Η ΑΒΑΣΤΑΚΤΗ ΕΛΑΦΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η «ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑ
Το μεγαλείο της αριστεράς, το ένδοξο παρελθόν και η παρακαταθήκη για το μέλλον…” “Όπως διατείνονται διάφοροι κοινωνιολόγοι, πολιτικοί αναλυτές και λοιποί σχετικοί εμπειρογνώμονες, μια διαιρετική τομή στον κοινωνικό χώρο εκφράζεται με οργανωτικούς όρους. Αυτό συνήθως επιτυγχάνεται ως αποτέλεσμα της δράσης των συνδικάτων, της εκκλησίας, των πολιτικών κομμάτων ή και άλλων οργανισμών, που προσδίδουν επίσημη θεσμική έκφραση στα ενδιαφέροντα των ανθρώπων που βρίσκονται σε κάποια πλευρά της διαίρεσης.
Μάλιστα. Βέβαια, όπως τονίζουν, η φθίνουσα σημασία των παραδοσιακών διαιρετικών τομών αποτελεί μια διαδικασία, που εξελίσσεται άλλοτε με βραδύτερους και άλλοτε με ταχύτερους ρυθμούς. Δεν έχουμε φυσικά λόγο να διαφωνήσουμε. Οι κοινωνικές διαιρέσεις είναι προφανώς εξουσιαστικές κατασκευές και δεν ταυτίζονται με τις κοινωνικές αντιθέσεις, έτσι όπως αυτές εκφράζονται στα πλαίσια του κοινωνικού ανταγωνισμού.
Ας δούμε, όμως, ένα παράδειγμα.
Το 1996 παρουσιάστηκε ως ένα σημαντικό σημείο της λεγόμενης «Ύστερης Μεταπολίτευσης», με μια στρατηγική για το πολιτικό σύστημα αναδιάταξη του «πολωμένου» δικομματισμού μετά τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, όταν η σταδιακή μετάλλαξη της μεταπολιτευτικής διαίρεσης «Αριστεράς – Δεξιάς» στην εμφανιζόμενη ως αξιακή διαίρεση «Συντήρηση – Πρόοδος» έδωσε, πλέον, την θέση της στην πολιτισμική διαίρεση «Εκσυγχρονισμός – Αντιεκσυγχρονισμός». Η σχεδόν αδιάλειπτη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων από το Πασοκ, από το 1981 και μετά, δικαιολογεί απολύτως την ικανότητά του να διεκπεραιώσει επιτυχημένα την σημαντική αυτή υπέρβαση των παραδοσιακών διαιρέσεων.
Αναίμακτα; Σε καμία περίπτωση. Οι κοινωνικές συγκρούσεις, η ένταση, η διάρκεια τους, ο ανεξέλεγκτος σε πολλές περιπτώσεις χαρακτήρας τους, σημάδεψαν την «μετάβαση», αλλά δεν μπόρεσαν να την ανακόψουν. Η αφομοίωση του εξουσιαστικού προτάγματος από τον κοινωνικό χώρο αργά, αλλά σταθερά, μεγάλωνε και, παρά τις εξαιρέσεις, η διάβρωση δεν εκτιμήθηκε συνολικά τότε και στις αληθινές της διαστάσεις. Οι ψευδαισθήσεις μεγάλωσαν, καθώς το πρόταγμα της
«χαλαρής», αλλά και «σεμνής και ταπεινής επανίδρυσης του Κράτους», όπως εκφράσθηκε από την διαχείριση της κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή, εκλήφθηκε από τον ευρύτερο κοινωνικό χώρο ως μια ακόμη ευκαιρία διεκδικήσεων, οικονομικών και όχι μόνον.
Η «κατάρρευση» και η «κρίση», όμως, το 2008, όπως εκδηλώθηκε στο τραπεζικό τομέα στις ΗΠΑ και οι παγκόσμιες επιπτώσεις της, προανήγγειλαν την μεγάλη «διόρθωση». Όπερ και εγένετο. Δια πυρός και σιδήρου. Η Αριστερά δεν θα μπορούσε παρά να βάλει πλάτη, ώστε η κοινωνική οργή να κατευναστεί· η διαχείριση της επιβολής του τρίτου μνημονίου, επομένως, δεν μπορούσε παρά να είναι δικό της επίτευγμα.
Η νέα, λοιπόν, προσπάθεια κατασκευής εκ νέου μιας διαιρετικής τομής προκύπτει απ’ αυτήν την πραγματικότητα. Η «επιστροφή στην κανονικότητα» είναι κοινός τόπος για το πολιτικό σύστημα, έστω και αν προωθείται ως ένα φαινομενικά οπισθοδρομικό εγχείρημα, είτε ως αντι-αριστερής κατεύθυνσης είτε ως αντι- δεξιό πολιτικό εγχείρημα με την ανασυγκρότηση της «προοδευτικής παράταξης».
Σύμφωνα με τον καθηγητή κοινωνιολογίας Κώστα Ελευθερίου, «η πανδημική κρίση δημιούργησε κοινούς τόπους ανάμεσα στους ψηφοφόρους των δύο κομμάτων, τόσο στο επίπεδο της αποδοχής της αναγκαιότητας αλλά και της επιτυχίας του lockdown, όσο και στο επίπεδο της αποτίμησης της συνεισφοράς και της χρησιμότητας του ΕΣΥ. Στην πρώτη περίπτωση επρόκειτο για έναν δεξιόστροφο κοινό τόπο, που λειτούργησε εν πολλοίς δημοσκοπικά υπέρ του κυβερνώντος κόμματος και στη δεύτερη περίπτωση για έναν αριστερόστροφο και σίγουρα περισσότερο διευρυμένο κοινό τόπο, ο οποίος παραταύτα δεν έχει ακόμα επιφέρει τα αναμενόμενα οφέλη στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης» (βλ. άρθρο 15 Σεπτεμβρίου 2020 στον ιστότοπο του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών).
Με δεδομένη την υποχώρηση των κοινωνικών συγκρούσεων, την επιβολή μιας σιδερένιας επιστροφής στην «κανονικότητα» από τους τωρινούς διαχειριστές των κρατικών υποθέσεων, είναι λάθος να πιστεύει κάποιος, ότι η κυβερνητική «κόπωση», η αποσύνθεση του Συριζα, η κοινωνική απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος, δεν θα λάβουν το κατάλληλο «φάρμακο» για να εξασφαλιστεί η γρήγορη «ανάρρωση».
Η τεχνική αναστήλωση του Πασοκ, στην οποία συμμετέχουν με θέρμη φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης, μπαίνει στην πρώτη γραμμή επειγόντως στα πλαίσια της ανάγκης για «υπεύθυνη» εναλλακτική λύση σ’ ένα πολιτικό σύστημα που «ασθμαίνει». Υποψηφιότητες από την ανεξάντλητη δεξαμενή του «εκσυγχρονιστικού» Πασοκ, όπως η Άννα Διαμαντοπούλου, πιστοποιούν την πολιτική σύγκλιση δεκαετιών στην οποία ήδη αναφερθήκαμε. Στην πρόσφατη εκδήλωση του Πασοκ για τα 50 χρόνια από την Διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη, ο Κώστας Σημίτης τόνισε ότι, «σήμερα περισσότερο από ποτέ προοδευτικός κόσμος ζητάει μια διέξοδο για να ελπίσει ξανά και οι ευκαιρίες δεν είναι άπειρες». Κατά διαβολική (;) σύμπτωση, η αναστήλωση του Πασοκ προηγείται χρονικά από το τελικό ξεκαθάρισμα στον Συριζα.
Φυσικά δεν χρειάζεται πολύ μυαλό για να καταλάβουμε, ότι τα ντέρτια είναι κοινά. Καλά ξεμπερδέματα…