Να επιτραπεί η χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού εναντίον δημοσιογράφων επιδιώκει η Μάλτα

Από Alice Taylor | EURACTIV.com | Μεταφρασμένο από Μαριάνθη Πελεκανάκη

Επτά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεταξύ των οποίων και η Μάλτα, πιέζουν ώστε οι κυβερνήσεις να έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν κατασκοπευτικό λογισμικό (spyware) κατά των δημοσιογράφων βάσει της Ευρωπαϊκής Πράξης για την Ελευθερία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (EMFA), η οποία υποτίθεται ότι θα δημιουργούσε ένα πλαίσιο που θα τους προστάτευε.

Από τα πρακτικά της συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Νοεμβρίου προκύπτει ότι η Ιταλία, η Γαλλία, η Φινλανδία, η Ελλάδα, η Κύπρος, η Σουηδία και η Μάλτα επιμένουν στη διατήρηση μιας παραγράφου που προβλέπει μια επιφύλαξη για την απαγόρευση της παρακολούθησης δημοσιογράφων, η οποία αναφέρει το εξής: «Το παρόν άρθρο δεν θίγει την ευθύνη των κρατών μελών για την προστασία της εθνικής ασφάλειας».

Σύμφωνα με τα πρακτικά, η Ιταλία δήλωσε ότι η διατήρηση της παραγράφου αυτής αποτελεί «κόκκινη γραμμή», ενώ η Γαλλία, η Φινλανδία και η Κύπρος δήλωσαν ότι «δεν είναι πολύ ευέλικτες». Επίσης, η Σουηδία, η Μάλτα και η Ελλάδα ήθελαν επίσης να κρατήσουν την παράγραφο «με κάποιες [μικρές] διαφοροποιήσεις», ανέφερε το The Shift News.

Η EMFA είναι μια νέα νομοθεσία που επιδιώκει να ρυθμίσει το ευρωπαϊκό τοπίο των μέσων ενημέρωσης και να διασφαλίσει την προστασία της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης και των δημοσιογράφων. Βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση εδώ και 15 μήνες και πρόκειται να οριστικοποιηθεί στο τέλος αυτής της εβδομάδας.

Η συμπερίληψη της εν λόγω παραγράφου από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Ιούνιο προκάλεσε μεγάλη ανησυχία στην κοινότητα των μέσων ενημέρωσης, αλλά μόνο η Πορτογαλία την κατήγγειλε ανοιχτά.

Εκπρόσωπος της πορτογαλικής αντιπροσωπείας στις Βρυξέλλες δήλωσε στο Investigate Europe ότι «ανησυχούν για τις μελλοντικές επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει η διάταξη αυτή όχι μόνο στην ελευθερία των δημοσιογράφων να ασκούν το επάγγελμά τους, αλλά και στην ευρωπαϊκή κοινωνία των πολιτών».

Όταν η πλατφόρμα μέσων ενημέρωσης επικοινώνησε με άλλες χώρες, μόνο η Γαλλία, η Φινλανδία και η Σουηδία απάντησαν ότι επιθυμούν να συμπεριληφθεί η διάταξη περί εθνικής ασφάλειας.

Η EMFA για να περάσει, χρειάζεται ειδική πλειοψηφία των κυβερνήσεων, που αντιστοιχεί στο 65% του πληθυσμού της ΕΕ. Με τους επτά σκληροπυρηνικούς, συν την Ουγγαρία, η οποία απορρίπτει ανοιχτά την EMFA, αντιπροσωπεύουν το 36% του πληθυσμού, ποσοστό που δεν αρκεί για την ψήφισή της.

Ο Γερμανός ευρωβουλευτής των Πρασίνων Daniel Freund μάλιστα σχολίασε: «Οι κυβερνήσεις δεν έχουν καμία δουλειά να βρίσκονται στα τηλέφωνα των δημοσιογράφων. Εμείς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχουμε προβλέψει κάτι τέτοιο. Είναι απαράδεκτο ότι τα κράτη μέλη προσπαθούν να επαναφέρουν αυτή την παράγραφο για τις παρακολουθήσεις από την πίσω πόρτα».

Αλλά ακόμη και πολιτικοί της δεξιάς έχουν εκφραστεί κατά της παραγράφου. Ο Γάλλος δεξιός πολιτικός Geoffroy Didier, ο οποίος συμμετείχε στις συζητήσεις, δήλωσε ότι ζήτησε από την κυβέρνησή του να «εγκαταλείψει το σχέδιό της να κατασκοπεύσει νόμιμα τους δημοσιογράφους», προσθέτοντας πως «αυτός ο ευρωπαϊκός κανονισμός πρέπει να προστατεύει τον πλουραλισμό και όχι να επιτρέπει την κατασκοπεία».

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παρουσίασε το δικό του σχέδιο νόμου τον Οκτώβριο, προτείνοντας μια περιορισμένη χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού που θα καθορίζεται κατά περίπτωση. Θα απαιτεί εντολή από ανεξάρτητο δικαστή και δεν θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τις πηγές ή τις επαγγελματικές δραστηριότητες των δημοσιογράφων.

Εν μέσω πιέσεων από τα επτά κράτη και της θέσης του κοινοβουλίου, το τελικό νομικό κείμενο αναμένεται να αποφασιστεί από κοινού με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή εντός της εβδομάδας.

Την τελευταία στιγμή, η γερμανική κυβέρνηση προσπάθησε να σώσει τον νόμο με την υφυπουργό για τα μέσα ενημέρωσης, Claudia Roth, να πείθει την κυβέρνησή της και τα κρατίδια να μην αναφέρουν την «εθνική ασφάλεια» στον νόμο. Η θέση της Γερμανίας διατυπώνει την παράγραφο ως εξής: «Το παρόν άρθρο δεν θίγει την ευθύνη των κρατών μελών για τη διασφάλιση των τομέων για τους οποίους είναι αποκλειστικά υπεύθυνα».

Εάν υιοθετηθεί, αυτό θα αφήσει την ερμηνεία και το θέμα εν γένει, στα χέρια των εθνικών δικαστηρίων.

Print Friendly, PDF & Email