Η Επανάσταση του 1821 στην Κρήτη : Έγινε ενώ υπήρχαν 3 πασάδες & ισχυρός τουρκικός στρατός
Ο αγώνας των χριστιανών κατοίκων της Κρήτης για την απαλλαγή από την τουρκική κυριαρχία και για την ένωση με την Ελλάδα ήταν συνεχής, από τα τέλη του 18ου και σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα.
Η «αφετηρία της εποχής των επαναστάσεων στην Κρήτη θα μπορούσε να τοποθετηθεί στο 1770, παρά στο 1821», ενώ οι επαναστάσεις της περιόδου 1770-1897 θα πρέπει να εξεταστούν ως «ενιαίο ιστορικό φαινόμενο» καθώς πρόκειται για μία σειρά ένοπλων αντιδράσεων στην τουρκική διοίκηση.
Η δε ιστορία των Κρητικών Επαναστάσεων θα μπορούσε να χωριστεί ανάλογα με τον χαρακτήρα των κινητοποιήσεων και τις επιδράσεις τους στην εξέλιξη του Κρητικού Ζητήματος, όπως ονομάστηκε το ζήτημα της ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα.
Ως εκ τούτου, μέχρι το 1821 δεν είχε εκδηλωθεί κάποια κίνηση με έντονη εθνική χροιά. Η Επανάσταση του Δασκαλογιάννη στρεφόταν εναντίον των Τούρκων, οι συνθήκες όμως, δεν ήταν πρόσφορες και συνδεόταν περισσότερο με μία «παράδοση κοινωνικής διαμαρτυρίας»,γι’ αυτό και δε γενικεύτηκε στο νησί.
Αντίθετα, το 1821, η Φιλική Εταιρεία, έχοντας μυήσει δεκάδες Κρητικούς στους σκοπούς της, είχε προετοιμάσει το έδαφος για μία νέα επαναστατική κινητοποίηση στην Κρήτη, αυτή τη φορά σφυρηλατημένη με έντονο εθνικό περιεχόμενο.
Η παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε συνδυασμό με την επίδραση φιλελεύθερων ιδεών, απόρροια των κηρυγμάτων της Γαλλικής Επανάστασης, προετοίμασαν την εκδήλωση επαναστατικών κινημάτων.
Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, η επανάσταση το 1821 επεκτάθηκε σε όλο το νησί, συμβαδίζοντας έτσι με τα τεκταινόμενα στον εθνικό κορμό.
Ο κίνδυνος για λάθος συμπεράσματα από την αποσπασματική μελέτη των Κρητικών Επαναστάσεων είναι ορατός.Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του κατεξοχήν ιστορικού της Ελληνικής Επανάστασης Σπυρίδωνος Τρικούπη που φέρεται να μέμφεται τους Κρητικούς, γιατί καθυστέρησαν να κινηθούν το 1821 σε σχέση με τους επαναστάτες στην Πελοπόννησο.
Ο Σπυρίδων Τρικούπης, κατά τον Κριτοβουλίδη, δε λαμβάνει υπόψη του ότι 50 χρόνια πριν από την εκδήλωση της κινητοποίησης του 1821, είχε ξεσπάσει στην Κρήτη η Επανάσταση του Δασκαλογιάννη.
Χαρακτηριστική είναι η αντίδραση των Ζαμπελίου και Κριτο-βουλίδη «[…] σφάλλει ὁ Σπυρίδων Τρικούπης λέγων ὅτι οἱ Κρῆτες ἔμειναν ἀδιά-φοροι […]».
Συγκεκριμένα, ο Σπυρίδων Τρικούπης γράφει τα ακόλουθα για την επανάσταση στην Κρήτη το 1821: «[…] Ἂν καὶ ἡ ἐπανάστασις ἐξηπλώθη καθ’ ὅλην τὴν Πελοπόννησον καὶ διεδόθη καὶ εἰς τὸ Αἰγαῖον, ἂν καὶ πλοῖα ὑπὸ σημαίαν ἑλληνικὴν ἐφαίνοντο κατὰτὰ παράλια τῆς Κρήτης, οἱ κάτοικοι αὐτῆς Χριστιανοὶ καὶ οἱ ἐπὶ τῶν πεδινῶν καὶ οἱ ἐπὶ τῶν ὀρεινῶν τόπων δὲν ἐσείσθησαν παντάπασιν· […]».
Από μία πρώτη ματιά φαίνεται ο Τρικούπης να μη λαμβάνει υπόψη του την έντονη παρουσία του τουρκικού στρατού και τα ασφυκτικά για τους χριστιανούς μέτρα των Τούρκων που είχαν ενταθεί μετά την Επανάσταση του Δασκαλογιάννη.
Ωστόσο ο ιστορικός Τρικούπης, στον τρίτο τόμο της Ιστορίας του, φαίνεται να γνωρίζει την κατηγορία του Κριτοβουλίδη και την αποδίδει σε παρανόηση εκφράζοντας την απορία του γι’ αυτήν. Μεταξύ άλλων, επισημαίνει τα ακόλουθα:
«[…] ὅσα ὑπέφεραν πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως δεινὰ οἱ Κρῆτες χριστιανοὶ ὡς πολὺ δεινότερα ὅσων ὑπέφεραν οἱ ἀλλαχοῦ τῆς Ἑλλάδος, καὶ περιπαθέστερον ἱστορήσας τά, ἀρχομένης τῆς ἐπαναστάσεως, μεγάλα παθήματά των, ἀπορῶπῶς ὁ κ. Κριτοβουλίδης παρενόησε τὰς πρὸς τοὺς δεινοπατούντας τούτους ὁμογενεῖς θερμὰς καὶ προφανεῖς συμπαθείας μου […] Θεωρήσας τὴν ἐν Κρήτῃ δόξαν τοῦ ἀγῶνος ἑλληνικὴν δόξαν, ἀποδίδω πολλάκις ἐν τῇ Ἱστορίᾳ μου τον ὀφειλόμενον ἔπαινον εἰς τὸν πατριωτισμόν, τὴν ἀνδρίαν, καὶ τὴν ἐν τοῖς δεινοῖς καρτερίαν τῶν ἐν Κρήτῃ Χριστιανῶν, τόσον ἀνίσως πρὸς τοὺς ἐχθροὺς ἀγωνιζομένων […]»
Η Επανάσταση του 1821 δεν πραγματοποιήθηκε με καθυστέρηση στο νησί, αν ληφθούν υπόψη τα σκληρά αντίποινα των Τούρκων κατά την προγενέστερη επανάσταση του 1770 και την περίοδο που ακολούθησε, που έκαναν τους Κρητικούς και δη τους Σφακιανούς, επιφυλακτικούς και περισσότερο προσεκτικούς στις κινήσεις τους.
Το γεγονός ότι για 50 χρόνια μετά την Επανάσταση του Δασκαλογιάννη δεν πραγματοποιήθηκε άλλη μεγάλη κινητοποίηση δεν αποτελεί τυχαίο γεγονός, αλλά αποτέλεσμα της σκλήρυνσης της στάσης των οθωμανικών αρχών και του φόβου των χριστιανών για αντίστοιχα αντίποινα με αυτά του 1770.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης Επανάστασης, ο οθωμανικός στρατός εισέβαλε στην επαρχία Σφακίων, κατέστρεψε τα χωριά της και δολοφόνησε και αιχμαλώτισε μεγάλο μέρος του πληθυσμού της. Τα γυναικόπαιδα κατέφυγαν στα βουνά. Αλλά και μετά την καταστολή της κινητοποίησης άρχισε άγριος διωγμός και ασκήθηκε έντονη βία στον χριστιανικό πληθυσμό της νήσου.
Οι οθωμανικές αρχές επέβαλαν κεφαλικό φόρο και ετήσια χρηματική αποζημίωση για όλη την επαρχία Σφακίων, ενώ αργότερα αναπτύχθηκε ο λεγόμενος γενιτσαρισμός. Η καταπίεση της οθωμανικής διοίκησης αύξησε τις «εξωμοσίες» των χριστιανών που ασπάζονταν τη μουσουλμανική θρησκεία. Πολλά χωριά της επαρχίας Σελίνου και Μονοφατσίου οδηγήθηκαν σε αυτήν την πρακτική.
Επιπλέον, ο ιστορικός Κ. Παπαρηγόπουλος επεσήμανε στα 1887 ότι η Κρήτη ήταν το μοναδικό από τα μεγάλα νησιά που επαναστάτησε το 1821,και εξέφρασε την απορία του πώς οι Κρητικοί κατόρθωσαν να παρατείνουν τις κινητοποιήσεις τους, καθώς βρισκόταν σε δυσχερέστατη κατάσταση σε σχέση με τον ηπειρωτικό ελληνικό χώρο, λόγω και της παρουσίας ισχυρού τουρκικού στρατού στο νησί και τριών πασάδων (σε Ηράκλειο, Ρέθυμνο και Χανιά), τη στιγμή που σε ολόκληρη την Πελοπόννησο, όταν ξέσπασε η Επανάσταση, υπήρχε μόνο ένας.
Μετά την ατυχή για τους επαναστατημένους Κρήτες λήξη της Επανάστασης του 1821, οι Μεγάλες Δυνάμεις αρνήθηκαν να συμπεριλάβουν το νησί στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος και η Κρήτη παραχωρήθηκε στον Μωχάμετ Άλη.
Από το 1830 έως το 1840, όσο διάρκεσε η περίοδος της Αιγυπτιοκρατίας, πραγματοποιήθηκε στο νησί ένα φιλόδοξο πρόγραμμα κοινωφελών έργων, για την υλοποίηση των οποίων, όμως, επιβλήθηκε βαριά φορολογία, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η εκδήλωση του κινήματος των Μουρνιών, τον Σεπτέμβριο του 1833, το οποίο κατεστάλη.
Από την άλλη, ο Μωχάμετ Άλη στράφηκε και κατά του ίδιου του σουλτάνου. Όταν, μάλιστα, οι Αιγύπτιοι εισέβαλαν στη Μικρά Ασία, ο σουλτάνος Μαχμούτ ο Β αναγκάστηκε, προκειμένου να εξασφαλίσει τη διπλωματική υποστήριξη των Μεγάλων Δυνάμεων, να υποσχεθεί ότι θα προέβαινε σε μεταρρυθμίσεις και θα καταργούσε τις διακρίσεις σε βάρος των Χριστιανών υπηκόων του.
Ως εκ τούτου, δημοσίευσε το 1839 το Hatt-i Sherif, εγκαινιάζοντας την περίοδο των μεταρρυθμίσεων του οθωμανικού κράτους. Με την ήττα του Μωχάμετ Άλη και την υπογραφή της Συνθήκης του Λονδίνου (1840), η Κρήτη αποσπάστηκε από την αιγυπτιακή κυριαρχία και επανήλθε στη δικαιοδοσία της Υψηλής Πύλης.
(Πηγή: Το κείμενο του καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης Εμμανουήλ Χαλκιαδάκη αντλήθηκε από την εργασία “Η Επανάσταση του Δασκαλογιάννη και οι Κρητικές Επαναστάσεις του 19ου αιώνα”, Κρητολογικά Γράμματα 23 (2015))
πηγή: e-storieskritis.gr