Η εκπαίδευση των Ρομά στην Ελλάδα
ΠΑΛΛΑΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ –ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ
Φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός χαρακτηρίζουν τη ζωή των Ρομά σε όλη την Ευρώπη, με τα θεμελιώδη δικαιώματα τους στους τομείς της εργασίας, της στέγασης, της ιατρικής περίθαλψης και της εκπαίδευσης να καταπατούνται από, όλες τις χώρες
Ο κοινωνικός αποκλεισμός των Ρομά αν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα θα έχει σοβαρές κοινωνικές επιπτώσεις, εξαιτίας των μεγάλων αριθμητικών συγκεντρώσεων των Ρομά στην Ευρώπη και της κρισιμότητας των προβλημάτων τους. Η αύξηση των μεταναστευτικών εισροών στις ευρωπαϊκές χώρες και η οικονομική κρίση επιδεινώνουν το ζήτημα της περιθωριοποίησης της ομάδας.
Κατά μία εκτίμηση του Διεθνούς Κογκρέσου των Τσιγγάνων, ο αριθμός τους ανέρχεται στα 7 – 8.000.000 στην Ευρώπη και σχεδόν 15.000.000 σε όλο τον κόσμο (Ευρώπη και στην Κεντρική Ασία), σύμφωνα με άλλες μελέτες σχεδόν 12.000.000 Τσιγγάνοι διαβιούν στην Ευρώπη, αριθμός ίσος, σχεδόν, με τον πληθυσμό της Δανίας. Το 70% του πληθυσμού αυτού συγκεντρώνεται στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με μια εκτίμηση του Δικτύου Ρομ, ζουν σχεδόν 250.000 Ρομά, με σαφείς τάσεις εδραιοποίησης, ο βαθμός της οποίας συνδέεται με τις ανάγκες της εργασιακής τους απασχόλησης, ενώ το Ελληνικό Παρατηρητήριο του Ελ Σίνκι αναφέρεται σε 300-350.000. Ο ακριβής υπολογισμός των Τσιγγάνων είναι δύσκολος, εξαιτίας:
Της απουσίας σχετικής επίσημης απογραφής σε εθνικό επίπεδο, καθότι στις γενικές απογραφές του πληθυσμού οι Ρομά δεν απογράφονται ξεχωριστά και καθότι οι Δήμοι και οι Νομαρχίες δεν παρέχουν ακριβή στοιχεία σε τοπικό επίπεδο.
Της αποσπασματικότητας και μη συστηματικότητας των απογραφικών προσπαθειών.
Του υψηλού δημογραφικού ρυθμού των Ρομά, που αποκτούν πολλά παιδιά σε νεαρή ηλικία.
Του ημινομαδικού τρόπου ζωής τους, καθώς η σχετική γεωγραφική κινητικότητα καθιστά δύσκολη την καταγραφή τους.
Των αστικοδημοκρατικών εκκρεμοτήτων τους, καθώς αρκετοί Ρομά δεν διαθέτουν ταυτότητα ή διαβατήριο, πιστοποιητικό γεννήσεως ή ληξιαρχική πράξη γάμου (τελούν τον λεγόμενο «τσιγγάνικο γάμο» που δεν είναι νομικά αναγνωρισμένος από την Ελληνική Πολιτεία).
Του δικαιώματος αυτοπροσδιορισμού, καθώς πολλοί είτε αρνούνται να αποκαλύψουν την τσιγγάνικη ταυτότητα τους είτε την απεμπολούν χάριν μιας ασφαλέστερης διαβίωσης.
Της εισροής τσιγγάνων από την Αλβανία, τη Βουλγαρία και τις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας τα τελευταία χρόνια, οι οποίοι είναι δύσκολο να καταγραφούν.
Στην Ελλάδα, οι Ρομά είναι διασκορπισμένοι σε όλη την επικράτεια, με μεγαλύτερη συγκέντρωση στην Αττική (Αθήνα και Δυτική Αττική), στη Θεσσαλονίκη, στη Β.Δ. και Δυτική Πελοπόννησο, τη Θράκη, την Ήπειρο και την Αιτωλοακαρνανία, σε αρκετές περιοχές της Θεσσαλίας (Λάρισα, Φάρσαλα, Σοφάδες κ.λ.π.) στη Λέσβο κ.α.
Εκτός από τις υψηλές αριθμητικές συγκεντρώσεις των Ρομά στην Ευρώπη, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν αποτελούν τον δεύτερο παράγοντα για τον οποίο απαιτείται αποτελεσματικότερη παρέμβαση. Η ζωή των Ρομά χαρακτηρίζεται από την φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, με τα θεμελιώδη δικαιώματα τους στους τομείς της εργασίας, της στέγασης, της ιατρικής περίθαλψης και της εκπαίδευσης να καταπατούνται σε όλες, σχεδόν, τις χώρες. Σε ορισμένες, όπως π.χ. στην Ιταλία ή στην Τσεχία εκδηλώνεται με ακραίο τρόπο ένα επιθετικό ρεύμα εναντίον της ομάδας (π.χ. ρατσιστικές δηλώσεις ανώτερων κρατικών λειτουργών κ.α.).
Στην Ελλάδα, οι Ρομά απαρτίζουν μαζί με τις πληθυσμιακές ομάδες των βιομηχανικά αναπτυγμένων χωρών τον λεγόμενο «Τέταρτο Κόσμο». Σύμφωνα με μελέτη που διενεργήθηκε στο πλαίσιο του Κοινοτικού Προγράμματος Equal, «δεν θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τους Έλληνες πολίτες ως ρατσιστές με την έννοια του όρου, όπως αυτός έχει χρησιμοποιηθεί για πολίτες της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης, της Αμερικής και της νοτίου Αφρικής, διότι δεν έχουν παρατηρηθεί βίαια φαινόμενα εναντίον των Τσιγγάνων από οργανωμένα κινήματα και ομάδες του κοινωνικού συνόλου». Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η χώρα έχει συγκεντρώσει έξι καταδίκες για παραβιάσεις δικαιωμάτων Ρομά: Τέσσερις από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μάλιστα η μια αφορά στην εκπαίδευση, μία από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κοινωνικών Δικαιωμάτων και μία από την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ.
Οι Ρομά στην Ελλάδα δεν αποτελούν μια ενιαία, ομοιογενή ομάδα καθώς ανήκουν σε διαφορετικές, συχνά ανταγωνιστικές «φυλές» μεταξύ των οποίων υπάρχουν μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές διαφορές.
Η εκπαίδευση, ιδίως της νέας γενιάς των Ρομά, αναδεικνύεται από πλήθος διεθνών κειμένων ως προϋπόθεση εξόδου από τον φαύλο κύκλο των διεργασιών που διαιωνίζουν τον αποκλεισμό της ομάδας.
Η Εκπαίδευση Των Ρομα Στην Ελλάδα
Οι Ρομά στην Ελλάδα εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά λειτουργικού αναλφαβητισμού (60-80%) από όλες τις υπόλοιπες πληθυσμιακές ομάδες, με αποτέλεσμα να υπάγονται στις ευπαθείς κοινωνικά ομάδες-αποδέκτες του κοινωνικού αποκλεισμού.
Παρά την ανεπάρκεια των στοιχείων, έχουν προκύψει τα βασικά χαρακτηριστικά της εκπαίδευσης των Ρομά:
Η αποχή από την προσχολική αγωγή, παρά τη μικρή βελτίωση που σημειώθηκε μετά την καθιέρωση της υποχρεωτικότητας του θεσμού.
Το μικρό ποσοστό σχολικής φοίτησης, συνήθως παρακολούθηση ορισμένων τάξεων στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Η σχολική διαρροή, ιδιαίτερα από τη Δευτεροβάθμια και από την Τριτοβάθμια εκπαίδευση, στην οποία τα ποσοστά φοίτησης των Ρομά είναι μηδενικά.
Η άτακτη ή μη κανονική φοίτηση, δηλαδή ελλιπής, κατά διαστήματα παρακολούθηση μαθημάτων.
Υπάρχουν δείκτες, όπως ο αναλφαβητισμός, το ποσοστό των εγγραφών, η σχολική διαρροή (που καταγράφει όσους «διαφεύγουν» από την υποχρέωση φοίτησης ως την ηλικία των 15 ετών) κ.α., βάσει των οποίων θα μπορούσαν να εξετάζονται οι επιδόσεις των Ρομά στην εκπαίδευση, στο βαθμό που οι δείκτες αυτοί καταγράφουν προσεγγιστικά τις εκπαιδευτικές ανισότητες στη γενική εκπαίδευση. Από μελέτες (βλ. Πίνακα 1) προκύπτει ότι δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στην εκπαίδευση των Ρομά ως τα 30 περίπου χρόνια (οι απόφοιτοι δημοτικού στις ηλικίες 20-29 είναι περίπου 12%) και ενώ η μη φοίτηση στο σχολείο φαίνεται να μειώνεται, στις μέσες ηλικίες ως τα 30-35 χρόνια η αποφοίτηση από το Δημοτικό είναι σχεδόν η ίδια.