Σβετλάνα Τιχανόφσκαγια: «Δεν ξέρω πόσο μακρύ είναι το χέρι του Λουκασένκο»
Η περίπτωση της Σβετλάνας Τιχανόφσκαγια (Sviatlana Tsikhanouskaya) δεν έχει προηγούμενο στη μακρά, πλούσια ιστορία των αντιφρονούντων που αγωνίστηκαν ενάντια στα αυταρχικά καθεστώτα της Ευρώπης κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα.
Από τη μια ημέρα στην άλλη, κυριολεκτικά, αυτή η νοικοκυρά που είχε επιλέξει να μείνει σπίτι για να μεγαλώνει τα παιδιά της, βρέθηκε στην ηγεσία της ενωμένης δημοκρατικής αντιπολίτευσης της Λευκορωσίας. Η γυναίκα που δεν είχε ασχοληθεί ποτέ με την πολιτική ή έστω τον ακτιβισμό, εκτοξεύθηκε στο κέντρο της Ιστορίας, ως πρωταγωνίστρια ενός πολιτικού θρίλερ που με τη δραματική σύλληψηBelarus journalist’s family fear torture after plane arrest | BBC News του δημοσιογράφου Ρομάν Προτασέβιτς στην πτήση Αθήνα-Βίλνιους της Ryanair, έχει φτάσει στην κορύφωσή του.
Ο Προτασέβιτς είχε έρθει στην Αθήνα για να καλύψει την επίσκεψη της Τιχανόφσκαγια στη χώρα μας. Η 39χρονη αρχηγός της λευκορωσικής αντιπολίτευσης, η οποία ζει αυτοεξόριστη στη Λιθουανία, βρέθηκε εδώ για το Φόρουμ των Δελφών, μετά από πρόσκληση του υπουργείου Εξωτερικών.
I met with Belarusian opposition leader @Tsihanouskaya on the sidelines of #delphiforum. We discussed the situation in #Belarus & reiterated the need to resolve crisis through dialogue, in respect of democracy & human rights. pic.twitter.com/cWgdLbM1Mf
— Nikos Dendias (@NikosDendias) May 14, 2021
«Δεν ξέρω πόσο μακρύ είναι το χέρι του Λουκασένκο», έλεγε το βράδυ που τη συναντήσαμε σε ένα εστιατόριο του κέντρου. Νομίζω ότι ακόμη και εκείνη, που γνωρίζει καλά πόσο βάναυσο μπορεί να γίνει το καθεστώς, δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί τι θα συνέβαινε μετά από λίγα μόνο εικοσιτετράωρα.
«Ας πάει στην κουζίνα να τηγανίσει κοτολέτες»
Η σχέση της Τιχανόφσκαγια με την πολιτική ξεκινάει τον Μάιο του 2020, όταν το καθεστώς συλλαμβάνει τον άντρα της Σεργκέι ΤιχανόφσκιSergei Tikhanovsky, δημοφιλή μπλόγκερ κατά της διαφθοράς, για να εμποδίσει τη συμμετοχή του στις προεδρικές εκλογές. «Εντελώς αυθόρμητα, από αγάπη για τον άντρα μου και μόνο, αποφάσισα ότι θα κατέβω εγώ στη θέση του», αφηγείται. «Εκείνη την ώρα δεν σκεφτόμουν το μέλλον της χώρας, ήθελα μόνο να κάνω κάτι για να τον υποστηρίξω. Ήμουν, άλλωστε, σίγουρη ότι δεν θα μου επέτρεπαν να πάρω μέρος. Είχα ετοιμάσει ακόμη κι ένα οργισμένο λογύδριο για να εκφράσω την οργή μου για την αδικία σε βάρος του». Διότι το καθεστώς δεν παίρνει στα σοβαρά τις γυναίκες. «Το Σύνταγμά μας δεν είναι για γυναίκες. Ας πάει στην κουζίνα της να τηγανίσει κοτολέτες», είχε σχολιάσει ο Λουκασένκο την υποψηφιότητά της.
Μέσα σε λίγες ημέρες, η 38χρονη νοικοκυρά θα βρεθεί επικεφαλής της ενωμένης αντιπολίτευσης, έχοντας στο πλευρό της άλλες δυο γυναίκες που βγαίνουν μπροστά, στη θέση δυο ακόμη αντρών που έχουν αποκλειστεί από την εκλογική κούρσα. «Η ανταπόκριση των ανθρώπων ήταν τεράστια, ήταν συγκινητική. Δεν μπορούσα πια να κάνω πίσω. Θα ήταν σαν να τους προδίδω», λέει. «Πλέον είχα ηθικό χρέος να συνεχίσω». Την ίδια ώρα, όμως, αρχίζει να δέχεται απειλές κατά της ζωής της. Και τηλεφωνήματα που την προειδοποιούν ότι βάζει τα παιδιά της σε κίνδυνο. Η Τιχανόφσκαγια αποφασίζει να τα στείλει στο εξωτερικό. Και κατεβαίνει στις εκλογές απέναντι σε αυτόν που είναι γνωστός ως «ο τελευταίος δικτάτορας της Ευρώπης».
Σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα της 9ης Αυγούστου, ο άνθρωπος που κυβερνάει τη χώρα για πάνω από 26 χρόνια, αποσπά το 80% των ψήφων. Το ίδιο βράδυ, βέβαιοι ότι το αποτέλεσμα ήταν προϊόν εκτεταμένης νοθείας, οι Λευκορώσοι αρχίζουν να βγαίνουν στους δρόμους. Η Τιχανόφσκαγια και το επιτελείο της δεν έχουν εικόνα των πρώτων διαδηλώσεων – το καθεστώς έχει διακόψει την πρόσβαση στο ίντερνετ, δεν έχουν τρόπο να ενημερωθούν. «Το επόμενο πρωί πηγαίνουμε στα γραφεία της Εκλογικής Επιτροπής και ζητάμε νέα καταμέτρηση των ψήφων. Μαζί στο δωμάτιο είναι δυο άντρες των μυστικών υπηρεσιών. Μου λένε ότι οι διαδηλωτές δολοφονήσαν αστυνομικούς. Φυσικά ήταν ψέματα». Της λένε ότι έχει την ευθύνη για τις δολοφονίες και θα καταλήξει στη φυλακή για τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνια. Την τρομοκρατούν ότι δεν θα μπορέσει να δει ποτέ ξανά τα παιδιά της. «Μόλις βγεις από αυτήν την πόρτα θα σε συλλάβουμε. Εκτός αν δεχτείς να φύγεις σήμερα κιόλας από τη χώρα», της λένε. Η συζήτηση κρατάει πάνω από τρεις ώρες.
Η Τιχανόφσκαγια θα φύγει από την Λευκορωσία, για να πάει στα παιδιά της. «Κοιτάζοντας πίσω, δεν ξέρω…», λέει έπειτα από μια παύση. «Η πίεση που μου άσκησαν, η τρομοκρατία, ήταν κάτι για το οποίο ήμουν εντελώς απροετοίμαστη Ξέρουμε πού είναι τα παιδιά σου, μου είπαν. Τρομοκρατήθηκα. Δεν ξέρω πόσο μακρύ είναι το χέρι του Λουκασένκο». Κι έτσι παίρνει μια απόφαση για την οποία, όπως λέει, νιώθει ακόμη ενοχές. Την κοιτάζω με απορία. «Ξέρετε, νιώθω τεράστιο θαυμασμό για την Μάσα. Όταν έσκιζε το διαβατήριό της, ήξερε ότι θα την πάνε στη φυλακή», λέει. Αναφέρεται στην Μαρία ΚολεσνίκοβαMaria Kalesnikava, μια από τις άλλες δυο επικεφαλής της ενωμένης αντιπολίτευσης, η οποία έσκισε το διαβατήριό τηςBelarus protests: Opposition leader ‘tore up passport’ to avoid expulsion | BBC News όταν οι δυνάμεις ασφαλείας την απήγαγαν και την οδήγησαν στα σύνορα με σκοπό να την βγάλουν από τη χώρα. «Νιώθω ενοχές, ναι. Γιατί φοβήθηκα ότι δεν θα ξαναδώ τα παιδιά μου και υπέκυψα στις απειλές».
Οι πολιτικοί κρατούμενοι
Τους μήνες που ακολούθησαν, κι ενώ στην πατρίδα της βρισκόταν σε εξέλιξη μια μεγάλη, ειρηνική επανάστασηΛευκορωσία: Μια ιστορία για το τέλος του φόβου που όμοιά της δεν έχει ξαναζήσει η Ευρώπη, η Τιχανόφσκαγια θα οργανώσει την εξόριστη αντιπολίτευση και θα ξεκινήσει τις επαφές με τους Ευρωπαίους ηγέτες. «Ο στόχος μας είναι να καταφέρουμε να πείσουμε το καθεστώς να δεχτεί να πάει σε διαπραγματεύσεις με σκοπό να οδηγηθούμε σε ελεύθερες εκλογές. Για να το πετύχουμε αυτό, έχουμε ανάγκη από διαμεσολαβητές». Θα μπορούσαν στις διαπραγματεύσεις να συμμετέχουν κι εκπρόσωποι των γειτονικών μας κρατών, λέει. «Θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να συμμετέχουν εκπρόσωποι της Πολωνίας και της Ρωσίας», σημειώνει. «Υπάρχουν πολλά περιθώρια διαπραγμάτευσης, είμαστε ανοιχτοί να συζητήσουμε τα πάντα. Αρκεί να μπει τέλος στη βία».
Ξέρουμε για τι μιλάει: Τουλάχιστον 35.000 άνθρωποι έχουν περάσει ή βρίσκονται ακόμη στις φυλακές της Λευκορωσίας, κατηγορούμενοι για την αντιπολιτευτική τους δράση. Σήμερα, αρκεί να γράψει κανείς ακόμη κι επιστολή σε κρατούμενο για να μπει το στόχαστρο των αρχών. «Κάθε πρωί, χιλιάδες άνθρωποι φεύγουν για τη δουλειά τους και παίρνουν μαζί τους έναν σάκο με κάποια είδη πρώτης ανάγκης, γιατί ξέρουν ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή να συλληφθούν. Για το παραμικρό. Οι άνθρωποι δεν είναι πουθενά ασφαλείς. Πολύ συχνά κάνουν έφοδο στα σπίτια τους. Έρχεται η αστυνομία το πρωί, στις 5 ή στις 6, σπάει την πόρτα και συλλαμβάνει γονείς μπροστά στα παιδιά τους. Ή τους συλλαμβάνουν και μετά κάποιος παίρνει τα παιδιά τους από το σχολείο και τα πάει σε ορφανοτροφείο». Δεν επιτρέπουν σε άλλους συγγενείς να αναλάβουν τη φροντίδα τους. Αυτό το τελευταίο είναι πολύ συχνό – είναι αυτό που τρέμουν όλες οι οικογένειες».
Τα περισσότερα από όσα περιγράφει η Τιχανόφσκαγια είναι γνωστά από μαρτυρίες αντιφρονούντων που έχουν φύγει στο εξωτερικό και από κανάλια στο Telegram. Τη ρωτάω πώς είναι η κατάσταση μέσα στις φυλακές. «Κάποιους τους κρατούν μόνο 15 μέρες, άλλους έναν μήνα, άλλους πολλούς μήνες. Τους ταπεινώνουν, συστηματικά. Είναι μέρος της τακτικής για να τους τσακίσουν το ηθικό. Δεν τους δίνουν σεντόνια, πετσέτες ή χαρτί τουαλέτας. Ή βάζουν πολλά άτομα σε ένα κελί με τρία κρεβάτια και πρέπει να κοιμούνται εναλλάξ». Άλλοι διηγούνται πώς τους έκλεισαν σε ένα μικροσκοπικό κελί χωρίς παράθυρα κι έχυσαν χλωρίνη στο πάτωμα, για να είναι βασανιστήριο ακόμη κι η αναπνοή. Και βέβαια, υπάρχουν οι μαρτυρίες για τους βιασμούς γυναικών και αντρών.
«Γι αυτό βρίσκομαι εδώ. Γι’ αυτό ταξιδεύω όσο μπορώ και συναντώ πολιτικούς και δημοσιογράφους. Για να θυμίσω στον κόσμο ότι η κατάσταση στην Λευκορωσία δεν έχει αλλάξει. Ίσα ίσα γίνεται όλο και χειρότερη», λέει η Τιχανόφσκαγια. Ξέρει, συνεχίζει, πως όταν κάτι συμβαίνει σε διαφορετικό τόπο, όταν δεν κυκλοφορούν πολλές φωτογραφίες, η υπόθεση ξεχνιέται. Όσο βρίσκονταν σε εξέλιξη οι διαδηλώσεις, ο κόσμος κοίταζε προς το Μινσκ. Όμως η ίδια δεν θέλει να προτρέψει τους συμπατριώτες της να ξαναβγούν στους δρόμους. Οι εικόνες, το ξέρει, θα βοηθούσαν. Το περασμένο φθινόπωρο, έβγαιναν κάθε εβδομάδα στους δρόμους πάνω από 200.000 άνθρωποι. «Γυναίκες, φοιτητές, εργάτες, άνθρωποι με αναπηρίες, συνταξιούχοι – δεν γίνεται να επιτρέψουμε να συνεχίσουν να διακινδυνεύουν κατά αυτόν τον τρόπο. Δεν θέλουμε άλλα θύματα. Κοιτάξτε, είμαστε στον 21ο αιώνα. Είμαστε πολιτισμένοι. Μπορούμε να συζητήσουμε. Πρέπει να μπει τέλος στη βία».
Ζητάω από την Τιχανόφσκαγια να εξηγήσει πώς καταφέρνει ο Λουκασένκο να παραμένει γαντζωμένος στην εξουσία, τη στιγμή που η οικονομία της χώρας καταρρέει. «Έχουμε ένα δυσθεώρητο χρέος στη Ρωσία. Δυο φορές δανείστηκε χρήματα από τη Ρωσία ο Λουκασένκο. Τι πούλησε για να εξασφαλίσει τη στήριξη του Κρεμλίνου; Δεν γνωρίζουμε. Μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Ίσως πουλάει χώρο για να αναπτυχθούν ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις. Ίσως το Κρεμλίνο δεν μπορεί να ανεχτεί μια δημοκρατική Λευκορωσία, διότι αυτό θα αποτελέσει προηγούμενο; Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε», απαντάει.
Καθώς την ακούω να κάνει εκτιμήσεις για τη στάση της Ρωσίας, ή να περιγράφει τις συναντήσεις που είχε τους περασμένους μήνες με διάφορους Ευρωπαίους ηγέτες, σκέφτομαι πόσο διαφορετική μπορεί να αισθάνεται από τη γυναίκα που ήταν πριν από έναν μόλις χρόνο. «Ω, δεν θα έλεγα ότι είμαι διαφορετική. Απλώς χρειάστηκε να εκπαιδεύσω τον εαυτό μου σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Δεν ήξερα τίποτε, έπρεπε να μελετήσω και να μάθω τα πάντα», αποκρίνεται. «Τι διδάχτηκα, όμως; Ότι αν η ζωή σε φέρει σε μια θέση που ποτέ δεν περίμενες, αν ξέρεις ότι πρέπει κάτι να κάνεις, θα το κάνεις».
Λίγο πριν αποχαιρετιστούμε, η Σβετλάνα Τιχανόφσκαγια μου λέει ότι αν μπορούσε να ζητήσει κάτι από τους πολίτες, «όχι από τους ηγέτες, αλλά από τον κόσμο που μπορεί να ενδιαφέρεται για τη μοίρα των Λευκορώσων», θα ήταν να στέλνουν επιστολέςΜέσω αυτής της ιστοσελίδας μπορεί κανείς να στείλει επιστολές στους Λευκορώσους πολιτικούς κρατούμενους στους πολιτικούς κρατουμένους. Ειδικά τώρα, που οι συμπατριώτες τους κινδυνεύουν να καταλήξουν κι αυτοί στη φυλακή αν το κάνουν. «Έχει σημασία να νιώθουν ότι δεν είναι μόνοι και λησμονημένοι. Χρειάζονται ηθική υποστήριξη, να ξέρουν ότι κάποιος τους έχει στον νου του. Δεν θα φτάσουν ποτέ όλες οι επιστολές στους παραλήπτες τους. Δεν τους τις δίνουν όλες. Αλλά έστω και λίγες να πάρουν, μετράει», μου λέει. Μπορεί να διακρίνει στο βλέμμα μου μια απορία, ή έναν δισταγμό. Κάτι τόσο απλό όσο οι επιστολές, μετράει; Δεν λέω κάτι, αλλά η Τιχανόφσκαγια ίσως υποψιάζεται τι σκέφτομαι. «Οι άνθρωποι που ζουν σε δημοκρατικές χώρες δεν μπορούν να φανταστούν πώς είναι η κατάσταση».
«Σας περνάει ποτέ από το μυαλό να επιστρέψετε στο Μινσκ;» τη ρωτάω ενώ φεύγει. «Όχι, ξέρω ότι δεν θα ήμουν πια ασφαλής. Κατηγορούμαι για τρομοκρατία και ξέρετε, στη χώρα μου ισχύει ακόμη η ποινή του θανάτου», απαντά. Το σκεφτόμουν αυτό χθες, όταν έγινε γνωστή η απαγωγή και η σύλληψη του Προτασέβιτς, ο οποίος επίσης αντιμετωπίζει την κατηγορία της τρομοκρατίας. Η Τιχανόφσκαγια έφυγε από την Αθήνα την Κυριακή 16 Μαίου, αφού άλλαξε την τελευταία στιγμή πτήση, για τεχνικούς λόγους. Μπορεί κανείς εύλογα να αναρωτηθεί εάν θα μπορούσε να είναι εκείνη ο στόχος, αντί για τον 26χρονο δημοσιογράφο. Στενοί συνεργάτες της σχολίασαν στο inside story ότι δεν έχουν κανένα λόγο να υποψιάζονται κάτι τέτοιο. Αλλά και ότι δεν αποκλείουν τίποτε.
πηγή: insidestory.gr