Δεμένοι στα λιμάνια μας… 1

γράφει ο: Πάλλας Βαγγέλης Δημοσιογράφος – Ερευνητής – Αναλυτής IFJ/SPJ

Ήμαστε η γενιά του ’50. Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πως καταφέραμε να επιβιώσουμε. Ήμαστε μια γενιά σε αναμονή: Περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας…
Έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε.
Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή. Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί,. Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναμε ταξίδια, πέντε άτομα ε ένα φιατάκι, σε βανάκια και αγροτικά και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης».
Δεν είχαμε ντουλάπια και μπουκαλάκια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά, ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ώτο – στοπ, καβαλάγαμε μοτοσυκλέτες χωρίς δίπλωμα. Οι κούνιες μας ήταν φτιαγμένα από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες.
Πέτρινα χρόνια, ύστερα από κατοχή – εμφύλιο, νέα αφεντικά, νέες συνήθειες, νέες περιπέτειες (πολιτικές), νέα οράματα, νέοι αγώνες για ένα καλύτερο κόσμο και όμως ζούσαμε ήρεμα και απλά. Στους θερινούς κινηματογράφους με πασατέμπο και γκαζόζα περνάγαμε αξέχαστες βραδιές.
Αν και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια, δεν σκοτώσαμε εικονικά ανθρώπους, περνάγαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες κατρακυλώντας σε κάποια κατηγόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένα.
Παίζαμε «μακριά γαϊδούρα» και κανείς δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση, πηγαίναμε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε όλη την ημέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόμους, Κανείς δεν μπορούσε να μας βρει για να μας χαλάσει την παιδική μας αθωότητα.
Δεν υπήρχαν τότε κινητά – τάμπλετ. Σπάγαμε τα κόκκαλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος για να τιμωρήσει τους «υπεύθυνους». Ανοίγαμε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με πέτρες και ξύλα και δεν έτρεχε τίποτα. Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο, σουλφαμίδα ή μερικά ράμματα. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά μόνο ο εαυτός σου.
Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο ένας στον άλλο και μαθαίναμε να το ξεπερνάμε. Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι. Μοιραζόμασταν μπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας ας δεν έπαθε τίποτα. Καμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες ας το αντιμετώπιζαν πλένοντάς μας το κεφάλι με ζεστό ξύδι.
Σήμερα η λύτρωση του ελληνικού λαού απ’ όσα έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια, με κυριότερο την απαξίωση του ως ατόμου και την πλήρη υποβάθμιση της αξιοπρέπειάς του, περνάει από το χέρι του. με όσα έχουν γίνει και για εκείνα που αναμένονται.
Τότε δεν είχαμε Playstation, Νίntendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες με ήχο surround, υπολογιστές ή ιντερνέτ. Εμείς είχα φίλους, κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε…
Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά βγαίναμε στο δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίζουμε κρυφτό, αμπάριζα… μέχρι έφτανε η τεχνολογία.
Φτιάχναμε παιχνίδια μόνοι μας από ξύλα… χάσαμε χιλιάδες μπάλες ποδοσφαίρου. Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο.
Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους φωνάζαμε από την πόρτα. Φανταστείτε το…
Χωρίς κανέναν υπεύθυνο. Πως τα καταφέρναμε;
Μπορεί σήμερα να υπάρχει ένα εγκατεστημένο εκδοτών – καναλαρχών, οι οποίοι κέρδισαν δισεκατομμύρια και συνεχίζουν να κερδίζουν από την διαπλοκή τους με την εξουσία, παραπλανούν εσκεμμένα και με προκλητικό τρόπο τον κόσμο, όμως είναι αδιανόητο με όσα έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια, ένα σημαντικό ποσοστό πολιτών που έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα να συνεχίζουν να υποστηρίζουν αστικά κόμματα.

Print Friendly, PDF & Email