ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ: ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΣ ΤΣΙΡΚΟ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΕΝΕΓΟΣ

Τα ευρωψηφοδέλτια δείχνουν ότι εκτός από ψηφοφόρους, έχουμε πια και «κόμματα χαμηλών προσδοκιών». Κι αφού δεν έχουν τι να πουν στον κόσμο, στρέφονται στο ασφαλές απόθεμα της τηλεόρασης.

Ο Γιώργος Αυτιάς το σκέφτηκε. Κι αυτή τη φορά, το πήρε απόφαση. Μέσα σε ένα, λέμε τώρα, βράδυ, άλλαξε στρατόπεδο. Από τη δημοσιογραφία πέρασε στην πολιτική και -πώς τα φέρνει η ζωή καμιά φορα- βρέθηκε στο ψηφοδέλτιο του κυβερνώντος κόμματος, στο οποίο μέχρι τώρα ασκούσε ασφυκτική κριτική με το να φωνάζει στην εκπομπή του τον Πρωθυπουργό, υπουργούς και βουλευτές και να τους λέει πόσο τους αγαπά και τους θαυμάζει. Το μότο του, έτοιμο από καιρό: «Πατρίδα, Θρησκεία, Οικογένεια», κι αν σας φέρνει μερικούς ανατριχιαστικούς συνειρμούς δεν φταίει αυτός, ούτε οι λέξεις του είναι βρώμικες – φταίτε εσείς και τα βρώμικα μυαλά σας. Στην παρουσίαση δε του ευρωψηφοδελτίου της ΝΔ, πριν λίγες μέρες στο Ωδείο Αθηνών, επηρεασμένος (ή και όχι) από το πανηγυρικό κλίμα μας πληροφόρησε ότι «όλος ο πλανήτης ψηφίζει Νέα Δημοκρατία». Δε βρέθηκε κανείς να του απαντήσει «ας κάνει ό,τι θέλει αρκεί να μη χρησιμοποιείτε τα μέιλ τους».
Ο Στέφανος Κασσελάκης παρακολούθησε αυτό το εθνικοπατριωτικό ντελίριο, βλέπει κι αυτός τα υψηλά ποσοστά που καταγράφει δημοσκοπικά η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου, «έκανε τα μαθηματικά» κι αποφάσισε να ανεβάσει το ποντάρισμα. Στη βάφτισή του, λέει, σχηματίστηκε στην επιφάνεια του νερού ένας σταυρός από λάδι, κι ο παπάς ερμηνεύοντας αυτό το μικρό «θαύμα» είπε στους γονείς του ότι «ο Στέφανος θα γίνει κάποια στιγμή πάρα πολύ σπουδαίος». Αυτό που έγινε σίγουρα είναι πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου μέλη όπως ο Γιώργος Τσίπρας χαρακτήρισαν σοκαριστικές τις αναφορές σε λάδια και θαύματα. Βέβαια, μπείτε και λίγο στη θέση τους, οι άνθρωποι στον ΣΥΡΙΖΑ είναι μέρα παρά μέρα σοκαρισμένοι με αυτά που ακούνε και χρειάζεται συνεχώς να τσεκάρουν αν εξακολουθούν να βρίσκονται στο ίδιο κόμμα που έχει τον προσδιορισμό ΠΣ, όπως λέμε «προοδευτική συμμαχία». Σε κάθε περίπτωση, ο κύριος Κασσελάκης μας είπε ότι πάλι δεν καταλάβαμε καλά κι ότι μπορείς και να πιστεύεις αλλά και να θες διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας ή κάτι τέτοιο. (Τώρα αν κι εσείς, όπως κι εγώ, διαβάζοντας «Άγιος Τσαλίκης» δίπλα στο όνομα του παπά που βάφτισε τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ, νομίσατε ότι κατεβαίνει στις Ευρωεκλογές ο Γιώργος σε σε σε, το είπαμε και πριν, έχετε βρώμικα μυαλά).

Ξανά πίσω στη ΝΔ. Το κυβερνών κόμμα έχει βάλει στόχο το 30+% στις Ευρωεκλογές, βλέπει όμως μια κάποια δημοσκοπική πτώση. Διαπιστώνει ότι συνεχίζεται η διαρροή κυρίως προς τα δεξιά και ξέρει ότι έχει δυσαρεστήσει το παραδοσιακά συντηρητικό κομμάτι της βάσης του με τα πρόσφατα νομοσχέδια για την ισότητα στον πολιτικό γάμο («γάμος ομόφυλων ζευγαριών») και τη νομιμοποίηση των μεταναστών. Το έφερε από δω, το πήγε από εκεί, τελικά ο Φρέντι Μπελέρης θα είναι υποψήφιος με τη ΝΔ, παρότι φυλακισμένος εδώ και σχεδόν έναν χρόνο, από όταν εκλέχθηκε δήμαρχος Χειμάρρας αλλά κατηγορήθηκε για εξαγορά ψήφων. Είναι ένα πρόσωπο, με πολλούς σκελετούς στη ντουλάπα του παρελθόντος του, που ενσαρκώνει την όψιμη ένταση ανάμεσα στα δύο κράτη κι αναρωτιέται κανείς τι μπορεί να εξυπηρετεί η επιλογή του πέρα από κάποιου είδους γαλάζιο αλυτρωτισμό για «χαμένες πατρίδες» και λοιπές χίμαιρες.

Το φλιπεράκι συνεχίζεται. Ο ΣΥΡΙΖΑ σοκαρίστηκε και δεύτερη φορά αυτήν την εβδομάδα, από τις δηλώσεις του Δημήτρη Παπανώτα. Ο τηλεοπτικός παρουσιαστής είχε δηλώσει ότι «είναι πρόβλημα της κάθε γυναίκας αν έχει πάρει έναν σατράπη και τον ανέχεται να την κακοποιεί». Όχι ότι πιο εύστοχο, στον απόηχο της υπόθεσης του ΑΤ Αγίων Αναργύρων και σε μια χώρα που τα τελευταία 2.5 χρόνια μετρά 65 γυναικοκτονίες. Ο Παπανώτας αποπέμφθηκε (πριν προλάβει να παραιτηθεί, λέει ο ίδιος, δηλώνοντας επίσης θύμα μονταζιέρας), είναι όμως παρανοϊκό που έστω και για λίγες μέρες ήταν συνυποψήφιος του ίδιου κόμματος με τη Σοφία Μπεκατώρου, τη γυναίκα-σύμβολο του ελληνικού MeToo. Θα πει κανείς ότι οι υποψήφιοι του ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκαν από τη βάση. Ναι ΟΚ, μόνο που κάποια στιγμή κάποιος άλλος πρέπει να μιλήσει στα ελληνικά κόμματα για το vetting, τη διαδικασία ελέγχου για το αν κάποιος-α είναι -να το πούμε απλά- «κατάλληλος για τη δουλειά». Στον ΣΥΡΙΖΑ, για παράδειγμα, δε χρειαζόταν να ψάξουν στο βάθος των αιώνων, οι δηλώσεις του Παπανώτα έγιναν μόλις πριν ένα μήνα σε σχολιασμό κάποιων άλλων δηλώσεων της επίσης υποψήφιας με τη ΝΔ, Νόνης Δούνια. (Κι αυτό είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα του shitstirring με το οποίο τα πρωινομεσημεριανάδικα βοηθούν τις ακαθαρσίες να επιπλέουν μόνιμα στην επιφάνεια της «δημόσιας συζήτησης».)

Το μεγάλο ντέρμπι των Ευρωεκλογών είναι μάλλον αυτό της δεύτερης θεσης. ΣΥΡΙΖΑ ή ΠΑΣΟΚ; Γι’ αυτό κι ο Νίκος Ανδρουλάκης αποφάσισε να πει «σήκωσέ το» στον αρχηγό του EURO, Θοδωρή Ζαγοράκη, κλείνουμε και είκοσι χρόνια από τον θρίαμβο. Τι είναι αυτό που εκτίμησε στη διπλή κοινοβουλευτική θητεία (με τα χρώματα της ΝΔ) του βετεράνου ποδοσφαιριστή, δεν ξέρουμε. Βλέποντάς τους όμως μαζί στην Τούμπα τις προάλλες στη ρεβάνς με την Μπριζ, μάλλον καταλάβαμε.

Αυτό που δεν καταλάβαμε είναι η non paper μανία με την οποία επιτέθηκε στον Ζαγοράκη ο προσκείμενος στη ΝΔ Τύπος. Ειδικά, οι εκπρόσωποι αυτου του εκπολιτιστικού συλλόγου που κάποτε αποκαλούσαμε «ακραίο κέντρο». Δηλαδή, ναι, είναι ύποπτες οι μεταγραφές στην πολιτική, ειδικά όταν είναι τόσο διάφανο το σκεπτικό τους, όσο στην περίπτωση Ζαγοράκη. Αλλά, δεν ισχύει το ίδιο για τους ΠΑΣΟΚογενείς υπουργούς της κυβέρνησης Μητσοτάκη; Δεν είναι μεταγραφή κι αυτή της Εύης Χριστοφιλοπούλου από το ΠΑΣΟΚ στη ΝΔ. Ή μήπως δεν ακολούθησε την ίδια διαδρομή ο Πύρρος Δήμας; «Ο Πύρρος όλων των Ελλήνων» που μας έχει ανατριχιάσει κάτω από την μπάρα, που τα έβαλε με τους Χρυσαυγίτες στη Βουλή και που μας απογοήτευσε επιλέγοντας να ξεκινήσει την προεκλογική του εκστρατεία ποζάροντας δίπλα στον φράχτη του Έβρου, παρά το δικό του παρελθόν ως μετανάστης. (Μητέρα όλων των μεταγραφών, φυσικά, εξακολουθεί να παραμένει το Ευάγγελος Αντώναρος – ΣΥΡΙΖΑ, τώρα πια περισσότερο από ποτέ a match made in heaven.)

Από σταρ έχουμε κι άλλους, η Ελεονώρα Μέλέτη κατεβαίνει με τη ΝΔ – δε δίστασε στιγμή να μας πληροφορήσει ότι για να το κάνει συμβουλεύτηκε τον σύζυγο και τον καναλάρχη της. Ο μετεωρολόγος Σάκης Αρναούτογλου είναι στο ψηφοδέλτιο του ΠΑΣΟΚ. Ο Νίκος Παππάς μπορεί να μην βγήκε από τα σκριν σε θέση δημάρχου Αθηναίων, αλλά φιλοδοξεί να σουτάρει από Βρυξέλλες και Στρασβούργο με τη φανέλα του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ η Βίκυ Φλέσσα με τη ΝΔ έρχεται να προστεθεί στο μακρύ κατάλογο των δημοσιογράφων που θέλουν να ανοίξουν ΚΑΔ πολιτικού (η Μαρία Σπυράκη ξέρει τον δρόμο).

Δύο disclaimers, αναγκαία:

α) Τα κόμματα δεν ανακάλυψαν στις Ευρωεκλογές του 2024 τα «λαμπερά πρόσωπα». Πάντα πειράτευαν τη φήμη και την αναγνωρισιμότητά τους. Θα περιμέναμε πάντως να είναι όλοι λίγο πιο φειδωλοί μετά τις υποθέσεις Καϊλή και Γεωργούλη. Κακώς, απ’ ότι φαίνεται, θα το περιμέναμε.

β) Είναι επόσης εξίσου προβληματικό να θεωρούμε ότι επειδή κάποιος είναι γνωστός, διάσημος, σταρ κτλ. δε θα έχει καλό κοινοβουλευτικό έργο. Και σίγουρα κάθε φορά, τα media πρώτα πρώτα, πέφτουμε στην παγίδα να «διαφημίζουμε» -έστω και δια της κριτικής- τους ήδη προβεβλημένους υποψήφιους, αφιερώνοντας ελάχιστο έως καθόλου χώρο στους άξιους και τις άξιες -ας πούμε από το χώρο της ακαδημίας- που υπάρχουν σε όλα τα ψηφοδέλτια. Είναι εντυπωσιακό πάντως πόσο απουσιάζουν από τα ψηφοδέλτια πρόσωπα από το ευρύτερο φάσμα του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, έστω για μια τιμητική υποψηφιότητα σαν κι αυτή της συγγραφέα Μάρως Δούκα με τη Νέα Αριστερά. (Ίσως βέβαια αυτό λέει κάτι -καλό- για την αξιοπρέπεια των πρόσωπων του ελληνικού πολιτισμού και κάτι -κακό- για την τοξικότητα του ελληνικού πολιτικού συστήματος.)

Τα ευρωψηφοδέλτια, όπως κι αν το δει κανείς, συμβολίζουν το μεγάλο μας πολιτικό τσίρκο. Είναι φανερό ότι τα κόμματα πάνε στις ευρωεκλογές, που πάντα χαρακτηρίζονται από χαλαρή ψήφο, χωρίς να έχουν να πουν κάτι στον κόσμο. Δεν πάνε για να κερδίσουν, αλλά για να μη χάσουν – εκτός από ψηφοφόρους, έχουμε πια και «κόμματα χαμηλών προσδοκιών». Και γι΄αυτό στρέφονται στο ασφαλές απόθεμα της τηλεόρασης, σε σκληρούς δημαγωγούς – απολιτίκ σελεμπριτι – επαγγελματίες του θεάματος που θέλουν να γίνουν επαγγελματίες της πολιτικής. Ακόμα χειρότερα βλέπουν, όπως σε όλη την Ευρώπη, την Ακροδεξιά να ετοιμάζεται για θρίαμβο κι αντί να την πολεμήσουν, την προσεταιρίζονται στα κρυφά ή τα ολοφάνερα.

Κι αυτός, παρότι όλοι καμώνονται πώς τον αποστρέφονται, είναι ο πιο πηχτός, ο πιο επικίνδυνος λαϊκισμός.