Ο Καραγκιόζης στα «ρυπαρά» καφενεία του 19ου έως τις αρχές του 20ου αιώνα

A’ Μέρος

Ο Καραγκιόζης ποτέ δεν ήταν μόνο για παιδιά, αλλά ήταν και για παιδιά, γιατί η τέχνη του μόνο καλό
θα μπορούσε να προσφέρει σ’ αυτά. Το πώς έφτασε το κοινό του Καραγκιόζη να αποτελείται ως επί
το πλείστων από παιδιά είναι μια μακρά διαδικασία με πολλούς σταθμούς και προεκτάσεις που δεν θα επεκταθούμε άμεσα σε αυτό το κείμενο. Το ότι ο Καραγκιόζης πλέον με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έχει καταταχθεί ως παιδικό είδος δείχνει δυστυχώς την αντιμετώπισή του από πολλούςκαραγκιοζοπαίχτες. Ο υποβιβασμός αυτής της πανάρχαιας λαϊκής τέχνης είναι τραγικός γιατί έτσι υποβιβάζεται η αισθητική των παιδιών, αλλά καιτο ίδιο το θέατρο σκιών. Η έλλειψη γνώσεων αλλά και κριτικής άποψης απέναντι στην καθημερινότητα, οδηγεί ούτως ή άλλως σε υποβιβασμό προσωπικό και συλλογικό.

Το θέατρο σκιών στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου για πολλούς αιώνες αποτελούσε μία από τις κύριες μορφές ψυχαγωγίας των ανθρώπων. Όπως όλες οι λαϊκές τέχνες έτσι και αυτή γεννήθηκε, διαμορφώθηκε και εξελίχτηκε, ανάλογα με τις εκάστοτε κοινωνικές συνθήκες. Όπως είπαμε, μέχρι να φτάσει στις μέρες μας να θεωρείται είδος προσφιλέστερο στις παιδικές ηλικίες, αποτελούσε για πολλά χρόνια αυστηρά ενήλικο μέσο ψυχαγωγίας. Σατίριζε την κοινωνική πραγματικότητα της εποχής, σχολίαζε τα πολιτικά τεκταινόμενα και πολλές φορές αμφισβητούσε την εξουσία. Άλλοτε με ευθύ και άλλοτε με συγκαλυμμένο τρόπο. Επίσης μέσα στην πορεία της εξέλιξής του υπήρξε και βωμολοχικό. Μια ιδιαίτερη πτυχή της ιστορίας του θεάτρου σκιών είναι αυτή των κοινωνικών αντιδράσεων. Ο Καραγκιόζης μέχρι το 1900 είναι αθυρόστομος, βωμολόχος και σάτυρος, συνεχίζοντας την οθωμανική παράδοση του παρελθόντος. Στα έργα του επικρατούν στοιχεία από το οθωμανικό παρελθόν που ειδικότερα οι «εξευρωπαϊστές» του ελλαδικού χώρου ήθελαν να ξεχάσουν.

Πολλοί Καραγκιοζοπαίχτες πέρασαν το κατώφλι της φυλακής λόγω των συνεχών απαγορεύσεων των παραστάσεών τους ή ακόμα γιατί ήταν ύποπτοι επειδή έκαναν παρέα με περιθωριακά στοιχεία που παρακολουθούσαν τις παραστάσεις τους. Ο Μίμαρος (Δημήτρης Σαρδούνης)1, ο Σωτήρης Σπαθάρης2 (πατέρας του Ευγένιου) και ο Σπύρος Βωβός3 είχαν ουκ ολίγες φορές περάσει το κατώφλι των κρατητηρίων.

Όλα τα παραπάνω δεν αφορούν μόνο τον ελλαδικό χώρο αλλά αποτελούν πραγματικότητα σε περιοχές των Βαλκανίων και της βόρειας Αφρικής, όπου το οθωμανικό θέατρο σκιών έχει επίσης παρουσία μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Μια ενδεικτική εικόνα των απαγορεύσεων του θεάτρου σκιών στον βαλκανικό και στον βόρειο αφρικάνικο χώρο είναι η εξής:

• Το 1843 ο Καραγκιόζης απαγορεύεται στην Αλγερία από τους Γάλλους. Αιτία είναι γιατί στις παραστάσεις ο Καραγκιόζης παρουσιάζεται συχνά να χτυπάει γάλλους με ένα τεράστιο φαλλό για ραβδί. Επίσης, άλλη προσφιλής εικόνα στις παραστάσεις ήταν η παρουσία ενός διαβόλου που φορούσε γαλλικά ρούχα.

• Στην Ρουμανία οι παραστάσεις ενός είδους θεάτρου σκιών αποκτούν έντονα στοιχεία πολιτικής σάτιρας, με αποτέλεσμα από το 1864 έως το 1879 στο Ιάσιο να απαγορευτούν τελείως.

• Στο Βουκουρέστι από το 1865 έως το 1869 υπάρχουν πολλές αναφορές της αστυνομίας για διατάραξη της δημόσιας τάξης.

• Στην Βοσνία το 1868 απαγορεύεται το θέατρο σκιών για ένα χρονικό διάστημα. Οι εφημερίδες ακόμα και το 1870 ασκούν έντονη κριτική.

• Γνωρίζουμε ότι οι παραστάσεις θεάτρου σκιών στην Τρίπολη της Λιβύης το 1911 μαζί με τον βωμολοχικό τους χαρακτήρα έχουν εμπλουτιστεί και με πολιτική σάτιρα. Είναι η χρονιά του πολέμου ανάμεσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία καιτην Ιταλία. Η χρονιά που η Ιταλία βομβαρδίζει την Λιβύη για πρώτη φορά στην ιστορία από αέρος. Φαίνεται πως το γεγονός αυτό δεν άφησε ασυγκίνητους τους καραγκιοζοπαίχτες.

Οι αρνητικές αντιδράσεις στον ελλαδικό χώρο

Το θέατρο σκιών εξελίχτηκε και προσαρμόστηκε με τα εδώ κοινωνικά δεδομένα, αφομοιώνοντας το αρχικό οθωμανικό θέατρο. Ο ελλαδικός χώρος για το θέατρο σκιών υπήρξε χωνευτήρι όλων των τάσεων του: α) της οθωμανικής τάσης με τον βωμολόχο και σάτυρο καραγκιόζη, που επιβιώνει μέχρι το 1900 περίπου, β) της λεγόμενης ηπειρώτικης παράδοσης, που κάνει την εμφάνισή του στα μέσα του 19ου αιώνα στην Ήπειρο, με παραστάσεις ηρωικές και χαρακτήρες εμπνευσμένους από μύθους και τοπικές ιστορίες γ) την λεγόμενη Πατρινή παράδοση, με τον καραγκιόζη που δεν θυμίζει σε τίποτα τα δύο πρώτα είδη, αρκετά παραλλαγμένος στα θέματα του, στους χαρακτήρες, ακόμα και στα σκηνικά. Ένας καραγκιόζης που έχει κόψει δεσμούς από το οθωμανικό του παρελθόν και εμφανίζεται στα τέλη του 19ου αιώνα.

Το Οθωμανικό θέατρο σκιών φαίνεται πως αρχικά ήταν σουλτάνικη και αυλική διασκέδαση. Οι Φαναριώτες και τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα είχαν πολύ πριν το 1821 γνώση του συγκεκριμένου φαινομένου. Στην Οδησσό του 1817, ο ανταποκριτής της εφημερίδας Ερμής ο Λόγιος μας πληροφορεί για την ύπαρξη Καραγκιόζη καθώς και για την «άσεμνη» και «ασελγή» φύση του:

«Εάν εις αυτό παριστάνωνται ασελγή και άσεμνα πράγματα, ως ο λεγόμενος Καραγκιόζης εις Κωνσταντινούπολιν…» (Πούχνερ Β., Οι Βαλκανικές Διαστάσεις του Καραγκιόζη, σ. 28, όπου αναφέρεται στο Ερμής ο Λόγιος 1.1.1817).

Ο καραγκιόζης δεν έμεινε για πολύ κλεισμένος στις αριστοκρατικές και σουλτανικές αυλές αλλά γρήγορα εξελίχτηκε σε λαϊκή διασκέδαση. Με την άνοδο των Νεότουρκων ο καραγκιόζης στην Κωνσταντινούπολη παρακμάζει, ίσως γιατί θυμίζει το προηγούμενο καθεστώς. Στην αυλή των Φαναριωτών περιγράφονται παραστάσεις θεάτρου σκιών (οθωμανικού τύπου). Περίπου το 1776 ένας λοχαγός του αυστριακού στρατού που έζησε στην αυλή της Βλαχίας, διορισμένος από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη να ιδρύσει νομική σχολή στο Βουκουρέστι, μας περιγράφει μια τέτοια παράσταση:

«[…] συσκοτίζουν την αίθουσα (όταν η παράσταση γίνεται νύχτα απαλλάσονται απ’ αυτό τον κόπο), στερεώνουν σε μια γωνιά της μια λεπτή οθόνη, τοποθετούν πίσω της ένα τραπέζι και φωτίζουν την κλεισμένη μ’ αυτό τον τρόπο γωνιά με μερικά φώτα[…] τοποθετεί πάνω σ’ αυτό επίπεδες κούκλες φτιαγμένες από χαρτόνι και συναρμολογημένες με σχοινιά στις αρθρώσεις, ώστε να μπορούν να κινούνται […] ώστε οι χάρτινες φιγούρες να βλέπονται από τους θεατές μέσα στην οθόνη σαν σκιές. Πως ένα τόσο χοντροκομμένο θέατρο σκιών (έτσι νομίζω πρέπει να το ονομάσω), ιδωμένο μια φορά, μπορεί να διασκεδάσει έναν έστω και λίγο σκεπτόμενο άνθρωπο και για δεύτερη φορά, αυτό μπορεί να το ρωτήσει μόνο εκείνος που δεν έχει γνωρίσει τη θανάσιμη πλήξη των βλαχο- ελληνικών αυλών […]». (Πούχνερ Β., Οι Βαλκανικές Διαστάσεις του Καραγκιόζη, σ. 20-21).

Παρ’ όλα αυτά, τα πολυπολιτισμικά Γιάννενα του 1809 γνώριζαν τον καραγκιόζη. Αυτό μας πληροφορεί ο περιηγητής Hobhouse:

«Στα Γιάννενα παρακολούθησα μια παράσταση Καραγκιόζη σ’ ένα ρυπαρό καφενείο. Ο καραγκιοζοπαίχτης ήταν Εβραίος που έφτασε στα Γιάννενα με την ευκαιρία του Ραμαζανιού». (ό.π., σ. 29-30).

Φαίνεται πως ο βωμολοχικός οθωμανικός καραγκιόζης, που συνεχίζει να επιβιώνει στην Αθήνα πολλά χρόνια μετά την επανάσταση, ενοχλεί την καθωσπρέπει αθηναϊκή κοινωνία που διαμαρτύρεται. Πολλές διαμαρτυρίες έχουν περάσει και στις εφημερίδες της εποχής. Μάλιστα η κυβέρνηση δημοσιεύει στο υπ’ αρ. 85 φύλλο της Εφημερίδας της Κυβέρνησης με ημερομηνία 1.12.1836, διάταγμα που καλεί την αστυνομία σε επαγρύπνηση:

«Ἡ ἐπαγρύπνησις τῶν κοινῶν παιχνιδίων καὶ κινητῶν θεάτρων, καθόσον ἀφορᾶ τὰ καλὰ ἤθη, ἀνατίθεται εἰς τὴν ἰδιαιτέραν ἐπαγρύπνησιν τῆς ἀστυνομίας».

Η αστυνομία και οι ηθικολόγοι «ευρωπαϊστές» κυνήγησαν τον Καραγκιόζη μέχρι που ο κινηματογράφος τον εξοβέλισε από την πρωτοκαθεδρία των θεαμάτων.

«Ο άνισος αγώνας συνεχίστηκε ως το 1930. Ο ομιλών κινηματογράφος δίνει το θανάσιμο πλήγμα. […] Στα χωριά μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο, άρχισαν να γυρίζουν πλανόδιοι κινηματογραφιτζήδες που κατετρόπωσαν οριστικά τον καραγκιόζη». (Πετρόπουλος Η., Υπόκοσμος και Καραγκιόζης, σ. 100).

Τα καφενεία και τα κρασοπωλεία πλέον δεν κλείνουν τις νύχτες γιατί ο Καραγκιόζης έχει στήσει τον μπερντέ του και αυτό προκαλεί δυσαρέσκεια : «εἰς τὰς Ἀθήνας δὲν κλείουν ὅλης τῆς νυκτὸς» καὶ προσφέρει διασκέδαση «τρεῖς ὁλοκλήρους ὥρας ἐξακολουθῶν νὰ γελᾶ ἀκαταπαύστως καθ’ ὅλον αὐτὸ τὸ διάστημα» (Αθηνᾶ 18.8.1837, στο Καραγκιοζολόγιον τ.4, σ. 15).

Η συζήτηση όμως για το ήθος του Καραγκιόζη συνεχίζει να υπάρχει για πολλά χρόνια ακόμα:

«Λυπούμεθα βλέποντες τὴν Διεύθυνση τῆς Ἀστυνομίας ἀνεχομένην καὶ συγχωροῦσαν τὴν ἐν τισὶ καφενείοις παράστασιν τοῦ λεγόμενου Καραγκιόζη, ἐνῶ ἄλλοτε αὐστηρῶς ἐμποδίζετο αὕτη. Ἀγνοεῖ φαίνεται ὁ κ. Διευθυντὴς ὁποίων αἰσχρῶν καὶ ἀσέμνων πράξεων σκηναὶ παρίστανται διὰ τῶν νευροσπάστων εἰς τὰ βωμολοχικὰ τοῦτα τῶν Ἀσιατῶν θέατρα, καὶ ὁποία διαφθορὰ διαχέεται ὡς ἐκ τούτων εἰς ὅλην τὴν κοινωνίαν μας, ἀφοῦ ἀπειράριθμον πλῆθος διαφόρων παίδων καὶ πολλοὶ μάλιστα ἐκ τῶν μαθητῶν τῶν Γυμνασίων καὶ τῶν σχολείων μας, δὲν παύουσι συχνάζοντες εἰς αὐτὰ καθ’ ἑσπέραν ἀδιακόπως». (Ἀθηνᾶ 4.1.1854, στό Καραγκιοζολόγιον τ. 5,σ. 26).

«Ἡ παράστασις τοῦ Καραγκιόζη ἐπανελήφθη, καὶ τοῦτο πρὸς γνῶσιν τοῦ νέου Διευθυντοῦ (Πάνου Μοναστηριώτη) τῆς Ἀστυνομίας». (Ἀθηνᾶ 8.2.1854 στό Καραγκιοζολόγιον τ. 4, σ. 14).

Το 1864 είναι ο χρόνος διάλυσης της εθνοσυνέλευσης. Στο χώρο της εθνοσυνέλευσης ο θίασος του Καραγκιόζη βρίσκει πλέον τον φυσικό του χώρο και αυτό φαίνεται ότι εκνευρίζει…:

«Κατ’ αυτάς επροικίσθη η πρωτεύουσά μας με έτερον ελληνικό μελόδραμα. Πλησίον της Εισαγγελίας, καθ’ εκάστην εσπέραν δίδονται διάφοροι ηθικώταται παραστάσεις του Καραγκιόζη. Ήτο ανάγκη να συσταθή ήδη και το κατάστημα τούτο αφού έκλεισε εκείνο της συνελεύσεως. Δεν είναι και αυτή πρόοδος των φώτων του πολιτισμού του 19ου αιώνος;». (Πούχνερ Β., Οι Βαλκανικὲς Διαστάσεις του Καραγκιόζη, σ. 35-36 όπου αναφέρεται στην Αυγὴ 20.11. 1864).

Ένα άλλο άρθρο το 1855 μας πληροφορεί για την ανηθικότητα των παραστάσεων καθώς και για τον άσεμνο Καραγκιόζη:

«ἦτο κληροδότημα τῆς ὀθωμανικῆς δυναστείας, […] διέσωζε καὶ μετὰ τὴν ἀλλαγὴν τῆς ἐθνικότητάς του ὅλην τὴν βαυναυσότητα καὶ τὴν ἀνηθικότητα τῆς καταγωγῆς του. Αἱ εὐφυιολογίαι του ἦσαν συνήθως χονδραὶ
καὶ ἀγροῖκοι, τὸ θέμα δὲ τῆς παραστάσεως ἐξικνείτο πολλάκις μέχρι τοῦ ἀσέμνου». (ό.π., σ. 40-41, όπου αναφέρεται σε άρθρο του Μπ. Άννινου στην Εστία, 1888, σ.691).

Ο Καραγκιόζης μπορεί να συνεχίζει να συχνάζει σε «ρυπαρά» καφενεία αλλά είναι αρκετά ευαίσθητος και μάλιστα σατιρίζει τους νεοέλληνες που θέλουν να γίνουν… Φράγκοι:

Μόνον ὁ Καραγκιόζης εἶχε κατασκηνώσει εἰς ρυπαρόν τι καφενεῖον παρὰ τὴν Βρύσιν τοῦ Βοριᾶ […] καὶ μὲ βωμολοχίας ἐπίκαιρους ἐσατύριζε τὰ εἰσδύοντα τότε φραγκικὰ ἤθη. Ἐκεῖ ψυχαγωγοῦντο οἱ Ἀθηναῖοι· […]. (ό.π., σ.30, όπου αναφέρεται σε Θ. Βελλιανίτης, Εστία εικονογραφημένη 1893).

Η αστυνομία συνεχίζει να είναι σε επαγρύπνηση αφού το καλοκαίρι του 1894 στο Μαρούσι και στην Κηφισιά απαγορεύονται οι παραστάσεις του Καραγκιόζη. (Εστία 26.7.1894 και 1.8.1894).

Βέβαια με την αυγή του 20ου αιώνα τα πράγματα σιγά σιγά θα αρχίζουν να παίρνουν άλλη τροπή, μέχρι που ο Καραγκιόζης θα αλλάξει στέκια και συνήθειες, τείνοντας στις μέρες μας να αντιμετωπίζεται σαν φολκλορικό είδος:

Μετά το 1900 οι καραγκιοζοπαίχτες αρχίζουν να εγκαταλείπουν τον πλάνητα βίον και να νοικοκυρεύονται. Το ίδιο ακριβώς φαινόμενο παρατηρείται, λίγο αργότερα και με τους συνθέτες των ρεμπέτικων τραγουδιών. Οι καραγκιοζοπαίχτες, λοιπόν δώσανε αποδείξεις καλής διαγωγής: έπαψαν τις αισχρολογίες και τις φαλλικές παραστάσεις και τους θανατερούς υπαινιγμούς εναντίον των πουλημένων πολιτικάντηδων. Και σιγά- σιγά, άρχισαν να τυπώνουν, σε φτηνά λαϊκά φυλλάδια, ευνουχισμένα και ανάλατα και αφυδατωμένα έργα του θεάτρου σκιών· κυρίως κωμωδίες για μικρά παιδιά. (Πετρόπουλος Η., Υπόκοσμος και Καραγκιόζης, σ. 139).

Ελευθερόκοκκος

Στο ιστορικό μυθιστόρημα Στο φως της ασετιλίνης, του Βασίλη Χριστόπουλου, ο Μίμαρος που παίζει Καραγκιόζη στην Πάτρα παρουσιάζεται φίλος με τον αναρχικό Δημήτρη Μάτσαλη και διωκόμενος από τον τότε αστυνομικό διευθυντή της Πάτρας Στυμφαλιάδη.

Μια σύλληψη του Σπαθάρη ήταν «δια περιύβρισιν αρχής» επειδή ο Μπαρμπα Γιώργος έδερνε τον Βεληγκέκα!
Εκτός των άλλων είχε σκοτώσει και έναν λοχία, ενώ στα χέρια του και στο στήθος εντύπωση έκαναν τα τατουάζ από γοργόνες, φίδια και λιοντάρια, την εποχή που τατουάζ είχαν μόνο περιθωριακά άτομα.

Print Friendly, PDF & Email