Με ποιον τρόπο σκοπεύει ο Ντόναλντ Τραμπ να «εκδικηθεί» τα ΜΜΕ

Ειδικοί σε απολυταρχικά καθεστώτα στην Ευρώπη εκτιμούν ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να κάνει τεράστια ζημιά στην ελευθερία του Τύπου στις ΗΠΑ.

Ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, έχει ορκιστεί να κυνηγήσει πολλά Μέσα Ενημέρωσης κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας του στο Λευκό Οίκο, να βάλει στη φυλακή δημοσιογράφους, να ανακαλέσει άδειες λειτουργίας τηλεοπτικών δικτύων και να ασκήσει αγωγές και μηνύσεις σε δεκάδες ΜΜΕ. Απειλές, που δεν διατυπώνει για πρώτη φορά…

Κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας στο Λευκό Οίκο, ο Τραμπ στόχευε τακτικά τους δημοσιογράφους, τσακωνόταν μαζί τους, χαρακτήριζε τον Τύπο ως τον “εχθρό του λαού” και είχε απαγορεύσει την είσοδο πολλών δημοσιογράφων στις επίσημες συνεντεύξεις Τύπου.

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας που ολοκληρώθηκε την περασμένη εβδομάδα, ο Τραμπ χρησιμοποίησε σκοτεινή και βίαιη ρητορική για να επιτεθεί στα ΜΜΕ – λέγοντας μάλιστα κάποια στιγμή ότι δεν θα τον ενοχλούσε αν κάποιος πυροβολούσε δημοσιογράφους – δημιουργώντας βέβαια ανησυχίες ότι θα εργαλιοποιήσει την κυβέρνηση ενάντια στην ελευθερία του Τύπου.

Ειδικοί σε απολυταρχικά καθεστώτα στην Ευρώπη εκτιμούν ότι στη δεύτερη θητεία του, με δεδομένου ότι έχει περισσότερους υποστηρικτές και λιγότερες ασφαλιστικές δικλείδες γύρω του, ο Τραμπ θα μπορούσε να κάνει τεράστια ζημιά στην ελευθερία του Τύπου στις ΗΠΑ. Μία ματιά σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες όπου η δημοκρατία «διολισθαίνει» είναι αρκετή…

Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, η αποδυνάμωση του Τύπου «δεν είναι ένα πράγμα – δεν είναι απλά ‘θα βάλουμε στη φυλακή τους δημοσιογράφους».

Οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο που ελέγχονται από αυταρχικούς, ισχυρούς ηγέτες, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, της Ουγγαρίας, της Ινδίας και, μέχρι πρόσφατα, της Πολωνίας, έχουν κάνει κινήσεις να καταπιέσουν την ελευθερία του Τύπου. Ο ίδιος ο Τραμπ έχει επαινέσει αμέτρητες φορές τους εν λόγω ηγέτες, με πρώτο και καλύτερο τον Βίκτορ Όρμπαν της Ουγγαρίας.

Οι κινήσεις αυτών των ηγετών ξεκινούν από τις επιθέσεις στους δημοσιογράφους, την υποτίμηση και απαξίωση του ρεπορτάζ, τις πιέσεις προς τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ ώστε να αυτο-λογοκρίνονται, τις αγωγές και τις μηνύσεις κατά ΜΜΕ και δημοσιογράφων και, φυσικά, το να βάζεις πλούσιους συμμάχους να αγοράζουν παραδοσιακά ΜΜΕ ώστε στη συνέχεια να γίνονται φερέφωνα της κυβέρνησης.

Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Northwestern επισημαίνει ότι οι πρόσφατες αποφάσεις των δισεκατομμυριούχων ιδιοκτητών της Washington Post και των Los Angeles Times να σταματήσουν την προγραμματισμένη στήριξη στην Αντιπρόεδρο, Κάμαλα Χάρις, για τις εκλογές είναι ένα καλό παράδειγμα της έμμεσης πίεσης και της αυτο-λογοκρισίας. Και οι δύο δισεκατομμυριούχοι ιδιοκτήτες των δύο εφημερίδων έβαλαν μπροστά τα επιχειρηματικά τους συμφέροντα φοβούμενοι αντίποινα σε περίπτωση που κερδίσει ο Ντόναλντ Τραμπ – όπως και συνέβη.

Η δημοκρατία πεθαίνει στο σκοτάδι

Δημοσιογράφος του The Atlantic επισημαίνει ότι οι αυταρχικοί ηγέτες στην Ουγγαρία και την Πολωνία που υπονόμευσαν δραστικά την ελευθερία του Τύπου, το κατάφεραν «όχι με άμεση λογοκρισία ή λουκέτα, αλλά με χρήματα και επιρροή».

Για παράδειγμα, ένας δισεκατομμυριούχος από το περιβάλλον του Όρμπαν αγόραζε μία εφημερίδα και, στη συνέχεια, άλλαζε τον τρόπο με τον οποίο καλύπτει τις ειδήσεις. Στην Πολωνία, οι διαφημιστές φοβόντουσαν ότι αν φαινόταν ότι στηρίζουν μία ανεξάρτητη εφημερίδα, τότε θα έχαναν συμβόλαια από την κυβέρνηση.

Στην Ουγγαρία, ο Όρμπαν όχι μόνο μεταμόρφωσε τη δημόσια τηλεόραση σε “μία πλατφόρμα προπαγάνδας”, αλλά ταυτόχρονα οι σύμμαχοί του αγόρασαν ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς για να τους μετατρέπουν σε φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ.

Και φυσικά υπάρχουν οι αγωγές και οι μηνύσεις, που στερούν από τα ΜΜΕ τους πόρους λειτουργίας τους. Αν μία εφημερίδα χρειάζεται να πληρώνει διαρκώς νομικούς για να την υποστηρίζουν στα δικαστήρια, τότε υπονομεύεται η λειτουργία της.

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη ξεκινήσει τις αγωγές. Τον περασμένο μήνα, για παράδειγμα, μήνυσε το CBS για 10 δισεκατομμύρια δολάρια, επειδή η εκπομπή “60 Minutes” είχε συνέντευξη με την Κάμαλα Χάρις. Και ακόμα και αν απορριφθεί η αγωγή, το δίκτυο πρέπει να αφιερώσει σημαντικούς πόρους σε δικηγόρους για να τα καταφέρει.

Ένα εξαιρετικό παράδειγμα καταπίεσης των ΜΜΕ και προπαγάνδας είναι το καθεστώς του Κρεμλίνου. Ο Πούτιν δεν έκλεισε ΜΜΕ, ούτε έκανε αγωγές σε δημοσιογράφους. Στο Σύνταγμα υπάρχει ακόμα η πρόβλεψη για την ελευθερία του Τύπου. Ωστόσο, η Ρωσία είναι μία από τις χώρες με τη λιγότερη ελευθερία στον κόσμο…