνου, που εκφράσθηκε και από τα χείλη του Σι Τζινπίνγκ λίγο αργότερα ζητώντας τη διπλωματία ως τον μόνο δυνατό δρόμο προς τα εμπρός, συμπεριλαμβανομένου του πυρηνικού ζητήματος. Δύο ημέρες αργότερα, ο υπουργός Εξωτερικών Γουάνγκ Γι χαρακτήρισε τις επιθέσεις του Ισραήλ στο Ιράν «απαράδεκτες» και επανέλαβε την υποστήριξη της Κίνας στην ιρανική κυριαρχία. Μια γραμμή συνεπής με τη ρητορική που έχει ήδη υιοθετηθεί για τον πόλεμο στη Γάζα και αυτόν στην Ουκρανία: μια φαινομενική ουδετερότητα, η οποία στην πραγματικότητα όμως πάντα ευθυγραμμίζεται μ’ εκείνες τις δυνάμεις που η Δύση θεωρεί εχθρικές.

Πέρα από τη ρητορική, το Πεκίνο ενδιαφέρεται βαθιά για τη διατήρηση της σταθερότητας του Ιράν, το οποίο θεωρεί ως έναν ουσιαστικό εταίρο σε θέματα υλικοτεχνικής και ενέργειας. Το Ιράν αποτελεί κεντρικό κόμβο στην Πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος», αντιπροσωπεύοντας τον μόνο σταθερό χερσαίο διάδρομο μεταξύ Ανατολικής Ασίας και Ευρώπης που δεν διέρχεται από διαδρομές που ελέγχονται από τις ΗΠΑ. Περίπου το 90% των εξαγωγών πετρελαίου του Ιράν κατευθύνεται σήμερα στην Κίνα, συχνά μέσω εταιρειών που παρακάμπτουν τις κυρώσεις των ΗΠΑ. Επιπλέον, η πρόσβαση της Κίνας στο πετρέλαιο του Κόλπου -το οποίο αντιπροσωπεύει το ήμισυ των εισαγωγών της- καθιστά ζωτικής σημασίας τη διατήρηση ανοιχτού του Στενού του Ορμούζ. Μια κλιμάκωση που θα απειλούσε αυτήν την ενεργειακή οδό θα ήταν άμεσα επιζήμια για την κινεζική οικονομία.

Τόσο η Κίνα, όσο κι η Ινδία ενδιαφέρονται εάν όχι να παραμείνει ακριβώς το status quo στο Ιράν, τουλάχιστον να μην ανοίξει ένας νέος φαύλος κύκλος -όπως συνέβη με το Ιράκ ή το Αφγανιστάν- που θα απειλεί τη σταθερότητα των μεταφορών, την ασφάλεια και την παραγωγή στο κρίσιμο τούτο σταυροδρόμι ακριβώς στο κέντρο μεταξύ Ασίας και Μέσης Ανατολής. Τις τελευταίες ημέρες, τρία κινεζικά μεταφορικά αεροσκάφη Boeing 747 πέταξαν στο Ιράν με δηλωμένα σχέδια πτήσης προς Λουξεμβούργο, αλλά εξαφανίστηκαν από τα ραντάρ κοντά στον ιρανικό εναέριο χώρο. Ο τύπος του αεροσκάφους και η απόκλιση από τη διαδρομή εγείρουν υποψίες για πιθανές μεταφορές υλικών διπλής χρήσης(βαλλιστικά όπλα πχ), παρόμοιες με εκείνες που έχουν ήδη παρατηρηθεί στην έμμεση υποστήριξη που παρείχε η Κίνα στη Ρωσία στην Ουκρανία.

Μπορεί το Πεκίνο να αρνείται οποιαδήποτε άμεση εμπλοκή, αλλά η στρατηγική του παραμένει συνεπής: αποφεύγει μεν μία επίσημη στήριξη στο Ιράν, αλλά ταυτόχρονα υπερασπίζεται τα ενεργειακά συμφέροντα και το πρόγραμμα υποδομών της στην περιοχή, τροφοδοτώντας πάντα μια μετριοπαθή, πλην όμως έμμεσα αντιδυτική, αφήγηση που της είναι χρήσιμη στον διάλογο με τον Global South. Σε τούτο το πλαίσιο το Ιράν παραμένει ένας τακτικός σύμμαχος, όχι απαραίτητα μακροπρόθεσμος στρατηγικός εταίρος, αλλά λειτουργικός στη δημιουργία πίεσης στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην εδραίωση ενός πολυπολικού συστήματος στο οποίο η Κίνα στοχεύει να παίξει τον ρόλο του μεσολαβητή χωρίς να εγκαταλείψει τις βλέψεις της για μετριοπαθή παγκόσμια ισχύ.

Η νέα ανάφλεξη στη μεσανατολική γειτονιά της ανησυχεί ιδιαίτερα την Ινδία, πέρα από την προφανή συνέπεια που θα έχει μία αύξηση της τιμής του πετρελαίου στην οικονομία και την κοινωνία της. Οι ρυθμοί της οικονομίας στην Ινδία εξαρτώνται πλήρως από τη συνδεσιμότητα με τις πηγές υγροποιημένου πετρελαίου στη Μέση Ανατολή. Για τον λόγο αυτόν το Νέο Δελχί έσπευσε να δηλώσει την αντίθεσή του στο κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ, που θα περιπλέξει την κατάσταση στην περιοχή και θα πλήξει και την τροχοδρόμηση της ινδικής οικονομίας και τις εμπορικές της σχέσεις. Από τα στενά του Ορμούζ διακομίζεται το 60-65% των εισαγωγών στην Ινδία.

Οι εξαγωγές της Ινδίας προς το Ιράν ανήλθαν μέσα στο 2025 σε 1,24 δισεκ. δολάρια, με πολλά βασικά προϊόντα της ινδικής οικονομίας να περιλαμβάνονται στο καλάθι των εμπορικών συναλλαγών: από το ρύζι μπασμάτι (753,2 εκατ. δολάρια), τις μπανάνες (53,2 εκατ. δολάρια ΗΠΑ), το άλευρο σόγιας (70,6 εκατ. δολάρια), το γραμμάριο Βεγγάλης (27,9 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ) και το τσάι (25,5 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ). Οι δε εισαγωγές από το Ιράν (κυρίως σε πετρέλαιο) ανήλθαν σε 441,8 δισεκ. δολάρια το τελευταίο οικονομικό έτος. Αντίθετα με το Ισραήλ οι εξαγωγές ανέρχονταν σε 2,1 δισεκ. δολάρια κι οι εισαγωγές 1,6 δισεκ. το διάστημα 2024-25.

Ήδη οι δείκτες του ινδικού Χρηματιστηρίου Sensex και Nifty άνοιξαν σε περιβάλλον αστάθειας τη Δευτέρα μετά την αμερικανική επίθεση. Οι δυσοίωνες προβλέψεις για το πετρέλαιο έχουν αρχίσει να δημιουργούν ερωτήματα για την ανθεκτικότητα των αγορών και του τραπεζικού τομέα της Ινδίας. Η Ινδία εξαρτάται αποκλειστικά στις εισαγωγές σε ό,τι αφορά το 90% του αργού πετρελαίου και του 54% του υγροποιημένου φυσικού αερίου. Μια διακοπή των ροών κι η ανάγκη να στραφεί σε άλλες πηγές (πχ το ακριβότερο αμερικανικό LNG) θα έχει καταστροφικές συνέπειες για την παραγωγή στην Ινδία και την οικονομική ανάπτυξη.

Παράλληλα, η κλιμάκωση της έντασης έχει κι άλλες, σύνθετες, κοινωνικές προεκτάσεις για την Ινδία. Τι θα απογίνουν άραγε οι πολυάριθμοι εργαζόμενοι από τη χώρα, που απασχολούνται σε όλες τις βαθμίδες της οικονομίας, από τους εξειδικευμένους επιστήμονες έως τους απλούς εργάτες, στο Ισραήλ και το Ιράν; Ο επαναπατρισμός τους σημαίνει πρόσθετα προβλήματα στην ινδική οικονομία και απώλεια ακόμη μίας πηγής στην εισροή ξένου συναλλάγματος.

Η περίπλοκη δυναμική μεταξύ Ινδίας και Ιράν παρουσιάζει ένα σύνθετο δίλημμα και ένα στρατηγικό αίνιγμα, καθώς πλοηγείται με βάση τα πολύπλευρα συμφέροντα που διέπουν τη σχέση τους. Από τη μία πλευρά, το Ιράν χρησιμεύει ως απαραίτητος παράγοντας στους γεωστρατηγικούς υπολογισμούς της Ινδίας στην περιοχή της Νοτιοδυτικής-Κεντροασιατικής περιοχής. Κύριος άξονας της σχέσης αυτής είναι η κομβική σχέση που διατηρεί το Ιράν στο εμπρηστικό μέτωπο του Αφγανιστάν, χρησιμεύοντας ως ουδέτερη ζώνη διευκολύνοντας την χερσαία πρόσβαση στην Κεντρική Ασία και διασφαλίζοντας την ενεργειακή ασφάλεια, που τόσο έχει ανάγκη για την ανάπτυξή της η Ινδία.

Αντίθετα, εκείνο που ανησυχεί ιδιαίτερα την Ινδία κι επηρεάζει τη σχέση της με το Ιράν είναι η περιφερειακή συμπεριφορά του Ιράν, ιδίως οι αντιπαλότητές του με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους της -ιδίως το Ισραήλ.

Ωστόσο, παρά την αντιπαλότητα, λόγω θρησκευτικών διαφορών με το Ιράν, η αμφίβολη, διαρκώς εξελισσόμενη, γεωπολιτική κατάσταση που περιβάλλει το γειτονικό Αφγανιστάν, υπογραμμίζει πόσο ενδιαφέρει την Ινδία η οποιαδήποτε πρόκληση αναδύεται στην περιοχή. Ιδίως, οι ανακατατάξεις που έχουν προκύψει μετά την αμερικανική αποχώρηση και τον έλεγχο του Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν, έχει αναζωπυρώσει τελευταία και τη σχέση ανάμεσα στην Τεχεράνη και το Νέο Δελχί.

Οι διάφορες κινήσεις της Ινδίας προς την πλευρά του Ιράν, αποτελούν μία σαφή ένδειξη του κεντρικού ρόλου που το τελευταίο διαδραματίζει στη διαμόρφωση του γεωπολιτικού τοπίου του Αφγανιστάν μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ. Επιπλέον, η πρόσφατη ένταξη του Ιράν ως μέλους του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) και η σύνδεσή του με την ομάδα των BRICS, ανοίγει νέους διαύλους συνεργασίας μεταξύ Ινδίας και Ιράν, ιδίως στους τομείς της ασφάλειας και της συνδεσιμότητας. Αυτή η εξέλιξη έχει τη δυνατότητα να εμβαθύνει και να διαφοροποιήσει τη συνεργασία μεταξύ των δύο εθνών σε αυτούς τους κρίσιμους τομείς.

Επιπλέον, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 είχε βαθύ αντίκτυπο στη γεωπολιτική δυναμική της ευρασιατικής περιοχής. Οι σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Δύσης μετά τη ρηγματική επιδείνωσή τους, έχουν αυξήσει τη στρατηγική σημασία που πλέον έχουν κράτη, όπως η Τουρκία και το Ιράν και για τις δύο πλευρές. Όσο οι δυτικές κυρώσεις επεκτείνονται, η Ρωσία αναζητεί ενεργά εναλλακτικές εμπορικές οδούς, νομισματικές ρυθμίσεις, πολιτική υποστήριξη και επιλογές συνδεσιμότητας. Σε αυτό το πλαίσιο, τόσο η Ινδία αρχικά και στο πλαίσιο των BRICS, αλλά τώρα και το Ιράν αναδεικνύονται ως κρίσιμοι σύνδεσμοι για τη Ρωσία. Όχι μόνον για τις διμερείς σχέσεις, αλλά κυρίως ως προγεφύρωμα για τη δημιουργία συνδέσεων με την Ινδία και τις ασιατικές αγορές, αξιοποιώντας τις χερσαίες οδούς και τα λιμάνια της όπως το Τσαμπαχάρ και το Μπαντάρ Αμπάς. Επιπλέον, το Ιράν κατέχει σημαντική επιρροή στις παγκόσμιες αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου κι είναι βασικός άξονας για την

Είναι σαφές πλέον πως με επίκεντρο το Ιράν, ο Τραμπ και η Δύση ρίχνουν το γάντι δευτερευόντως στη νέα προσπάθεια για να αμφισβητηθεί η παγκόσμια ηγεμονία τους, έτσι όπως την εκπροσωπούν οι BRICS. Δεν είναι ίσως τυχαίο πως η επίθεση κατά του Ιράν συνέπεσε με το «ξεφόρτωμα» αμερικανικών assets από ασιατικές οικονομίες απέναντι στους φόβους για το αμερικανικό χρέος. Μολονότι, η αντίδραση των BRICS ως Ομάδα μπροστά στα γεγονότα στο Ιράν υπήρξε μάλλον μετριοπαθής και τυπική. Είναι προφανές πως άλλη η οικονομική αμφισβήτηση μίας ενός μονοπωλίου και άλλο η απειλή για αντιπαράθεση σε στρατιωτικό πεδίο προς την αυτοκρατορία.