Δεκατρείς Θέσεις Μαρξισμού-Φεμινισμού

Αυτή η βάση για την Μαρξιστική φεμινιστική σκέψη και δράση, η οποία διατυπώθηκε από την Φρίγγα Χάουγκ, είναι το αποτέλεσμα μιας συλλογικής διαδικασίας κατά τα Συνέδρια Marx Fem. [1] Με μια εισαγωγή από την Φρίγγα Χάουγκ.

Ενόψει των βαθέων κρίσεων του καπιταλισμού, με όλες τις βαλβίδες ασφαλείας ανοιχτές, έτσι που η κάθε κρίση είναι απλώς η εντατικοποίηση της προηγούμενής της˙ με τις κρίσεις να επηρεάζουν ολοένα και περισσότερο τις συνθήκες της καθημερινής ζωής κάνοντας τον σχεδιασμό για το μέλλον δυσχερέστερο και περισσότερο αβέβαιο για έναν διαρκώς αυξανόμενο αριθμό γυναικών, που αφήνονται μόνες να επωμιστούν ένα διπλάσιο φορτίο, απηύθυνα κάλεσμα στις Μαρξίστριες φεμινίστριες που είχα γνωρίσει στο κίνημα από την δεκαετία του 1970, σε συναντήσεις, σε ταξίδια ή ως επισκέπτρια καθηγήτρια, για να συζητήσουμε από κοινού την κατάσταση. Κατά τη γνώμη μας, είχε σημάνει πλέον η ώρα να συναντηθούν οι Μαρξιστικές φεμινιστικές δυνάμεις σε παγκόσμιο επίπεδο, ακριβώς όπως ο καπιταλισμός και οι κρίσεις που παρήγαγε είχαν γίνει παγκόσμιες. Με λίγα λόγια, είχε έρθει η ώρα για μια Μαρξιστική Φεμινιστική Διεθνή.

Μέσα σε μια μόλις εβδομάδα, σαράντα γυναίκες από ολόκληρο τον κόσμο ανταποκρίθηκαν στην πρώτη μου πρόσκληση, με τριάντα τέσσερεις από αυτές να υποβάλλουν την συμμετοχή τους στο συνέδριο που οραματιζόμουν. Αυτό το πρώτο συνέδριο πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο από τις 22 έως τις 25 Μαρτίου 2015, με τη συμμετοχή περισσότερων από 500 γυναικών από είκοσι χώρες. [2] Με σκοπό την μετατροπή αυτού του Διεθνούς Συνεδρίου σε μόνιμο και όχι μεμονωμένο γεγονός, και ταυτοχρόνως την διασφάλιση της συνέχειάς του στο μέλλον, έγραψα δώδεκα θέσεις για την τελική ολομέλεια, ως απόσταγμα των κοινών αντιλήψεων που αναδείχθηκαν στις τριάντα τέσσερις ομιλίες. Για να το κάνω, μου δόθηκε η δυνατότητα να εκμεταλλευτώ το προνόμιο του διοργανωτή να λαμβάνει γνώση των ομιλιών εκ των προτέρων. Κατά την διάρκεια μιας συζήτησης στην Ολομέλεια του Βερολίνου, στην οποία ακούστηκαν οι φωνές πολλών γυναικών, απαιτήθηκαν τροποποιήσεις, βελτιώσεις και επεκτάσεις˙ μια σύνοψη των οποίων κατέγραψα και συμπεριέλαβα σε μια νέα έκδοση των αρχικών θέσεων. Δεν υπήρξε καμία απολύτως διαφωνία πάνω στο ζήτημα της συνέχισης του συνεδρίου. Το επόμενο συνέδριο πραγματοποιήθηκε στη Βιέννη, το 2016 όπου, και πάλι, συμμετείχαν περισσότερες από 500 γυναίκες από τριάντα χώρες. Οι θέσεις έπρεπε να επεξεργαστούν εκ νέου και να βελτιωθούν με μια περαιτέρω συζήτηση.

Ας δούμε τις θέσεις ως λίθους, με τους οποίους οικοδομήσαμε όσα έχουμε ήδη επιτύχει, ως θεμέλια, ως φωνές για το «μανιφέστο» μας ως Μαρξίστριες φεμινίστριες. Είναι “αποσκευές”, που πάντα τίθενται προς συζήτηση στα μεγάλα φόρουμ και κάθε φορά συζητούνται σε μια διαφορετική ομάδα, πάντα χρήσιμες και πάντα διαθέσιμες προς χρήση. Πολλές προτάσεις που διατυπώθηκαν στο Συνέδριο της Βιέννης (για τις αναπαραγωγικές τεχνολογίες, για την συμπερίληψη των αυτόχθονων πολιτισμών, για τον αρτιμελισμό) περιμένουν ακόμη να ενσωματωθούν. Οι θέσεις είναι ένα εργαλείο εργασίας και μια διασφάλιση ταυτόχρονα για το τι είμαστε και πού θέλουμε να πάμε, ενώ τόσο ο δρόμος όσο και ο στόχος είναι ανοιχτοί για κοινή συζήτηση και συνεπώς για αλλαγή.

Φρίγγα Χάουγκ

13 Θέσεις Μαρξισμού – Φεμινισμού
I.

Ο Μαρξισμός και ο Φεμινισμός είναι οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος, οφείλουμε να πούμε όμως ότι το νόμισμα αυτό απαιτεί μετασχηματισμό. Ο Φεμινιστικός Μαρξισμός παραμένει σταθερά πιστός στην κληρονομιά του Μαρξ, και συνεπώς στη σημασία της ανάλυσης της εργασίας, με την έμμισθη μορφή της και ως κινητήριας δύναμης του εργατικού κινήματος. Ωστόσο, στην προσπάθειά του να μεταφέρει τις υπόλοιπες γυναικείες δραστηριότητες επίσης στο κέντρο της ανάλυσης, ο Μαρξιστικός Φεμινισμός μετατρέπει το θέμα των οικιακών και μη οικιακών δραστηριοτήτων, από την ατελέσφορη αντιμετώπισή τους ως ένα εντελώς ενιαίο σύνολο, είτε αντιστρόφως, ως εντελώς ξεχωριστές μεταξύ τους (συζήτηση για τη διπλή οικονομία, συζήτηση για την οικιακή εργασία) – σε θεμελιώδη αμφισβήτηση της κατοχής των σχέσεων παραγωγής και σε μεταμόρφωση της έννοιάς τους για να αφορούν φεμινιστικά ζητήματα.
II.

Ας θεωρήσουμε κατά συνέπεια πως υπάρχουν δυο παραγωγές, αυτή της ζωής και αυτή των μέσων της ζωής. Μεταξύ τους συνδέονται και συσχετίζονται και έτσι είναι δυνατόν να εξετάσουμε τις ατομικές πρακτικές και τον τρόπο που αυτές αλληλεπιδρούν. Ανοίγει έτσι ένα τεράστιο πεδίο έρευνας, όπου μπορούν να διερευνηθούν συγκεκριμένοι τρόποι κυριαρχίας και να αναζητηθούν δυνατότητες μετασχηματισμού με διαφορετικούς τρόπους που θα λαμβάνουν υπόψη τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες και το ιστορικό πλαίσιο.
III.

Είναι ξεκάθαρο πως οι έμφυλες σχέσεις είναι σχέσεις παραγωγής και δεν αποτελούν απλώς προσθήκη στις σχέσεις παραγωγής. Όλες οι πρακτικές, οι κανόνες, οι αξίες, οι αρχές, οι θεσμοί, η γλώσσα, ο πολιτισμός κ.λπ., κωδικοποιούνται στις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων. Αυτή η θεώρηση καθιστά τη φεμινιστική Μαρξιστική έρευνα τόσο γόνιμη όσο και απαραίτητη. Η συγχρονικότητα και η αλληλουχία των παγκόσμιων σχέσεων, και η ταυτόχρονη ετερογένεια ιστορικά συγκεκριμένων ειδών καταπίεσης των γυναικών απαιτούν από τους διεθνείς ακτιβιστές να συγκεντρώσουν τις γνώσεις και τις εμπειρίες τους.
IV.

Ο Μαρξισμός δεν είναι χρήσιμος για την καπιταλιστική κοινωνία και τους ακαδημαϊκούς της κλάδους που νομιμοποιούν την κυριαρχία. Δεδομένου ότι ο Μαρξισμός-Φεμινισμός θεωρεί ότι οι άνθρωποι φτιάχνουν τη δική τους ιστορία (οι ίδιοι) – ή ότι εκεί όπου εμποδίζονται να το κάνουν, πρέπει να επιτευχθεί η αυτοδιάθεσή τους – , είναι ακατάλληλος για μια δομή ελέγχου από πάνω προς τα κάτω. Το γεγονός αυτό καθιστά δυνάμεις παραγωγής τόσο την διαθέσιμη έρευνα, όπως η λειτουργία της μνήμης, όσο και την ιστορικο-κριτική αντιμετώπιση του εαυτού στο συλλογικό, άρα και την αυτοκριτική.
V.

Το ότι όλα τα μέλη της κοινωνίας πρέπει να συμμετάσχουν σε σχέσεις κυριαρχίας για να ενεργήσουν, απαιτεί συγκεκριμένη μελέτη αυτών των κόμβων κυριαρχίας που παραλύουν ή συγκρατούν την επιθυμία για αλλαγή στην καπιταλιστική πατριαρχία. Οι φεμινίστριες έχουν εδώ το πλεονέκτημα ότι έχουν λιγότερα προνόμια από αυτά που συνοδεύουν την συμμετοχή στην εξουσία, επομένως έχουν λιγότερα να χάσουν, καθώς και περισσότερη εμπειρία στο να βλέπουν τον κόσμο από τα κάτω.
VI.

Όλα τα μέλη της καπιταλιστικής κοινωνίας υφίστανται τη ζημία που επιφέρεται σε αυτές τις σχέσεις κυριαρχίας / υποταγής˙ και ως εκ τούτου, κανείς δεν βρίσκεται καν κοντά στο να ζει σε μια απελευθερωμένη κοινωνία. Στο παρόν που βρισκόμαστε, υπάρχουν ιστορικά εδραιωμένες μορφές κυριαρχίας και βίας, που δεν μπορούν να υποβιβαστούν αποδίδοντάς τες σε μια συνεχή πορεία ανάπτυξης ή μια κεντρική αντίφαση. Οι άγριες μορφές βίας (κατά των γυναικών), η βιαιοπραγία, η ετοιμότητα για πόλεμο κ.λπ. πρέπει να κατανοηθούν ως ιστορικά ανομοιογενείς μορφές φρίκης που απορρέουν από παλιές σχέσεις. Για τις Μαρξίστριες φεμινίστριες, αυτές οι βίαιες σχέσεις πρέπει να αποτελούν θεμελιώδες θεωρητικό και πρακτικό μέρος του αγώνα τους για απελευθέρωση, και του αγώνα για την επίτευξη του στάτους των υποκειμένων επί και κατά της ανδρικής ανθρώπινης υπανάπτυξης.
Αλλά η βία δεν είναι απλώς η έκφραση παραδοσιακών και ξεπερασμένων σχέσεων, αλλά και σχέσεων που παράγονται σήμερα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο απαιτείται μια συγκεκριμένη κατανόηση της κριτικής και της ανάλυσης που αποφεύγει τις ουσιοκρατίες. – Οι πιο βάναυσες μορφές βίας έχουν επιστρέψει ως φρίκη από σχέσεις που θεωρούσαμε ότι έχουν ξεπεραστεί και που είναι ταυτόχρονα προϊόν των σημερινών σχέσεων.
VII.

Ο Μαρξισμός-Φεμινισμός παίρνει θέση στην υπεροχή του εργατικού κινήματος ως ιστορικό υποκείμενο και παράγοντας μεταμόρφωσης. Η εισαγωγή του Φεμινισμού στον Μαρξισμό, και με αυτόν τον τρόπο η αλλαγή του τελευταίου καθώς και του πρώτου, καθιστά απαραίτητη την κριτική άποψη του παραδοσιακού Μαρξισμού, που αναφέρεται αποκλειστικά στο εργατικό κίνημα. Ο Μαρξισμός είναι η κριτική του Μαρξ για το εργατικό κίνημα και την πολιτική οικονομία – αυτό είναι που κάνει την δύναμή του ασύγκριτη. Κάνει επίσης ορατούς τους περιορισμούς του. Η μοίρα της εργατικής τάξης δείχνει επίσης την αδυναμία της να αναγνωρίσει και να αναπτύξει περαιτέρω ερωτήματα, που ξεπερνούν τον ιστορικό ορίζοντα των ταξικών αγώνων. Αυτός ο παραδοσιακός Μαρξισμός δεν είναι δεκτικός ούτε στα νέα φεμινιστικά ερωτήματα ούτε σε εκείνα της οικολογίας, επομένως πρέπει να συνεχίσουμε να δουλεύουμε πάνω σε αυτό. Ο πλούτος των διαφόρων κινημάτων καθώς και ο αχρησιμοποίητος πλούτος της πολιτιστικής κληρονομιάς του Μαρξ απαιτούν συνεχή εργασία για το σήμερα. Αυτή είναι μια πρόκληση για όλες τις Μαρξίστριες φεμινίστριες, υπάρχει γενική συμφωνία πάνω σε αυτό, όπως γίνεται φανερό σχεδόν από όλες τις συμμετοχές στα συνέδρια.
VIII.

Η διαμάχη για τη φυλή, την τάξη και το γένος / φύλο (διατομεακότητα) πρέπει να προχωρήσει περαιτέρω. Η σχέση μεταξύ τάξης και φύλου σε όλες τις κοινωνίες που έχει καταλάβει ο καπιταλισμός πρέπει να διερευνηθεί λεπτομερώς. Αυτό που εμφανίζεται ως «έμφυλο ζήτημα» πρέπει να απαντηθεί συγκεκριμένα για κάθε κοινωνία και πολιτισμό ξεχωριστά και να σχετίζεται με τα δύο άλλα είδη καταπίεσης. Η μη γραμμική σκέψη είναι απαραίτητη.
IX.

Στις αναταραχές που ακολούθησαν την κρίση του Φορντισμού, έκδηλες στη σειρά κρίσεων της ταχέως παγκοσμιοποιημένης οικονομίας και υπαίτιες για τις ολοένα πιο επισφαλείς συνθήκες στις οποίες οδηγούνται οι άνθρωποι, οι γυναίκες είναι μεταξύ εκείνων που χάνουν, όπως και άλλα περιθωριοποιημένα επαγγέλματα και ομάδες.
X.

Η διάλυση του δυτικού κράτους πρόνοιας σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία αφήνει τη φροντίδα για τη ζωή στις γυναίκες: με μη αμειβόμενη οικιακή εργασία ή με χαμηλόμισθη έμμισθη εργασία. κάτι που γίνεται εμφανές στην παγκόσμια αλυσίδα των επαγγελμάτων φροντίδας. Μπορούμε να την φανταστούμε ως “κρίση φροντίδας”, ως αναγκαία συνέπεια μιας καπιταλιστικής κοινωνίας, η οποία καθώς μετατοπίζει το οικονομικό της κέντρο προς την παροχή υπηρεσιών, συμπιέζει τα κέρδη της, ενώ καταφεύγει στη χρήση ολοένα και πιο βάρβαρων μορφών χειρισμού των κρίσεων μέσω της άνισης δημιουργίας επιπέδων αξίας.
XI.

Είναι κοινό χαρακτηριστικό όλων μας να βάζουμε τη ζωή στο κέντρο των αγώνων μας, άρα και τους αγώνες για συλλογικά αυτό-καθοριζόμενο χρόνο. Υπάρχει επίσης μια πρόταση που μπορούμε να ακολουθήσουμε: να αναλύσουμε τις κρίσεις γύρω από τη ζωή, βλέποντάς τες ως συνέπεια των λογικών του άνισου χρόνου μέσα σε ιεραρχικά οργανωμένους τομείς. Ως πολιτική η Χάουγκ προτείνει την τέσσερα-σε-ένα οπτική, δηλαδή να αφήσουμε τη χάραξη πολιτικής να καθοδηγείται από τη διάθεση του χρόνου, και κατ’ αυτόν τον τρόπο να μην προσαρμόζει τους τομείς μεταξύ τους, αλλά να τους απαλλάσσει από την ιεραρχία μέσω της γενίκευσης. Μόνο όταν όλοι θα είναι ενεργοί σε όλους τους τομείς, θα είναι δυνατή μια απελευθερωμένη κοινωνία.
XII.

Οι αγώνες μας στρέφονται κατά της κυριαρχίας και είναι ριζοσπαστικά δημοκρατικοί – αυτό απαιτεί επίσης πολιτική από τα κάτω. Η αντίστασή μας τοποθετείται πολιτιστικά και χρονολογικά με διαφορετικούς τρόπους. Αλλά είμαστε ενωμένοι με τον Μαρξ, «για να ανατρέψουμε όλες τις σχέσεις στις οποίες ο άνθρωπος είναι ένα υποτιμημένο, υποδουλωμένο, εγκαταλειμμένο, κατάπτυστο ον». Η οργάνωση ενός Μαρξιστικού Φεμινιστικού συνεδρίου, και η αντανάκλαση των τρόπων συνεργασίας και σύγκρουσής μας μέσα σε αυτό, είναι ένα μέσο για να μεταφραστεί η αντίστασή μας σε ανάπτυξη ενός συνεχούς Μαρξιστικού Φεμινιστικού κινήματος.
XIII.

Οι Mαρξίστριες φεμινίστριες δεν παραμένουν πλέον στην θέση την οποία τις έχει κατανείμει το εργατικό κίνημα, δυνάμει του καταμερισμού τη εργασίας, καθώς οι γυναίκες ενσαρκώνουν την ειρήνη και είναι υπεύθυνες για τη διατήρησή της, ενώ οι άνδρες συνεχίζουν να διεξάγουν πολέμους. Αρνούμαστε να περιοριζόμαστε σε αυτήν την πολιτική, αλλά επιθυμούμε να φέρουμε ευθύνη για το σύνολο. Στη σημερινή παγκόσμια κατάσταση, που χαρακτηρίζεται από κρίσεις και πολέμους, θεωρούμε την φεμινιστική εξουσία αναγκαία. Φέρουμε την ευθύνη και έχουμε ισχυρές δυνατότητες.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Η αναφορά αυτή δημοσιεύτηκε στο Argument 323, Krise des Politischen I, Τεύχος 3, 2017
πρβ. το βιβλίο Wege des Marxismus-Feminismus, δημοσιευμένο ως Argument 314, που τεκμηριώνει τις περισσότερες ομιλίες.

Frigga Haug

πηγή: transform-network.net

Print Friendly, PDF & Email