Ευθανασία: Η Κούβα νομιμοποίησε το δικαίωμα – Τι έγραφε ο Αλέξανδρος Βέλιος πριν 8 χρόνια
Τη νομιμοποίηση του δικαιώματος στην ευθανασία αποφάσισε αργά το βράδυ της Παρασκευής το κοινοβούλιο της Κούβας.
Έγινε έτσι η δεύτερη χώρα στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, που θεσμοθετήθηκε το δικαίωμα, μετά την Κολομβία.
«Το δικαίωμα των ανθρώπων να έχουν αξιοπρεπή θάνατο αναγνωρίζεται σε αποφάσεις για το τέλος της ζωής που μπορεί να περιλαμβάνουν τον περιορισμό της θεραπευτικής αγωγής, της συνεχούς ή παρηγορητικής θεραπείας, ή διαδικασίες που τερματίζουν τη ζωή», σύμφωνα με το κείμενο, που συμπεριλήφθηκε στις διατάξεις για την επικαιροποίηση του νομικού πλαισίου του συστήματος δημόσιας και δωρεάν υγείας για όλους.
Η ρωμαιοκαθολική εκκλησία της Κούβας δεν έχει σχολιάσει την απόφαση αυτή ως τώρα.
Η ευθανασία και η ιατρικά υποβοηθούμενη αυτοκτονία, που συναντούν την απόλυτη αντίθεση των περισσότερων θρησκειών, προκαλούν έντονες αντιδράσεις σε διεθνές επίπεδο. Γενικά οι πρακτικές αυτές είναι νόμιμες σε ελάχιστες χώρες. Σε άλλες αντίθετα εξισώνεται με φόνο.
Η Ελβετία, η Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Ισπανία, η Γερμανία, η Νέα Ζηλανδία και κάποιες πολιτείες των ΗΠΑ επιτρέπουν την ευθανασία. Σε ορισμένες από αυτές τις χώρες, επιτρέπεται επίσης η ιατρικά υποβοηθούμενη αυτοκτονία, σε περιπτώσεις που οι ασθενείς υποφέρουν πολύ, ακόμη κι αν δεν έχουν ασθένεια τελικού σταδίου.
Αλέξανδρος Βέλιος: Ελευθερία επιλογής
Στην Ελλάδα μία από τις μεγαλύτερες συζητήσεις γύρω από την ευθανασία, την προκάλεσε ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Αλέξανδρος Βέλιος, ο οποίος πέθανε το 2016.
Έχοντας ξεκινήσει από τα τέλη του 2015 την περιπέτεια με τον καρκίνο και διαπιστώνοντας ότι δεν υπάρχει γυρισμός, ο Αλέξανδρος Βέλιος αποφάσισε να δώσει τη μάχη για έναν «ανθρώπινο θάνατο», αφήνοντας μάλιστα ως πολύτιμη παρακαταθήκη ένα εξαίσιο σύγγραμμα, υπό τον τίτλο «Εγώ κι ο θάνατός μου: Το δικαίωμα στην ευθανασία»!
Ήταν όλο πόνημα αυτής της επώδυνης περιόδου και αποτέλεσμα των σκέψεων και των συναισθημάτων, που τον πλημμύρισαν μόλις το τέλος ήταν πλέον ορατό.
«Με ποιο δικαίωμα η θρησκεία, ο νόμος, η ιατρική επιλέγουν πριν από μένα για μένα πότε και πώς επιτρέπεται να πεθάνω; Με ποιο δικαίωμα οι εξουσίες που θέλουν να οριοθετούν τη ζωή μας μας αφαιρούν και την ελευθερία επιλογής στο θάνατό μας;» αναρωτιόταν μέσα από το βιβλίο του, δίδοντας μία γενναία μάχη για την αξιοπρέπεια.
«Έχω βαθιά ικανοποίηση που φεύγω έχοντας καταφέρει να δημιουργήσω μεγάλο θόρυβο γύρω από ένα θέμα που με έκαιγε. Φεύγω με την ελπίδα ότι έχω κινητοποιήσει κάποια πράγματα μέσα σε μια παραιτημένη κοινωνία, φεύγω με την ελπίδα ότι αυτό το μουχλιασμένο πολιτικό σύστημα ενδεχομένως να αποδεχθεί την ανάγκη κάποιας αλλαγής στο Ποινικό Δίκαιο ώστε η ευθανασία να επιτρέπεται και να λυτρωθούν από τους πόνους χιλιάδες άνθρωποι που σήμερα, αύριο και μεθαύριο λιώνουν και θα λιώνουν σαν ένα κομμάτι κρέας στα νοσοκομεία, για να κάνουν πολλοί γιατροί θεραπευτικό τζίρο» δήλωνε λίγα 24ωρα πριν πεθάνει!